Λόγω του μαζικού ξεπουλήματος η διαπραγμάτευση των τριών βασικών δεικτών στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης (Dow Jones, Nasdaq, S&P500) διακόπηκε για ένα τέταρτο, χωρίς να αποτραπεί μια νέα βουτιά της τάξης του 6% μετά την επανάληψη των συναλλαγών. Ηταν η πρώτη φορά που εφαρμόστηκε ο μηχανισμός αυτόματης διακοπής της συνεδρίασης (circuit breaker) που καθιερώθηκε το 2013! Παράλληλα, η τιμή του βαρελιού κατρακύλησε σχεδόν 30%, στα 31,14 δολάρια το βαρέλι (στη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου στο Ιράκ, το 1991), με τις απώλειες του μαύρου χρυσού να εξισορροπούνται αργότερα στο διόλου ευκαταφρόνητο 20%.
Απώλειες
Τόσο στο Σίτι του Λονδίνου όσο και στα Χρηματιστήρια της Φρανκφούρτης, του Παρισιού, του Μιλάνου, της Μαδρίτης και άλλων ευρωπαϊκών πόλεων, οι απώλειες των μετοχών κυμάνθηκαν κατά μέσο όρο στο 7%.
Ενδεικτικά , οι πετρελαϊκοί κολοσσοί Exxon Mobil, Chevron, Shell και BP έχασαν 15% της χρηματιστηριακής αξίας τους, η Deutsche Bank και η Daimler είχαν 12% και 10% απώλειες, ενώ στο Παρίσι η Crédit Agricole και η Société Générale υποχώρησαν 10%. Το ρωσικό ρούβλι έχασε 8% -η μεγαλύτερη πτώση από την ουκρανική κρίση του 2014- και οι επενδυτές στράφηκαν στο διαχρονικά ασφαλές καταφύγιο του χρυσού, που εκτοξεύθηκε σε υψηλό επταετίας, 1.700 δολάρια η ουγγιά. Ο πανικός της «Μαύρης Δευτέρας» είχε ξεκινήσει από τα Χρηματιστήρια της Ασίας και της Αυστραλίας , με Σαγκάη, Χονγκ Κονγκ, Τόκιο και Σίδνεϊ να καταγράφουν απώλειες 3%-7,3%. «Αυτόματος διακόπτης» ενεργοποιήθηκε και στο Χρηματιστήριο της Βραζιλίας, καθώς το ρεάλ έπεσε σε ιστορικό χαμηλό 4,79 έναντι του δολαρίου.
O φόβος ότι όλος ο πλανήτης θα μπει σε καραντίνα λόγω κορονοϊού, με αποτέλεσμα να νεκρώσουν οι οικονομικές δραστηριότητες και να μπλοκάρουν οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, έδιωξε μαζικά τους επενδυτές από το χρηματιστηριακό παιχνίδι, θέτοντας σε ρίσκο όχι μόνο τα κέρδη και τις θέσεις εργασίας μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά και τις επενδυμένες οικονομίες πολλών συνταξιοδοτικών ταμείων!
Η πίεση μεταφέρθηκε και σε τραπεζικούς κολοσσούς, που δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν δανειακές υποχρεώσεις (π.χ. η JP Morgan), με αποτέλεσμα η Federal Reserve της Ν. Υόρκης να αυξήσει από 100 δισ. σε 150 δισ. δολάρια τις ημερήσιες χορηγήσεις στις αμερικανικές τράπεζες για τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις τους.
Η κόντρα
Επίδομα επικινδυνότητας: Αυτές είναι οι αυξήσεις για τους ένστολους [πίνακες]
Εξίσου καταστροφικός με τον κορονοϊό αποδείχθηκε ο εμφύλιος που ξέσπασε την Παρασκευή στη σύνοδο του ΟΠΕΚ στη Βιέννη, με Ρωσία και Σ. Αραβία να διαφωνούν για τις τιμές του πετρελαίου και να ακολουθεί καθεμιά το δρόμο της.
Η άρνηση της Μόσχας να δεχθεί τις περικοπές στην παραγωγή που πρότεινε το Ριάντ για τη στήριξη των τιμών, εν όψει των μειωμένων παραγγελιών λόγω κορονοϊού, οδήγησε σε ρήξη και αποχώρηση τις ρωσικής αντιπροσωπείας από τη διάσκεψη. Αντιδρώντας η Σ. Αραβία, έβγαλε ουσιαστικά στο σφυρί μεγάλες ποσότητες σε πολύ χαμηλές τιμές για να πλήξει τη Ρωσία, η οποία όμως αντέδρασε με ακόμη μεγαλύτερο «σκόντο» προς τους υποψήφιους πελάτες. Ετσι φτάσαμε στην πρωτοφανή πτώση στα 31 δολάρια το βαρέλι, στο πλαίσιο ενός ανταγωνισμού προς τα κάτω, που δεν μπορεί να αντέξει για πολύ καμία από τις δύο χώρες.
Τα σκάγια όμως του πολέμου Σαλμάν-Πούτιν πήραν και τις ΗΠΑ. Η κατάρρευση τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έπληξε τη ραγδαία ανερχόμενη βιομηχανία του αμερικανικού σχιστολιθικού αερίου, εκτοπίζοντάς το από την εγχώρια και τη διεθνή αγορά και απειλώντας σειρά συνδεδεμένων επιχειρήσεων, εισηγμένων στην Γουόλ Στριτ.
Συναγερμός από ΔΝΤ
H επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Τζίτα Γκοπίναθ, κάλεσε τις κυβερνήσεις να λάβουν έκτακτα μέτρα, όπως μεταφορές μετρητών, επιδοτήσεις μισθών και φοροαπαλλαγές, ζητώντας επίσης από τις κεντρικές τράπεζες να προετοιμαστούν για την παροχή ρευστότητας σε τράπεζες και επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες.
Σε ανάρτηση στο ιστολόγιο του ΔΝΤ, η επικεφαλής οικονομολόγος διαπιστώνει ότι το ανθρώπινο κόστος της επιδημίας του κορονοϊού αυξάνεται με «ρυθμό συναγερμού», διαταράσσοντας τις αλυσίδες προμηθειών και την καταναλωτική ζήτηση σε όλο τον κόσμο. «Στόχος μας είναι να εμποδίσουμε την προσωρινή κρίση να προκαλέσει μόνιμες βλάβες σε ανθρώπους και επιχειρήσεις με απώλεια θέσεων εργασίας και χρεοκοπίες… Ευρύτερα νομισματικά κίνητρα, όπως οι μειώσεις επιτοκίων ή οι αγορές assets, μπορούν να τονώσουν την εμπιστοσύνη και να στηρίξουν τις χρηματαγορές αν υπάρξει σοβαρός κίνδυνος επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών», συμπλήρωσε η Γκοπίναθ.
Το ΔΝΤ -που υποσχέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα 50 δισ. δολάρια για την αντιμετώπιση του κορονοϊού- ζήτησε την εφαρμογή των μέτρων στήριξης επειδή φοβάται ότι η απώλεια εισοδήματος και ο φόβος της μετάδοσης θα κάνει τον κόσμο να ξοδεύει λιγότερο, επιτείνοντας τις διεθνείς υφεσιακές τάσεις.
Από την έντυπη έκδοση