Στο υπουργείο Οικονομικών αναμένουν από τους θεσμούς να τους ανακοινώσουν την ακριβή ημερομηνία της επιστροφής τους, με πιθανότερη όπως εκτιμούν την ερχόμενη Τετάρτη. Ωστόσο, παρότι από την περασμένη Δευτέρα ήδη ο επικεφαλής του Eurogroup προανήγγειλε επισήμως ότι οι συνομιλίες αρχίζουν ξανά από τις αρχές αυτής της εβδομάδας με στόχο την άμεση ολοκλήρωση, διαφαίνεται ήδη διάθεση και των δύο πλευρών (δηλαδή ακόμα και από πλευράς της κυβέρνησης) να μην κλείσει η αξιολόγηση πριν τα μέσα Ιανουαρίου.
Όπως όλα δείχνουν, η επιστροφή των επικεφαλής θα κριθεί τις επόμενες ώρες ή μέρες, εφόσον οι συναντήσεις με τα χαμηλόβαθμα τεχνικά κλιμάκια που εργάζονται στην Αθήνα πιστοποιήσουν ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων εκ του σύνεγγυς.
Εκτός από την αβεβαιότητα και δυσπιστία που δημιουργούν οι μονομερείς εξαγγελίες χωρίς να έχει προηγηθεί συμφωνία με τους δανειστές, ως επιπλέον λόγος για τις καθυστερήσεις προβάλλεται και το ότι «δεν υπάρχει λόγος να βιαστεί κανείς εάν δεν δρομολογηθεί έκτακτο Eurogroup πριν τις 26 Ιανουαρίου», αφού εκεί θα κλειστεί η τελική συμφωνία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Και αυτό γιατί στην κυβέρνηση δεν θα ήθελαν να κατατρίβονται με τις αλλαγές στα Εργασιακά ή στα κόκκινα δάνεια εν μέσω εορτών, ούτε φυσικά με τις απιτήσεις του ΔΝΤ για πρόσθετα μμέτρα 4,5 δισ. ευρώ, προκειμένου και οι βουλευτές του κόμματος να επισκεφτούν με ηρεμία τις εκλογικές περιφέρειές τους, έχοντας στις βαλίτσες τους τις εξαγγελίες για «δωράκια» στους συνταξιούχους ή και σε άλλες ευπαθείς ομάδες.
Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει το protothema.gr, η κυβέρνηση ρισκάρει να μην υπάρχει μια βάση συμφωνίας έως τις 19 Ιανουαρίου 2017, όταν θα συνεδριάζει το ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και θα εξετάσει την ένταξη της Ελλάδας στην φτηνή χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, για να ξεκινήσει η χρονιά με ένα «μποναμά» από τον Μάριο Ντράγκι για τη χώρα.
Στην πράξη πάντως, ούτε και οι ίδιοι οι βουλευτές γνωρίζουν ακόμη τι τελικώς θα δοθεί, σε ποιους, με ποιους όρους και με ποιον τρόπο ακριβώς. Δεν γνωρίζουν καν αν θα νομοθετηθούν από τη Βουλή, αφού δεν υπήρξε καμία προσυνενόηση με το κόμμα. Αντιθέτως, ακόμα και σε δημόσιες δηλώσεις τους, φαίνεται πως αγνοούν και σε ποια βάση γίνονται οι παροχές.
Για παράδειγμα, μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ έλεγαν πως οι παροχές προβλέπονται από την Συμφωνία για το 3ο Μνημόνιο που υπεγράφη τον Αύγουστο του 2015, αγνοώντας ότι αυτά άλλαξαν τον Ιούνιο του 2016 με το επικαιροποιημένο Μνημόνιο που υπεγράφη μετά την α΄αξιολόγηση.
Παπαθανάσης: 187 επενδυτικά σχέδια για τη δημιουργία 989 νέων θέσεων εργασίας
Η πρόβλεψη του 3ου Μνημονίου, όπως επικαιροποιήθηκε μετά από την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, αναφέρει ρητώς ότι:
«Εάν τα ετήσια αποτελέσματα του Προϋπολογισμού επιβεβαιώνουν ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί παράγουν επαρκώς έτσι ώστε να οδηγούν σε μόνιμη υπεραπόδοση έναντι των στόχων του Προγράμματος, τότε οι Αρχές έχουν τη δυνατότητα κατόπιν συμφωνίας με τους Θεσμούς να εξετάσουν τη χρήση αυτού δημοσιονομικού περιθωρίου, προκειμένου να ενισχυθεί η κοινωνική προστασία- κυρίως το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης- ή/και να μειωθούν τα φορολογικά βάρη, υπό την προϋπόθεση ότι είναι διασφαλισμένη η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων».
Με βάση τα παραπάνω δηλαδή:
1. πρέπει να επιβεβαιωθεί η υπεραπόδοση του φετινού Προϋπολογισμού κι αυτό δεν μπορεί να γίνει νωρίτερα από τα τέλη του Απριλίου του 2017, όταν η Eurostat θα δημοσιοποιήσει τις πρώτες εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2016 –ή τον Οκτώβριο ενδεχομένως όταν ανακοινώσει το τελικό αποτέλεσμα.
2. δεν αρκεί η πιστοποίηση ενδεχόμενης ή διαφαινόμενης υπεραπόδοσης, καθώς αυτή θα πρέπει να είναι μόνιμου χαρακτήρα και να μην οφείλεται σε συγκυριακούς παράγοντες
3. η υπεραπόδοση έναντι των στόχων θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί κυρίως για τη χρηματοδότηση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος
4. η κατανομή του θα πρέπει να συμφωνηθεί με τους Θεσμούς και δεν γίνεται «αυτόματα».
Αντιθέτως, στο 3ο Μνημόνιο του Αυγούστου 2015 που υπέγραψε πριν τις εκλογές η κυβέρνηση (όπως και σε προηγούμενα Μνημόνια) υπήρχε η πρόβλεψη ότι τουλάχιστον το 30% ενδεχόμενης υπεραπόδοσης θα πάει στον ειδικό λογαριασμό για την εξόφληση του Χρέους και άλλο 30% στην εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ενώ το 40% που θα απέμενε μπορούσε να διανεμηθεί σαν κοινωνικό μέρισμα την επόμενη χρονιά από την επίτευξη του πλεονάσματος.