Πρόκειται για τις διατάξεις των άρθρων 31 και 34 του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος σύμφωνα με τις οποίες το φορολογητέο εισόδημα κάθε φυσικού προσώπου μπορεί να προσδιορισθεί από τις φορολογικές αρχές εναλλακτικά, με βάση τις λεγόμενες αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης, δηλαδή τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων, όπως κατοικίες, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, αεροσκάφη και πισίνες, αλλά και ποσά που, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα του φορολογούμενου για την ατομική του συντήρηση.
Στις αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης υπάγονται και οι πραγματικά καταβληθείσες δαπάνες του φορολογούμενου για την πληρωμή διδάκτρων σε ιδιωτικά σχολεία, καθώς και τα έξοδα για την καταβολή αποδοχών σε υπηρετικό προσωπικό.
Κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων αθροίζουν όλα τα παραπάνω ποσά τεκμηρίων και προσδιορίζουν με τεκμαρτό τρόπο το συνολικό ετήσιο εισόδημα κάθε φορολογούμενου.
Στη συνέχεια συγκρίνουν το συνολικό τεκμαρτώς προσδιορισθέν εισόδημα με το συνολικό δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα του φορολογούμενου και αν το πρώτο από τα δύο ποσά είναι μεγαλύτερο, η επιπλέον διαφορά που προκύπτει προστίθεται στο δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα και το προσαυξάνει. Στην ουσία, σε κάθε τέτοια περίπτωση, ως φορολογητέο εισόδημα λαμβάνεται υπόψη το τεκμαρτώς προσδιορισθέν.
Η επιπλέον διαφορά εισοδήματος που προκύπτει λόγω των τεκμηρίων, εφόσον δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον φορολογούμενο με την επίκληση περισσεύματος εισοδημάτων που απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια και δαπάνησε εντός του έτους για το οποίο υποβάλλει τη δήλωση εισοδήματος, φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες, με 22% από το πρώτο ευρώ μέχρι τις 20.000 ευρώ, με 29% στο τμήμα από τις 20.000 έως τις 30.000 ευρώ, με 37% στο τμήμα από τις 30.000 έως τις 40.000 ευρώ και με 45% στο τμήμα πάνω από τις 40.000 ευρώ, εφόσον το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου, σε ποσοστό πάνω από 50%, δεν προέρχεται από μισθούς ή συντάξεις.
Αν το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου προέρχεται σε ποσοστό άνω του 50% από μισθούς ή συντάξεις ή είναι μηδενικό ή ο φορολογούμενος είναι άνεργος, τότε η όποια επιπλέον διαφορά φορολογητέου εισοδήματος προκύπτει με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης φορολογείται, όπως και το τυχόν πραγματικό δηλωθέν εισόδημα, ως εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις, δηλαδή με αφορολόγητο όριο 8.636 – 9.545 ευρώ και στη συνέχεια με τους συντελεστές που προαναφέραμε.
Οι παγίδες που κρύβουν φέτος για τους φορολογουμένους οι παραπάνω διατάξεις για τα τεκμήρια διαβίωσης είναι πέντε:
1. Υπερφορολόγηση του εισοδήματος μισθωτών, συνταξιούχων, μικρομεσαίων επαγγελματιών και αγροτών: Λόγω της σημαντικής συρρίκνωσης των πραγματικών εισοδημάτων, την οποία έχει προκαλέσει η πολυετής οικονομική κρίση, πολλά φυσικά πρόσωπα θα φορολογηθούν φέτος όχι με βάση τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που απέκτησαν το 2018 αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά, εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων που θα τους προσδιορίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση το σύστημα των τεκμηρίων ή αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών πραγματικών εισοδημάτων και των πολύ υψηλών τεκμαρτών που θα προκύπτουν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα είναι αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη, καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα 5 – 6 χρόνια.
Ποια είναι τα προγράμματα ΕΣΠΑ ενίσχυσης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις
2. Υπερφορολόγηση οικονομικά αδύναμων φορολογουμένων (περιστασιακά απασχολουμένων): Σύμφωνα με τα όσα προβλέπει αυτή τη στιγμή η ισχύουσα νομοθεσία για τη φορολογία εισοδήματος, χιλιάδες φορολογούμενοι που απέκτησαν το 2018 πολύ χαμηλού ύψους εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση θα κληθούν να πληρώσουν φέτος ποσά φόρου εισοδήματος, τα οποία θα υπολογιστούν με συνολικό συντελεστή φόρου 44% επί εξωπραγματικών ποσών τεκμαρτού εισοδήματος που θα τους προσδιορίσουν τα τεκμήρια διαβίωσης.
Κι αυτό θα συμβεί, επειδή σε κάθε τέτοια περίπτωση το πενιχρό πραγματικό εισόδημα και η προστιθέμενη σ’ αυτό διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που θα προκύψει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων θα φορολογηθούν στο σύνολό τους ως εισόδημα από επιχειρηματικές δραστηριότητες με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ, ο δε φόρος που θα προκύψει θα διπλασιαστεί αυτόματα, καθώς επ’ αυτού θα επιβληθεί και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%.
3. Υπερφορολόγηση μισθωτών, συνταξιούχων, αγροτών και περιστασιακά απασχολουμένων και μέσω της μη κάλυψης του απαιτούμενου ποσού δαπανών με «πλαστικό» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικό» χρήμα: Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 4446/2016, oι φορολογούμενοι οι οποίοι αποκτούν εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις και οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, για να δικαιούνται την ετήσια έκπτωση φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων θα πρέπει, κατά τη διάρκεια του 2018, να έχουν πραγματοποιήσει με «πλαστικό» χρήμα ή και με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, δαπάνες ύψους 10% – 18,75% επί του μεγαλύτερου ποσού μεταξύ του συνολικού ετήσιου δηλωθέντος εισοδήματος και του τεκμαρτού εισοδήματος του έτους 2018. Σε κάθε περίπτωση μη κάλυψης του απαιτούμενου ποσού, ο υπόχρεος φορολογούμενος θα πρέπει να πληρώσει επιπλέον φόρο εισοδήματος ίσο με 22% του μη καλυφθέντος ποσού.
Ως εκ τούτου, εκατοντάδες χιλιάδες χαμηλόμισθοι, χαμηλοσυνταξιούχοι και περιστασιακά απασχολούμενοι πολίτες, των οποίων τα φορολογητέα εισοδήματα του 2018 θα προσδιοριστούν, κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων, όχι στα πολύ χαμηλά επίπεδα των πραγματικών αμοιβών που εισέπραξαν το προηγούμενο έτος αλλά σε εξωπραγματικά υψηλά επίπεδα, με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να κληθούν να πληρώσουν και επιπλέον φόρο 22% επί ενός ποσού κατά το οποίο θα θεωρηθεί ότι δεν κάλυψαν το απαιτούμενο ποσό δαπανών με πληρωμές μέσω «πλαστικού» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικού» χρήματος.
Κι αυτό θα συμβεί, επειδή κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων, το συνολικό ετήσιο φορολογητέο εισόδημα το οποίο θα ληφθεί υπόψη για τον προσδιορισμό του ποσού της δαπάνης που πρέπει να έχει καλυφθεί με πληρωμές μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών ή μέσω άλλων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής δεν θα είναι το πολύ χαμηλό πραγματικό δηλωθέν εισόδημά τους αλλά το πολύ πιο υψηλό ποσό τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο θα έχει προσδιοριστεί με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης.
Παρόμοιο πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν και χιλιάδες κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του 2018 απέκτησαν πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα και τα τεκμήρια θα εκτοξεύσουν στα ύψη τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους.
4. Απώλεια της απαλλαγής από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) από χιλιάδες οικονομικά αδύναμους φορολογουμένους: Πολλοί φορολογούμενοι, των οποίων το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα είναι πενιχρό και, ως εκ τούτου, πολύ πιο χαμηλό από αυτό το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, θα χάσουν το δικαίωμα μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ.
Αυτό θα συμβεί διότι σε κάθε τέτοια περίπτωση το τεκμαρτό εισόδημα, επειδή θα είναι υπέρμετρα υψηλό, θα υπερβεί το ισχύον εισοδηματικό όριο απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, δικαιούχος απαλλαγής από το 50% του ΕΝΦΙΑ είναι κάθε φορολογούμενος που πληροί τις εξής προϋποθέσεις:
α) Το συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα του προηγούμενου έτους δεν έχει υπερβεί τις 9.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και για κάθε εξαρτώμενο μέλος της οικογένειας.
β) Το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων τα οποία κατέχουν ο φορολογούμενος και τα λοιπά μέλη της οικογένειάς του δεν υπερβαίνει τα 150 τετραγωνικά μέτρα.
γ) Η συνολική αντικειμενική αξία των κτισμάτων και των εντός σχεδίων πόλεων οικοπέδων που κατέχει ο φορολογούμενος ή η οικογένειά του δεν υπερβαίνει τις 85.000 ευρώ αν πρόκειται για άγαμο, τις 150.000 ευρώ αν πρόκειται για έγγαμο χωρίς παιδιά και τις 200.000 ευρώ αν πρόκειται για έγγαμο με ένα ή δύο εξαρτώμενα τέκνα.
Επίσης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, στις οικογένειες που είναι τρίτεκνες ή πολύτεκνες ή περιλαμβάνουν ανάπηρα άτομα κατά ποσοστά 80% και άνω θα χορηγείται πλήρης απαλλαγή (100%) από τον ΕΝΦΙΑ υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Το συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα του προηγούμενου έτους δεν έχει υπερβεί τις 12.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος.
β) Το σύνολο της επιφάνειας των κτισμάτων στα οποία κατέχουν δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας ο υπόχρεος υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, η σύζυγος και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του δεν υπερβαίνει τα 150 τετραγωνικά μέτρα.
Αν, λοιπόν, το πραγματικό εισόδημα ενός άγαμου φορολογούμενου είναι 4.000 ευρώ αλλά το τεκμαρτό εισόδημά του είναι 9.500 ευρώ, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα χάσει την απαλλαγή από το 50% του ΕΝΦΙΑ. Επίσης, αν το πραγματικό οικογενειακό εισόδημα ενός πολύτεκνου με 4 παιδιά φορολογούμενου είναι 10.000 ευρώ και το εισόδημα που προκύπτει γι’ αυτόν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης φθάνει τις 18.000 ευρώ, ο συγκεκριμένος πολύτεκνος οικογενειάρχης θα χάσει την απαλλαγή από το 100% του ΕΝΦΙΑ.
5. Απώλεια του δικαιώματος είσπραξης κοινωνικών επιδομάτων ή είσπραξη επιδομάτων σημαντικά μειωμένων: Χιλιάδες οικονομικά αδύναμοι φορολογούμενοι θα χάσουν κοινωνικά επιδόματα που δικαιούνται, παρά το γεγονός ότι έχουν πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα, επειδή το εισόδημά τους με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα διαμορφωθεί σε επίπεδα υψηλότερα των εισοδηματικών ορίων που ισχύουν για την είσπραξη των επιδομάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα νέα επιδόματα τέκνων που θα χορηγεί από φέτος ο ΟΠΕΚΑ: Ως συνολικό οικογενειακό εισόδημα που θα λαμβάνεται υπόψη για να κριθεί εάν είναι δικαιούχος ένας οικογενειάρχης θα είναι το μεγαλύτερο ποσό μεταξύ του πραγματικού δηλωθέντος και του προκύπτοντος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης.
Π.χ. φορολογούμενος με 2 εξαρτώμενα τέκνα, ετήσιο πραγματικό εισόδημα 22.000 ευρώ και ετήσιο τεκμαρτό εισόδημα 31.000 ευρώ θα χάσει το νέο οικογενειακό επίδομα, επειδή το τεκμαρτό του εισόδημα υπερβαίνει το ισχύον για την περίπτωσή του ανώτατο εισοδηματικό όριο των 30.000 ευρώ.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]