Οι επικεφαλής των θεσμών έμειναν περίπου 10 μέρες στην Αθήνα, χωρίς να επιτευχθεί σημαντική πρόοδος, ενώ το ΔΝΤ ήθελε να φύγει από την πρώτη μέρα, όταν διαπίστωσε ότι η ελληνική πλευρά δεν ήταν διατεθειμένη να επιταχύνει τις συζητήσεις.
Οσο κι αν μοιάζει απίστευτο, η κυβέρνηση πιστεύει ακόμη ότι μπορεί να πετύχει πολιτική συμφωνία με τους δανειστές, αυτό που πίστευε δηλαδή το 2015 και στη συνέχεια στην πρώτη αξιολόγηση το 2016 με τα γνωστά δραματικά αποτελέσματα εξακολουθεί να το πιστεύει ακόμη, γι’ αυτό και η καθυστέρηση στην αξιολόγηση.
Σύμφωνα με πηγή της ευρωζώνης, κατά τη διάρκεια της τελευταίας αποστολής των θεσμών η πρόοδος που επιτεύχθηκε αφορούσε δεύτερης σειράς θέματα, όλα τα μεγάλα ζητήματα παραμένουν ανοιχτά και, όπως ανέφερε Ευρωπαίος αξιωματούχος πριν από λίγες μέρες, όσο καθυστερεί η συνολική συμφωνία τόσο πιο επώδυνη θα είναι, τόσο σε μέτρα όσο και για την ελληνική οικονομία.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι θα επιδιώξει συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης μέχρι το Εurogroup της 20ής Μαρτίου. Ωστόσο, γνωρίζει πολύ καλά πως δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια συμφωνία χωρίς τα δημοσιονομικά μέτρα μετά το 2018 για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ ετησίως.
Ολα ανοιχτά
Και στα δημοσιονομικά μέτρα δεν υπάρχει προς το παρόν καμία συμφωνία, ούτε ως προς το ύψος ούτε ως προς τον καταμερισμό τους. Οι δανειστές ζητούν μέτρα 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ, τα οποία θα προέλθουν από τη μείωση του αφορολογήτου και την περικοπή των συντάξεων. Δεν έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση, ενώ, παρότι είχαν δημιουργηθεί προσδοκίες για μείωση του ποσού των μέτρων, και αυτό τώρα φαίνεται δύσκολο.
Η κυβέρνηση εμφανίζει ως μείζον πρόβλημα τα εργασιακά, προφανώς για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, γιατί εκεί η τελική απόφαση θα είναι πιο ήπια και θα επιχειρήσει να την εμφανίσει ως προϊόν σκληρής διαπραγμάτευσης.
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Οι δυσκολίες για τους πολίτες δεν είναι στα εργασιακά και τις συλλογικές συμβάσεις ούτε στις ομαδικές πωλήσεις σε μια χώρα που μετράει 1,1 εκατ. ανέργους, αλλά στα δημοσιονομικά μέτρα, όπου θα κληθούν να πληρώσουν το λογαριασμό μισθωτοί και συνταξιούχοι. Για τα δημοσιονομικά μέτρα δεν λέει τίποτα η κυβέρνηση, γιατί ξέρει ότι δεν μπορεί να πετύχει βελτιώσεις και περιορίζεται σε ανεδαφικές δηλώσεις περί ουδέτερων μέτρων για τους πολίτες συνολικά.
Με την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, αλλά και τα αρνητικά στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το ΑΕΠ, φουντώνουν οι ανησυχίες ότι η κυβέρνηση μπορεί να δυσκολευθεί ακόμη και φέτος να πιάσει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ και, αν δεν το πετύχει, τότε θα ενεργοποιηθεί ο περιβόητος δημοσιονομικός «κόφτης» του προγράμματος με τις οριζόντιες μειώσεις δαπανών. Και μετά μιλάει για τα λεγόμενα «θετικά» μέτρα και πώς θα τα μοιράσει! Εκτός κι αν έχει βρει κάποια μαγική συνταγή…
Η κυβέρνηση έπρεπε να είχε κλείσει τη διαπραγμάτευση… χθες, αλλά δυστυχώς δεν θα την κλείσει ούτε τον Μάρτιο και πιθανότατα θα χάσει και τον Απρίλιο και η ύφεση θα συνεχιστεί τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο τρίμηνο.
Το Εurogroup της 20ής Μαρτίου θα διαπιστώσει για μία ακόμη φορά «πρόοδο», λες και η πρόοδος θα μας λύσει το πρόβλημα, ενώ θα ζητήσει από την κυβέρνηση και τους θεσμούς να εντείνουν τις προσπάθειές τους για συμφωνία το συντομότερο δυνατόν. Δηλαδή η απόλυτη αοριστία…
Αποφάσεις
Μια συνολική συμφωνία για την Ελλάδα, που θα μπορούσε να βελτιώσει το κλίμα για την οικονομία, προϋποθέτει καταρχήν το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης με την εξεύρεση συμφωνίας σε σχέση με τα εργασιακά, το δημοσιονομικό κενό του 2018, την αγορά ενέργειας και τα δημοσιονομικά μέτρα για μετά το 2018. Μόνο έτσι μπορεί να κλείσει η αξιολόγηση.
Η επόμενη ενέργεια αφορά στους Ευρωπαίους δανειστές, οι οποίοι θα πρέπει να λάβουν δύο αποφάσεις: 1) να σχεδιάσουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους που ζητάει το ΔΝΤ προκειμένου η συμμετάσχει στο πρόγραμμα, αλλά και η ΕΚΤ για να εντάξει την Ελλάδα στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης (αγοράς εταιρικών και κρατικών ομολόγων) και 2) να καθορίσουν τη διάρκεια κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να εμφανίσει ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.
Οσο δεν επιλύονται τα παραπάνω, η Ελλάδα δεν πρόκειται να πάρει καμία άλλη δόση, ενώ η χώρα μας θα μείνει εκτός Ποσοτικής Χαλάρωσης, ενώ οι επόμενες συνεδριάσεις της ΕΚΤ είναι στο τέλος Απριλίου και στη συνέχεια στις αρχές Ιουνίου.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση πελαγοδρομεί, γιατί είναι απολύτως εγκλωβισμένη, τα ανταλλάγματα που λέει ότι θα πάρει είναι «αέρας» και αν η Κοινοβουλευτική Ομάδα της συμπολίτευσης τα ψηφίσει για να μη χαθεί η… καρέκλα, είναι απολύτως βέβαιο πως όταν έρθει η ώρα θα δεχτούν τις συνέπειες της πολιτικής τους από τη λογική έκφραση δυσαρέσκειας του λαού, που θα κληθεί ακόμη μία φορά να πληρώσει το λογαριασμό.
Νίκος Μπέλλος
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής