Αυτό αποδεικνύει και το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός του επόμενου χρόνου προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ, οριακά μεγαλύτερο από το 3,5% του ΑΕΠ που απαιτούν οι υποχρεώσεις της Ελλάδας. Παράλληλα περιέχονται θετικά μέτρα συνολικού ύψους 1,81 δισ. ευρώ τα οποία αφορούν το 89% των πολιτών και 1,86 δισ. διαρθρωτικά μέτρα που δεν θα επιβαρύνουν κανέναν αλλά θα βελτιώσουν τη λειτουργία του Δημοσίου (μέσω της επανεξέτασης των δαπανών) και θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής μέσω της αύξησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Φέτος το πρωτογενές πλεόνασμα μετά και τις παροχές του Μάιου θα φτάσει στο 3,7% του ΑΕΠ δημιουργώντας ένα υπερπλεόνασμα 436 εκατ. ευρώ. Από τα χρήματα αυτά, σύμφωνα με ανώτερες πηγές του ΥΠΟΙΚ, θα καλυφθεί το αυξημένο στα 68 εκατ. ευρώ επίδομα θέρμανσης περίπου 150 εκατ. ευρώ από τα 200 εκατ. ευρώ που έχει το Ελληνικό Δημόσιο για Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας προς τη ΔΕΗ και να απομείνει ένα αποθεματικό ασφαλείας που θα καλύψει ενδεχόμενες μελλοντικές αναθεωρήσεις δημοσιονομικών μεγεθών.
Επιπλέον στελέχη του ΥΠΟΙΚ τόνιζαν ότι ούτε και το μέγεθος που μπαίνει στον προϋπολογισμό μπορεί να θεωρηθεί τελικό. Οπως τόνιζαν ότι το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τρέχει μια νέα άσκηση ανώτατων οροφών δαπανών, προκειμένου να περιορίσει εκ των προτέρων φαινόμενα υποεκτέλεσης λόγω αδυναμίας απορρόφησης των συγκεκριμένων δαπανών ενώ υπάρχει αβεβαιότητα για τα τελικά μεγέθη σε ΠΔΕ και έσοδα.
Για παράδειγμα ο προϋπολογισμός όπως ψηφίστηκε για το 2019 προβλέπει εκτέλεση ΠΔΕ 2,7 δισ. ευρώ μόνο τον Δεκέμβριο! Επιπρόσθετα για το κλείσιμο του φετινού προϋπολογισμού απομένει η είσπραξη 10-11 δισ. ευρώ. Είναι σαφές ότι η παραμικρή αλλαγή μόνο και μόνο στις παραπάνω προβλέψεις μπορεί να επηρεάσει τον δημοσιονομικό χώρο και τους χειρισμούς για το μέρισμα.
Με αυτά τα δεδομένα το οικονομικό επιτελείο δεν αποκλείει μεν αλλά θέλει να κρατά μικρό καλάθι για το ενδεχόμενο να δοθεί άλλο ένα γενναίο κοινωνικό μέρισμα μετά τη «13η σύνταξη» που έδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση τον Μάιο. Ετσι τόσο ο καθορισμός των τελικών ποσών όσο και το ύψος του μερίσματος θα είναι απόφαση του πρωθυπουργού που θα πρέπει να ληφθεί μέχρι και τις αρχές Δεκεμβρίου.
Στη δήλωσή του με την ευκαιρία της κατάθεσης του προϋπολογισμού ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας παρατήρησε ότι «ο προϋπολογισμός του 2020 αποπνέει αισιοδοξία, αλλά δεν υπερβαίνει τα όρια του ρεαλισμού και αποδεικνύει ότι η ελληνική οικονομία προχωράει, με σταθερό και ιεραρχημένο βηματισμό, στο ανοδικό σπιράλ επιστροφής στην κανονικότητας και της ισχυροποίησης. Ειδικότερα ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει μέσα από τα μέτρα που περιέχει την υλοποίηση προγραμματικών μας δεσμεύσεων».
Ανάπτυξη 2,8% του ΑΕΠ
Στις υπόλοιπες βασικές παραδοχές του ο Προϋπολογισμός διατηρεί τις ίδιες φιλόδοξες προβλέψεις με αυτές του προσχεδίου που κατατέθηκε τον Οκτώβριο.
Ειδικότερα προβλέπει ανάπτυξη 2% του ΑΕΠ για φέτος και 2,8% του ΑΕΠ για το 2020 παρά το γεγονός ότι όλοι οι ξένοι οργανισμοί που εξετάζουν την ελληνική οικονομία έχουν δημοσιοποιήσει πολύ πιο συντηρητικές προβλέψεις για την Ελλάδα.
Τελευταία από όλες η έκθεση του ΟΟΣΑ που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα προβλέπει ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ για φέτος και 2,1% του ΑΕΠ το 2020. Η Ε.Ε. μια μέρα νωρίτερα στην έκθεση για την 4η αξιολόγηση προέβλεπε επίσης ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ για φέτος και 2,2% του ΑΕΠ για το 2020.
Ανώτερες πηγές του υπουργείου Οικονομικών τόνιζαν ότι η διαφορά οφείλεται στο γεγονός ότι οι δανειστές υποεκτιμούν κατά 0,4% του ΑΕΠ τη θετική επίδραση που θα έχει η υλοποίηση των θετικών μέτρων της κυβέρνησης.
Μεγάλη συμμετοχή θα έχει και η ιδιωτική κατανάλωση με αύξηση 1,8% το 2020 έναντι αύξησης 0,6%. Η αύξηση αυτή αναμένεται να προκύψει από τη μείωση της ανεργίας στο 14% από 15,9% που αναμένεται να φτάσει φέτος αλλά και την αύξηση της απασχόλησης που θα φτάσει το 2% για φέτος και το 1,8% το 2020.
Η πρόβλεψη του ΥΠΟΙΚ βασίζεται σε προβλέψεις που θέλουν έκρηξη επενδύσεων για τον επόμενο χρόνο με αύξηση 13,4% έναντι αύξησης 8,8% φέτος σε σύγκριση με το 2019.
Εσοδα 2,1 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις
Μεγάλο μέρος από τις επενδύσεις που αναμένεται να έρθουν τον επόμενο χρόνο αφορούν αποκρατικοποιήσεις από όπου το υπουργείο Οικονομικών περιμένει να σπάσει ρεκόρ εσόδων φτάνοντας τα 2,113 δισ. ευρώ από 1,108 δισ. που αναμένεται να μπουν στα δημόσια ταμεία μέχρι και το τέλος του 2019.
Μάλιστα στον σχεδιασμό φαίνεται ότι στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων της επόμενης χρονιάς ποδαρικό θα κάνει η επένδυση στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού που αναμένεται να βάλει στα δημόσια ταμεία έσοδα ύψους 300 εκατ. ευρώ από το πρώτο τρίμηνο του χρόνου.
Ως βάση για το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων του επόμενου χρόνου θα υπάρχουν αποκρατικοποιήσεις που βρίσκονται σε στάδιο προπαρασκευής όπως η διάθεση του 30% των μετοχών του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών ΑΕ, και του 65% των μετοχών της ΔΕΠΑ.
Επίσης μέσα στον επόμενο χρόνο αναμένεται να εξελιχθούν:
* Η μακροχρόνια (35 έτη) παραχώρηση του δικαιώματος χρηματοδότησης, λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης του αυτοκινητοδρόμου «Εγνατία Οδός» και των επί του αυτοκινητοδρόμου τριών κάθετων αξόνων,
* Η παραχώρηση περιφερειακών λιμένων και μαρίνων (π.χ. μαρίνα Ιτέας και Αρετσούς Θεσσαλονίκης),
* Η παραχώρηση του σχεδόν εξαντληθέντος κοιτάσματος φυσικού αερίου Ν. Καβάλας και η μετατροπή του σε υπόγειο χώρο αποθήκευσης φυσικού αερίου,
* Οι διαγωνισμοί ακινήτων που εμπεριέχονται στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, όπως το ακίνητο «Πρώην Αμερικανικής Βάσης Γουρνών», οι πρώην εργοταξιακοί χώροι έργου ζεύξης Ρίου-Αντιρρίου και το πρώην ακίνητο του ΕΟΜΜΕΧ στον Ταύρο, το Ολυμπιακό Ιππικό Κέντρο Μαρκόπουλου και άλλα ακίνητα, μέσω ηλεκτρονικής δημοπρασίας.
Στα 6,75 δισ. ευρώ το ΠΔΕ
Συγκυριακή έκρηξη και στις δημόσιες επενδύσεις θα έχουμε το 2020, αφού ο προϋπολογισμός του ΠΔΕ θα αυξηθεί στα 6,75 δισ. ευρώ από 6,15 δισ. ευρώ φέτος.
Πάντως στο κείμενο αφήνεται να εννοηθεί ότι και ο φετινός προϋπολογισμός των 6,15 δισ. είναι αμφίβολο αν μπορεί να εκτελεστεί όπως είχε σχεδιαστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, αφού περίπου το 80% θα υλοποιούνταν τον Δεκέμβριο. Συνεπώς είναι πολύ πιθανό οι δαπάνες και αντίστοιχα οι κοινοτικές εισροές να είναι λιγότερες.
Το ΠΔΕ έτους 2020, συνολικού ύψους 6,75 δισ. ευρώ, κατευθύνεται στην υλοποίηση μεγάλου εύρους δράσεων που αναβαθμίζουν τις δημόσιες υποδομές, την υγεία και την εκπαίδευση, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες, την ενέργεια και το περιβάλλον, εκσυγχρονίζουν τις δημόσιες υπηρεσίες, θέτοντας σε απόλυτη προτεραιότητα τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης, στηρίζοντας παράλληλα αναγκαίες δομές κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης.
Από το παραπάνω ποσό, που αντιπροσωπεύει το 3,4% του προβλεπόμενου ΑΕΠ της χώρας, τμήμα ύψους 6.000 εκατ. ευρώ αφορά συγχρηματοδοτούμενα έργα και τμήμα ύψους 750 εκατ. ευρώ αφορά έργα που θα χρηματοδοτηθούν αποκλειστικά από εθνικούς πόρους.
Το συγχρηματοδοτούμενο τμήμα διακρίνεται περαιτέρω σε 4.221 εκατ. ευρώ για έργα ΕΣΠΑ περιόδου 2014-2020 και 1.779 εκατ. ευρώ για λοιπά συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα. Σταθερή επιδίωξη για την υλοποίηση του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΠΔΕ και για το 2020 παραμένει η απορρόφηση των πόρων, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η εισροή της αναλογούσας συνδρομής από την Ε.Ε.
Μείωση δημόσιου χρέους στο 173,3%
Τη μείωση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης κατά 7,9% του ΑΕΠ στο 173,3% του ΑΕΠ από 181,2% του ΑΕΠ βάζει ως στόχο ο προϋπολογισμός του 2020 μαζί βέβαια με τη μείωση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού κατά 4,5 δισ. ευρώ.
Ειδικότερα στους σχεδιασμούς του ΥΠΟΙΚ και του ΟΔΔΗΧ όπως παρουσιάζονται στο κείμενο του προϋπολογισμού ο δανεισμός σε έντοκα γραμμάτια αναμένεται να μειωθεί στο τέλος του επόμενου χρόνου στα 8,22 δισ. ευρώ από 12,72 δισ. που είναι σήμερα.
Η μείωση αυτή θα γίνει με την έκδοση τίτλων διάρκειας μεγαλύτερης του ενός έτους με τους οποίους θα εξοφληθούν τα 4,5 δισ. ευρώ των εντόκων γραμματίων του δημοσίου που άρχισαν να εμφανίζουν αρνητικά επιτόκια εδώ και ένα μήνα.
Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης το 2019 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 350.960 εκατ. ευρώ ή 184,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2019, έναντι 358.949 εκατ. ευρώ ή 194,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2018. Το 2020 το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 351.160 εκατ. ευρώ ή 178,0% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 6,7 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2019
Το κείμενο του προϋπολογισμού τονίζει ότι με δεδομένη και την υψηλή ρευστότητα που έχει το Ελληνικό Δημόσιο αλλά και των σχετικά περιορισμένων αναγκών χρηματοδότησης του χρέους (περίπου 5,5 δισ.) η εκδοτική δραστηριότητα του Δημοσίου για την αποπληρωμή χρέους θα είναι περιορισμένη.
Μάλιστα στο πλαίσιο λειτουργίας της πρωτογενούς αγοράς, πλέον της εκδοτικής δραστηριότητας, θα εφαρμοστεί πολιτική διαχείρισης χαρτοφυλακίου μέσω της οποίας θα διασφαλίζεται ο αναγκαίος χώρος για τη συνεχή παρουσία του Ε.Δ. στις αγορές. Αυτό θα γίνει με τη σταδιακή ανταλλαγή των παλαιών ομολόγων του PSI με καινούργια ομόλογα με μεγαλύτερη ρευστότητα και εμπορευσιμότητα.
Επιτάχυνση ανάπτυξης και επίτευξη δημοσιονομικών στόχων
Επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2020 αλλά και επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2019 και το 2020 βλέπει ο ΟΟΣΑ για την Ελλάδα παρά το σημαντικό πακέτο των φοροαπαλλαγών.
Ειδικότερα, στην αναθεώρηση των οικονομικών προοπτικών για τα κράτη μέλη του ο ΟΟΣΑ προβλέπει για την Ελλάδα ανάπτυξη 1,8% του ΑΕΠ για φέτος 2,1% για το 2020 και 2% του ΑΕΠ για το 2021.
Οι προβλέψεις του διεθνούς οργανισμού είναι χαμηλότερες και από αυτές της Ε.Ε. και του ΔΝΤ και πολύ περισσότερο από αυτές του ΥΠΟΙΚ που προβλέπει ανάπτυξη 2% του ΑΕΠ για φέτος και 2,8% του ΑΕΠ για το 2020. Ωστόσο παραδοσιακά ο ΟΟΣΑ είναι ο πλέον συντηρητικός οργανισμός σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και όχι μόνο.
Ο ΟΟΣΑ στηρίζει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη σημειώνοντας ότι η επιτάχυνση της ανάπτυξης θα προέλθει από την αύξηση των μισθών σε συνδυασμό και με την αύξηση της απασχόλησης που με τη σειρά τους θα βοηθήσουν την ιδιωτική κατανάλωση όπου βασίζεται το 67% του ΑΕΠ. Γι’ αυτό προβλέπει αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8% το 2020 και 1,4% το 2021.
Παράλληλα προβλέπει και αύξηση των επενδύσεων μετά από πολλά χρόνια, χαμηλών ή αρνητικών επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ. Συγκεκριμένα προβλέπει αύξηση των επενδύσεων κατά 6%, 10,3% το 2020 και 10% το 2021.
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 3,8% του ΑΕΠ για φέτος και 3,5% του ΑΕΠ για το 2020 τα οποία, όπως τονίζει, είναι χαμηλότερα από αυτά των ετών 2017 και 2018 αλλά αυτό χωρίς να υπολογιστούν και τα επεκτατικά μέτρα που έχουν αποφασιστεί και εφαρμόζονται από την αρχή του χρόνου και θα συνεχιστούν το 2020 αλλά και τα επόμενα χρόνια.
Ο ΟΟΣΑ χαιρετίζει τις προσπάθειες της κυβέρνησης για καλύτερο έλεγχο των δαπανών και ένταση στην είσπραξη των εσόδων, καθώς θα επιτρέψουν, όπως τονίζει, να μειωθούν ακόμη περισσότερο οι φόροι.
Από την έντυπη έκδοση