Η αισιοδοξία ότι κάτι τέτοιο μπορεί να είναι εφικτό πηγάζει από το γεγονός ότι η διαφορά που έβλεπαν οι θεσμοί αν η Αθήνα θέλει να υλοποιήσει το σύνολο των μέτρων ύψους 1,2 δισ. ευρώ για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, μειώνεται μέρα τη μέρα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τις επαφές που είχε στο Λουξεμβούργο ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, στο πλαίσιο του Eurogroup της Τέταρτης, η διαφορά με τους δανειστές έχει πλέον ελαχιστοποιηθεί στα 150 – 200 εκατ. ευρώ και θα μπορούσε να κλείσει αν δεν προέκυπτε η απόφαση του ΣτΕ για τον τελευταίο ασφαλιστικό νόμο. Τούτο διότι το υπουργείο Εργασίας και το συναρμόδιο υπουργείο Οικονομικών δεν έχουν πάρει στα χέρια τους την επίσημη απόφαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας ώστε να μπορούν να κάνουν τους υπολογισμούς τους σχετικά με το ποσό και το καθαρό δημοσιονομικό κόστος που συνεπάγεται η ανατροπή του ασφαλιστικού, ειδικά για τους μη μισθωτούς.
Πάντως, μέχρι στιγμής οι θεσμοί έχουν αποδεχθεί επί της ουσίας το σύνολο των μειώσεων φόρων που έχουν ήδη ενταθεί στο προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε τη Δευτέρα στη Βουλή. Συγκεκριμένα, έχουν αποδεχθεί και τη διατήρηση του αφορολογήτου στα σημερινά επίπεδα και τις αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, αλλά και τη μείωση του συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 28% στο 24%.
Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη διαφορές σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση των 120 δόσεων και τις πληρωμές που κληρονομεί για τα επόμενα χρόνια, αλλά και τα έσοδα κυρίως από έμμεσους φόρους που συνδέονται με το ρυθμό ανάπτυξης. Οι εκπρόσωποι των δανειστών δεν δείχνουν έτοιμοι να δεχθούν ότι η Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί με ρυθμό 2,8% του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο με δεδομένη τη δυσμενή ευρωπαϊκή και διεθνή συγκυρία. Στην καλύτερη πρόβλεψη που έχουν παρουσιάσει ανεπίσημα έως τώρα, προβλέπουν μια αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 2,5%.
Αποπληρωμή ΔΝΤ
Παράλληλα με τη διαπραγμάτευση που διεξάγεται για τον προϋπολογισμό του 2020, προχωρά -όπως φαίνεται- και το αίτημα για την πρόωρη αποπληρωμή του ακριβού μέρους του δανείου προς το ΔΝΤ.
Χθες το απόγευμα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος ΣαΊκούρας, ευρισκόμενος στο Λουξεμβούργο, συναντήθηκε με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ΕΜΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ. Κατά τη συνάντηση εξετάστηκε ποια θα πρέπει να είναι τα βήματα ώστε ο ΕΜΣ να παρουσιάσει αιτιολογημένη γνώμη για το ελληνικό αίτημα στο Eurogroup στις 15 Νοεμβρίου. Τούτο διότι η ελληνική πλευρά υπολογίζει ότι αν το αίτημα για την πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ εγκριθεί στα μέσα του επόμενου μήνα, θα υπάρξει χρόνος ώστε να ολοκληρωθεί εγκαίρως ο κύκλος των εθνικών κοινοβουλίων μέχρι και τον Δεκέμβριο και η διαδικασία να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του χρόνου.
Η εκτίμηση από τον ΕΜΣ είναι ότι μετά την τελευταία πετυχημένη έξοδο στις αγορές με την επανέκδοση του 10ετούς αλλά και τη συνέχιση της πτώσης των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, καθώς και το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που έχει παρουσιάσει η ελληνική κυβέρνηση, δεν θα υπάρξει πρόβλημα στην προώθηση του ελληνικού αιτήματος.
ANFA’s
Με πιο αργούς ρυθμούς προχωρά και το αίτημα της Ελλάδας για την αλλαγή υπολογισμού των χρημάτων που θα εκταμιεύονται προς τη χώρα μας και θα προέρχονται από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων (ANFA’s) που διαπράττουν η ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες.
Και σε αυτό το θέμα, όμως, θα πρέπει οι προσπάθειες να ενταθούν από ελληνικής πλευράς καθώς το Eurogroup του Δεκεμβρίου θα εγκρίνει την επόμενη δόση από τα ANFA’s. Το οικονομικό επιτελείο θέλει η απόφαση της εκταμίευσης να συνοδευτεί και από μια κοινή δήλωση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης που θα δίνει μεγαλύτερη ελευθερία στη διαχείριση των κονδυλίων ύψους 1,2 δισ. ευρώ, που θα έρχονται στα κρατικά ταμεία μέχρι και το 2022.
Βασική προϋπόθεση για να γίνει κάτι τέτοιο είναι η έκθεση για την 4η αξιολόγηση, που αναμένεται να εκδοθεί μέχρι και το τέλος Νοεμβρίου, να είναι η καλύτερη μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα Μνημόνια, πιστοποιώντας ότι η χώρα μας ολοκλήρωσε τις υποχρεώσεις που ανέλαβε μετά το τρίτο Μνημόνιο και πλέον υλοποιεί τη δική της μεταρρυθμιστική ατζέντα.
Από την έντυπη έκδοση