Ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας σε διαδοχικές δηλώσεις του τονίζει ότι το κλίμα στην Ευρώπη είναι να μην υπάρχουν δημοσιονομικοί στόχοι και το 2021. Την ίδια ώρα όμως τονίζει σε κάθε ευκαιρία ότι τα όποια μέτρα μείωσης του φορολογικού βάρους (π.χ. μείωση εισφοράς αλληλεγγύης, μείωση εισφορών κτλ.) δεν μπορούν να εφαρμοστούν όλα μαζί, όπως είχε σχεδιαστεί από το τέλος του 2019, με προοπτική σταδιακής εφαρμογής από το 2020.
[fwduvp preset_id=”test” playlist_id=”Test”]
Αφού λοιπόν δεν θα έχουμε δημοσιονομικούς περιορισμούς και άρα δεν είμαστε εγκλωβισμένοι σε δύσκολους στόχους γιατί δεν μπορούν να προχωρήσουν οι μειώσεις φόρων; Η απάντηση βρίσκεται στην ερμηνεία του όρου «δημοσιονομικοί περιορισμοί». Επισήμως και με βάση την ορολογία των Βρυξελλών για την Ελλάδα που βγήκε πριν από δύο χρόνια από τον φαύλο κύκλο των Μνημονίων είναι ότι οι υποχρεώσεις της για το 2021 δεν θα επανέλθουν στη θέση που βρισκόταν το 2019. Δηλαδή να πρέπει να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι και το 2022 και στη συνέχεια 2,2% του ΑΕΠ μέχρι και το 2060.
Οι στόχοι
Η άτυπη συμφωνία που φαίνεται ότι θα συζητηθεί και στο άτυπο Eurogroup/Econfin στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου είναι ότι το 2021 σε δημοσιονομικό επίπεδο δεν μπορεί να είναι χειρότερο από το 2020 όταν το ξέσπασμα της πανδημίας επέβαλε την «απελευθέρωση» των δαπανών και άρα των ελλειμμάτων με στόχο να στηριχτούν τα συστήματα Υγείας και να προστατευτούν επιχειρήσεις και εργαζόμενοι με ό,τι ποσό χρειαστεί. Με βάση αυτό και με το δεδομένο της τεράστιας επίδρασης που είχε η πανδημία στις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και Γερμανία) φτάσαμε σχετικά γρήγορα και στις αποφάσεις για το Ταμείο Ανάκαμψης τον περασμένο μήνα.
Με άλλα λόγια, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, η τακτική η οποία φέρεται ότι θα υιοθετηθεί είναι ότι θα υπάρχει ελαστικότητα για τις δαπάνες που σχετίζονται ευθέως με την πανδημία ή θα αφορούν σε επενδύσεις για την υπέρβαση της οικονομικής κρίσης που δημιούργησε. Δεν θα συμβαίνει το ίδιο με ελαφρύνσεις που θα γίνονται με εθνική πρωτοβουλία και θα έχουν κόστος που αλλάζει προς το χειρότερο τη δημοσιονομική κατάσταση κάθε κράτους-μέλους σε σχέση με το 2020.
Το υπουργείο Οικονομικών έχει δρομολογήσει από το 2019 και την αλλαγή της φορολογικής κλίμακας θέτοντας ως πρώτο συντελεστή το 9% για τα εισοδήματα έως 10.000 ευρώ και τη μείωση των υπόλοιπων συντελεστών φορολογίας κατά 1%. Το κόστος αυτής της αλλαγής είναι μικρό για το 2020 (φαίνεται μόνο στην παρακράτηση του φόρου των μισθωτών) αλλά θα ξεδιπλωθεί στο σύνολό του το 2021 όταν θα φορολογηθούν τα εισοδήματα των μη μισθωτών που θα έχουν και το μεγαλύτερο κέρδος. Και αυτό είναι σε γνώση των εταίρων μας.
Αριθμοί
Σε δημοσιονομικό επίπεδο η Ελλάδα αναμένει για φέτος πρωτογενές έλλειμμα που θα προσεγγίσει το 3% του ΑΕΠ έναντι πλεονάσματος 3,7% του ΑΕΠ που είχε το 2019. Το 2021, υπό την προϋπόθεση μιας ισχυρής ανάκαμψης της οικονομίας, θα πρέπει το πρωτογενές αποτέλεσμα να είναι οριακά θετικό. Με άλλα λόγια μέσω κυρίως της ανάπτυξης της οικονομίας να πετύχουμε μια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ.
Αυτός είναι και ο λόγος που η μόνη μείωση που έχει εξαγγελθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών μέσα στο 2021. Η αλλαγή αυτή έχει υψηλό μεταρρυθμιστικό προφίλ και μπορεί να συνδεθεί με τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας καθώς αναμένεται να δώσει κίνητρα για τη διατήρηση αν όχι την αύξηση της απασχόλησης και της συγκράτησης της πολύ υψηλής ακόμη ανεργίας.
Κάθε άλλη μείωση φόρου εξασφαλίζεται μόνο αν υπάρξει δημοσιονομικός χώρος ανάμεσα στις δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της ανάγκης για καλύτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Βαρόμετρο θα είναι φυσικά η ένταση της δημοσιονομικής κρίσης.
Αναστολές πληρωμών
Ολα αυτά εξηγούν επίσης και την παράταση των αναστολών φόρων και εισφορών ύψους περίπου 2,3 δισ. ευρώ αντί για το τέλος του 2020 μέχρι και το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2021, αφού η συγκεκριμένη «φορολογική» δαπάνη μπορεί να συνδεθεί άμεσα με το κόστος αντιμετώπισης της πανδημίας.
Η παρέμβαση αυτή γίνεται ενώ από την αρχή του μήνα με το ουσιαστικό άνοιγμα του τουρισμού έχουμε μεγάλη αύξηση κρουσμάτων και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Η αύξηση έφερε τα αναγκαία περιοριστικά μέτρα τα οποία με τη σειρά τους ουσιαστικά ακύρωσαν τις προσδοκίες για άνοδο του τουρισμού τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο. Το χειρότερο είναι ότι οι ειδικοί δεν ξεκαθαρίζουν ακόμη αν ζούμε το δεύτερο κύμα της πανδημίας ή το τέλος της πρώτης πανδημίας σε ένα περιβάλλον που η οικονομία και η κοινωνία λειτουργούν κανονικά.
Υπό έλεγχο τα δημόσιο χρέος
Κρίσιμο το επόμενο 7μηνο
Η περίοδος από την πρώτη Σεπτεμβρίου μέχρι και το τέλος του πρώτου τριμήνου του 2021 σε ό,τι αφορά την πορεία της υγειονομικής κρίσης θα καθορίσει αν τελικά η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής και τελικά της ελληνικής οικονομίας θα μπορεί να αποδοθεί σχηματικά με το λατινικό γράμμα V, U ή L. Αν δηλαδή θα έχουμε μια ταχεία ή μια βραδύτερη ανάκαμψη ή μια στασιμότητα σε ένα υφεσιακό περιβάλλον με αβέβαιο τέλος.
Την ίδια ώρα η έως τώρα επιδείνωση των μεγεθών για το 2020 δεν ανησυχεί ιδιαίτερα το οικονομικό περιβάλλον. Η αύξηση του χρέους στο 200% του ΑΕΠ με βάση τα στοιχεία του ΓΛΚ του εξαμήνου ήταν λίγο πολύ «προεξοφλημένη» αλλά δεν ανησυχεί. Το δημόσιο χρέος, παρά το τεράστιο ύψος του σε σχέση με το ΑΕΠ, αποτελείται στο 80% από τα ευρωπαϊκά δάνεια και τα -ελάχιστα πλέον -δάνεια προς το ΔΝΤ. Το χρέος αυτό είναι σε επιτόκια που έχουν οριακές διακυμάνσεις ενώ περίπου το 1/3 του ελληνικού χρέους (110 δισ.) είναι ακόμη παγωμένο ως το 2032 σε ό,τι αφορά την καταβολή κεφαλαίου από τη συμφωνία που έγινε το 2018. Ετσι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας είναι για φέτος κοντά στο 10%, πολύ χαμηλότερα από άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Υφεση
Το ίδιο αναμενόμενη είναι και η ύφεση της τάξης 16% του ΑΕΠ -και ίσως λίγο περισσότερο- για το δεύτερο τρίμηνο που θα ανακοινωθεί την Παρασκευή από την ΕΛΣΤΑΤ η οποία υπάρχει ως πρόβλεψη από τον περασμένο Απρίλιο.
Ούτως ή άλλως αποτελεί επίσημη πρόβλεψη η απώλεια 42 έως 45 δισ. ευρώ από το ΑΕΠ για το σύνολο του 2020 σε σύγκριση με τις προβλέψεις που γίνονταν στο τέλος του 2019. Γι’ αυτό άλλωστε και το υπουργείο Οικονομικών προώθησε από την αρχή και πρόκειται να επεκτείνει και τις αναστολές φόρων αλλά και τα μέτρα στήριξης για οικονομία και επιχειρήσεις που με εξαίρεση τις εγγυήσεις δανείων έχουν κοστίσει μέχρι στιγμής ταμειακά περίπου 16 δισ. ευρώ με προοπτική να αυξηθούν ως και τα 24 δισ. έως και το τέλος του χρόνου. Τα μέτρα αυτά όπως και το 1,4 δισ. ευρώ από τα αναδρομικά των συντάξεων που θα δοθούν το φθινόπωρο σε 1,4 εκατ. συνταξιούχους θα λειτουργήσουν ως τροχοπέδη στη μεγάλη κάμψη του ΑΕΠ για φέτος.
Ναι μεν, αλλά
Από την άλλη ο προϋπολογισμός, παρά την αναμενόμενη μείωση εσόδων, εκτελείται με μικρότερες απώλειες από ό,τι αναμενόταν αφού ακόμη το ΓΛΚ δεν έχει εγγράψει σωρευτική μείωση μεγαλύτερη από το 20% τη στιγμή που η πρόβλεψη ήταν για μείωση 30% έως και 40%. Η μεγάλη ανησυχία είναι αν και πότε θα μας επισκεφθεί το δεύτερο κύμα της πανδημίας και ποια θα είναι η επίδραση στην οικονομία και την κοινωνία.
Το ύψος της ύφεσης, αν και κανείς δεν θέλει να το ομολογήσει ακόμη, μπορεί να ξεπεράσει και το δυσμενές σενάριο του -8% του ΑΕΠ δημιουργώντας αρνητική δυναμική και για το 2021. Αν και το πρώτο τρίμηνο του επόμενου χρόνου είναι υφεσιακό, τότε όχι μόνο η Ελλάδα αλλά όλα τα κράτη της Ε.Ε. θα πρέπει να κάνουν νέες χειρότερες προβλέψεις και για τον επόμενο χρόνο.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr