Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε έπειτα από αίτημα της τελευταίας, διήρκησε μιάμιση ώρα κι έγινε στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσης που θα συντάξει το ταμείο για την ελληνική οικονομία.
Η ΓΣΕΕ εκπροσωπήθηκε στη συνάντηση από τον πρόεδρο Γιάννη Παναγόπουλο, τον γενικό γραμματέα Νίκο Κιουτσούκη και τον επιστημονικό συνεργάτη του συνδικάτου Γιώργο Αργείδη, καθώς ο στόχος ήταν να καταδειχθεί με στοιχεία όχι μόνο ότι μέτρα που έχουν ληφθεί δεν έχουν αποδώσει αλλά και γιατί δεν πρέπει να ληφθούν νέα στους τομείς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, του κατώτατου μισθού, της προστασίας από τις ομαδικές απολύσεις και του συνδικαλιστικού νόμου.
«Αυτός ο συνδικαλιστικός νόμος είναι ο πιο δημοκρατικός που είχαμε ποτέ. Οποιαδήποτε αλλαγή θα αποτελέσει ταφόπλακα για το συνδικαλιστικό κίνημα», ανέφεραν χαρακτηριστικά πηγές από τη ΓΣΕΕ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνάντηση, ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας ανέφερε ότι από την εκπρόσωπο του ΔΝΤ δεν υπήρξαν απαντήσεις στα θέματα που τέθηκαν στο τραπέζι κι ότι δεν υπήρξε κανένα σημείο σύγκλισης. Η Ντέλια Βελκουλέσκου συμφώνησε ωστόσο για τον ταξικό χαρακτήρα των μέτρων, όπως χαρακτηριστικά σημείωσε ο Γ. Παναγόπουλος.
«Αναγκάστηκε και παραδέχθηκε η κ. Βελκουλέσκου ότι το πρόγραμμα ήταν ταξικά ετεροβαρές κι ότι έπληξε κυρίως τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Δεν είπε όμως τι θα γίνει με τις άλλες δυνάμεις της αγοράς που απολαμβάνουν στην υγεία των κορόιδων αρκετά πλούτη και ευημερία. Παραδέχθηκε ακόμη ότι εξαιτίας των μέτρων που έχουν ληφθεί, της ύφεσης και της ανεργίας δεν είναι δυνατόν η ελληνική οικονομία να παράγει για μεγάλα χρονικά διαστήματα πρωτογενή πλεονάσματα», τόνισε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
«Περιμένουμε να δούμε εάν αυτές οι παραδοχές της εκπρόσωπου θα αποτυπωθούν στην έκθεση του Ταμείου, η οποία θα παίξει ασφαλώς πολύ μεγάλο ρόλο στη διαπραγμάτευση και τα εργασιακά ζητήματα», σημείωσε ο κ. Παναγόπουλος για να προσθέσει σε σχετική ερώτηση: «Εξ αντικειμένου σύγκλιση δεν μπορεί να υπάρξει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αλλά και μόνο η παραδοχή ότι η πολιτική που ασκήθηκε είναι ετεροβαρής σε βάρος των εργαζομένων και των συνταξιούχων δείχνει ότι το πρόγραμμα αυτό δεν έχει πετύχει έστω κι αν δεν θέλουν να το ομολογήσουν ανοικτά».