Οι προχθεσινές απειλές του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι χωρίς το ΔΝΤ η Ελλάδα δεν θα συνεχίσει να έχει ούτε πρόγραμμα αλλά ούτε και χρηματοδότηση είναι μια καλή πρόγευση για όσα θα ακολουθήσουν. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σχεδιάζει να δημοσιοποιήσει μέχρι και το τέλος του μήνα την αξιολόγηση της Ελλάδας με βάση το άρθρο IV, στην οποία εκτός από τα γνωστά δημοσιονομικά μέτρα που απαιτεί να νομοθετηθούν από τώρα (μείωση αφορολογήτου και υφιστάμενων συντάξεων) αναμένεται να δίνει στίγμα και για μια σειρά άλλων αλλαγών που θα ζητήσει όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου να διαπραγματευτεί σε διμερές επίπεδο με την Ελλάδα το δικό του πρόγραμμα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην έκθεση θα αναφέρονται οι απόψεις του Ταμείου για τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, το δημόσιο τομέα αλλά και τις απελευθερώσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Ερωτηματικό αποτελεί πάντως αν η έκθεση θα περιέχει τελικά και το πόρισμα για τη βιωσιμότητα του χρέους που αναμένεται από τον περασμένο Νοέμβριο. Η έκθεση αυτή θα εξαρτηθεί από τη συνάντηση που θα έχουν την ερχόμενη Πέμπτη 26 του μήνα οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης με πρώτο θέμα την Ελλάδα. Εκεί όλες οι πλευρές θα πρέπει να ανοίξουν τα χαρτιά τους για το πώς βλέπουν την επόμενη μέρα του ελληνικού προγράμματος.
Δεδομένο είναι ότι Γερμανία και Ολλανδία είναι έτοιμες από τώρα να ζητήσουν από την Ελλάδα να πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ένταξη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Τόσο ο κ. Σόιμπλε όσο και ο κ. Ντάισελμπλουμ πιέζονται πλέον και από το εσωτερικό των χωρών τους να σκληρύνουν τη στάση τους προσπαθώντας να ανακόψουν τη διαρροή ψηφοφόρων προς τα ακροδεξιά σχήματα που φαίνεται ότι κερδίζουν έδαφος και στις δύο κεντροευρωπαϊκές χώρες.
Μαζί τους αναμένεται να ταυτιστούν και κάποιες χώρες της Βαλτικής και της Βόρειας Ευρώπης (Αυστρία, Σλοβακία, Φινλανδία), που θεωρούν την παρουσία του ΔΝΤ ως απαραίτητο προαπαιτούμενο για τη συνέχιση της χρηματοδότησης του ελληνικού προγράμματος αφού και αυτές έχουν εγκρίνει την ελληνική χρηματοδότηση με βάση ότι στο πρόγραμμα θα συμμετέχει και το Ταμείο.
Ακόμη και η Κομισιόν αφήνει να εννοηθεί ότι το αδιέξοδο δεν μπορεί να ξεπεραστεί με άμεσα μέτρα από την Αθήνα. Παρ’ όλα αυτά, ξορκίζουν σενάρια που θέλουν τα μέτρα αυτά να φτάνουν σε ύψος τα 4 ή τα 4,5 δισ. ευρώ θεωρώντας ότι τελικά το πακέτο για την Ελλάδα θα είναι πολύ μικρότερο.
Η ελληνική πρόταση
Από την άλλη μεριά, στην Αθήνα το οικονομικό επιτελείο σβήνει και γράφει τα σημεία της πρότασης που θέλει να παρουσιάσει για να υπερβεί το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει σήμερα η αξιολόγηση και να φτάσει σε συμφωνία το αργότερο μέχρι και το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.
Η πρόταση προβλέπει την επέκταση του δημοσιονομικού κόφτη για τα χρόνια στα οποία η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Το ΥΠΟΙΚ θεωρεί ότι η δέσμευση για τον κόφτη θα πρέπει να εξαντλείται στα χρονικά όρια που θέτει το ΜΠΔΣ 2017-2020 και στη συνέχεια αν συντρέχουν λόγοι να επεκταθεί από την επόμενη κυβέρνηση.
Εκτός από τον μακροχρόνιο κόφτη, το οικονομικό επιτελείο ετοιμάζεται να υποσχεθεί και κάποια προληπτικά μέτρα πολιτικής στα οποία θα περιλαμβάνονται η μείωση του αφορολογήτου, η αύξηση του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ από το 13% στο 14% και ως ύστατη λύση η μείωση της προσωπικής διαφοράς στις υφιστάμενες συντάξεις. Μάλιστα, η ενεργοποίηση των μέτρων θα είναι αναλογική και θα συνδέεται με το ύψους της ενδεχόμενης απόκλισης του κάθε χρόνου από το στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% ώστε η λειτουργία του να προσαρμοστεί με αυτήν του υφιστάμενου κόφτη. Θα υπάρχουν δηλαδή στην πρώτη γραμμή μέτρα (όπως π.χ. η μείωση του αφορολογήτου) που θα μπορούν να καλύψουν την απόκλιση κατά 50% και στη συνέχεια θα έρχονται εναλλακτικά που θα καλύπτουν το υπόλοιπο 50%.
Θα υπάρχει επίσης εξαίρεση από περικοπές για τις δημόσιες επενδυτικές δαπάνες και τα κοινωνικά επιδόματα.
Ο υπουργός Οικονομικών θα συμπεριλάβει στην επίσημη πρότασή του και τη δική του ιδέα, η οποία προς στιγμήν δεν συναντά μεγάλη ανταπόκριση από τους Ευρωπαίους ομολόγους του. Αυτή που θέλει το στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα να μοιράζεται σε 2,5% καθαρού δημοσιονομικού πλεονάσματος και το υπόλοιπο 1% του στόχου να διατίθεται σε δαπάνες που θα ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με τη μορφή ενισχύσεων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή ακόμη και της σταδιακής μείωσης των φορολογικών συντελεστών.
Η πρόταση θα αποσταλεί μέσα στις επόμενες μέρες στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης και τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. με στόχο να υπάρξουν παρατηρήσεις και ουσιαστική συζήτηση στην συνάντηση της Πέμπτης.
Η πρόταση θα έχει τη μορφή παροχής εγγυήσεων από την ελληνική πλευρά και όχι κάποια υποχρέωση για την ψήφιση μέτρων από τώρα. Μάλιστα, στην πρόταση θα γίνεται λόγος και για τις υποχρεώσεις των δανειστών να ξεκινήσουν τη συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Βεβαίως στο ΥΠΟΙΚ υπάρχουν ήδη δεύτερες σκέψεις σχετικά με την κατηγορηματική άρνηση για την ψήφιση από τώρα νέων μέτρων, καθώς το κλίμα φαίνεται ότι έχει αλλάξει πολύ τόσο σε συμμάχους όσο και σε υποτιθέμενους αντίπαλους των ελληνικών θέσεων. Αναγνωρίζουν επίσης ότι θα δοθεί μάχη για να μην περάσουν από τώρα νέα μέτρα καθώς το ΔΝΤ δεν αποδέχεται ούτε λύσεις του τύπου του δημοσιονομικού κόφτη αλλά ούτε και προληπτικά μέτρα.