Ενώ οι τεχνικές συζητήσεις για το χρέος, που έχουν ξεκινήσει από τον περασμένο μήνα, θα φτάσουν σε μια πρώτη αποτίμηση την Πέμπτη, κατά τη συνάντηση της ομάδας εργασίας του Eurogroup που έχει αναλάβει και το συντονιστικό ρόλο μεταξύ της Ε.Ε., του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και του ΔΝΤ, οι Ευρωπαίοι δανειστές φαίνεται να έχουν διαφορετικές απόψεις όχι τόσο στο τεχνικό όσο στο πολιτικό μέρος της λύσης.
Η σαφώς πιο ήπια Ευρωπαϊκή Επιτροπή δείχνει να επιθυμεί μια καθαρή έξοδο για την Ελλάδα έστω και αν η λύση για το χρέος θα έρθει σε ένα ορίζοντα χρόνου – και αν χρειαστεί. Η θέση αυτή βασίζεται στο ότι η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τους δημοσιονομικούς στόχους για τρία συνεχόμενα χρόνια και μπορεί να τα καταφέρει με τις δικές της δυνάμεις και στην προσπάθεια εξόδου στις αγορές αλλά και στην επίτευξη ενός θετικού ρυθμού ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια. Σε αυτό φαίνεται να συμφωνεί και ένα μέρος του Eurogroup, ειδικά αν κάτι τέτοιο εξασφαλίζει ότι δεν θα υπάρχει νέα χρηματοδότηση για την Ελλάδα, αν και μέχρι στιγμής η στάση της Γερμανίας παραμένει ουδέτερη λόγω της καθυστέρησης σχηματισμού νέας κυβέρνησης.
Από την άλλη, η ΕΚΤ και ο ESM πιστεύουν ότι είναι πολύ νωρίς να μείνει μόνη της, χωρίς συνέχεια στο τρίτο πρόγραμμα. Η ΕΚΤ επικεντρώνεται στην εξυγίανση των εμπορικών τραπεζών από τα «κόκκινα» δάνεια και έχει σημειώσει εδώ και καιρό την καθυστέρηση που υπάρχει στην εφαρμογή όλων των εργαλείων που έχουν θεσμοθετηθεί από το 2016 (πωλήσεις δανείων, ενδιάμεσοι διαχειριστές) και τώρα με τους πλειστηριασμούς. H καθαρή έξοδος και η χαλαρή εποπτεία δεν δίνουν καμία εγγύηση ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει τις αλλαγές στις οποίες έχει δεσμευτεί μέσα από το τρίτο πρόγραμμα ειδικά για τον κρίσιμο τομέα των τραπεζών. Για το λόγο αυτό υποστηρίζει σιωπηρά τη λύση της προληπτικής πιστωτικής γραμμής μετά το τέλος του τρίτου προγράμματος.
Ο ESM -με τη σειρά του- θέλει να διασφαλίσει αφενός την απρόσκοπτη αποπληρωμή των περίπου -έως τώρα- 240 δισ. ευρώ ευρωπαϊκών δανείων προς την Ελλάδα που ξεκινά -με τα σημερινά δεδομένα- το 2022. Για το λόγο αυτό επικεντρώνει την προσοχή του στην περαιτέρω διαχείριση του χρέους και ειδικότερα στην επιχείρηση εξόδου στην αγορά και τα μέσα επιτόκια που μπορεί να πετύχει η Ελλάδα. Αυτός είναι και ο λόγος που στο τελευταίο Eurogroup ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας κ. Κλάους Ρέγκλινγκ έκανε λόγο για το νέο επταετές ομόλογο και την απότομη αύξηση της απόδοσής του από το 3,5% της δημοπρασίας στο 4% τις πρώτες ημέρες της διαπραγμάτευσής του. Ο ESM υποστηρίζει τη συνέχιση της αυστηρής εποπτείας λόγω του ότι «η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση», χωρίς όμως νέα χρηματοδότηση.
Ο ρόλος του ΔΝΤ συνδυάζει τις προϋποθέσεις φέρνοντας στο προσκήνιο το χειρότερο δυνατό σενάριο. Το Ταμείο θα δεχθεί μόνο μια βιώσιμη αλλά άμεσα εφαρμόσιμη λύση για την ελάφρυνση του χρέους προσφέροντας εμμέσως πλην σαφώς ως «δημοσιονομική εγγύηση» την ταυτόχρονη εφαρμογή την περικοπής συντάξεων και αφορολογήτου από το 2019.
Την παραμονή και συνέχιση της επιβολής μέτρων από το Ταμείο επιτρέπει η γαλλική πρόταση για τη σύνδεση της αποπληρωμής του χρέους με τον οικονομικό κύκλο, η οποία έχει ενταχθεί επισήμως στο διάλογο και καλύπτει τη βασική διαφορά των προβλέψεων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας, με τις περισσότερο απαισιόδοξες του ΔΝΤ.
Την πρώτη επίσημη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους θα κάνουν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης στη συνεδρίαση του Eurogroup της 12ης Μαρτίου μετά από σχετική εισήγηση που θα γίνει από το EWG την ερχόμενη Πέμπτη, όπου θα διαμορφωθούν οι απόψεις και οι ομάδες που τις υποστηρίζουν.
Τα 4 «αγκάθια» που θα κρίνουν την πορεία της τέταρτης αξιολόγησης
Ολα αυτά θα εξελιχθούν παράλληλα με τις διαδικασίες της τέταρτης αξιολόγησης που θα κρίνει οριστικά την «επιτυχημένη ολοκλήρωση» του προγράμματος, η οποία με τη σειρά θα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ελάφρυνση του χρέους.
Η ομάδα των δανειστών θα έχει ως νέο μέλος τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ Πίτερ Ντόλμαν, ο οποίος πήρε τη θέση της… σκληρής Ντέλια Βελκουλέσκου. Αυτό ερμηνεύεται από κάποιους ως προσπάθεια μιας πιο ήπιας αντιμετώπισης του ελληνικού προγράμματος από το Ταμείο. Κάτι τέτοιο όμως μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Επί της ουσίας η Ελλάδα κατά την τέταρτη αξιολόγηση θα κριθεί σε τέσσερις τομείς οι οποίοι είναι ήδη στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας:
1) Το δημοσιονομικό, με την πορεία εσόδων-δαπανών και την προοπτική των πρόωρων μέτρων για το 2019 με παρέμβαση του ΔΝΤ. Στο ίδιο κεφάλαιο εντάσσονται και οι νέες αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και οι μεταβολές που επιφέρουν στον ΕΝΦΙΑ, η ανάκτηση ληξιπρόθεσμων οφειλών από εφορίες και ταμεία και η αποπληρωμή των οφειλών του Δημοσίου.
2) Οι τράπεζες, αφού μαζί με τα stress test από την ΕΚΤ θα πρέπει να τρέξουν και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί οι οποίοι θα πρέπει να γίνονται σε όλη την Ελλάδα και να έχουν μετρήσιμο αποτέλεσμα μέχρι και τον Απρίλιο.
3) Η εφαρμογή του ασφαλιστικού, που θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να κάνει εξοικονόμηση δαπανών χωρίς να καθυστερεί την απόδοση συντάξεων, ενώ και ο ΕΦΚΑ μπορεί να λειτουργήσει ως ενιαίο ταμείο με ενιαίο μητρώο, υποχρεώσεις και απαιτήσεις.
4) Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, που είναι ιδιαίτερα φορτωμένο φέτος, αναμένοντας έσοδα 2,8 δισ. ευρώ (το 1 δισ. ευρώ από αυτά στο πρώτο εξάμηνο).
Ως θεσμική υποχρέωση υπάρχει και η λειτουργία της ΕΕΣΥΠ του γνωστού Υπερταμείου, που θα πρέπει να εφαρμόζει συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο μέχρι και το τέλος του προγράμματος.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]