Μέχρι το ΔΝΤ έφτασε η υπόθεση του Μαρινόπουλου, ο οποίος υπέβαλε αίτηση υπαγωγής στον πτωχευτικό κώδικα, κάνοντας χιλιάδες εργαζομένους και προμηθευτές να χάσουν τον ύπνο τους.
Όταν δημοσιογράφοι ρώτησαν τον εκπρόσωπο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την συγκεκριμένη εξέλιξη, ο Τζέρι Ράις όχι μόνο δεν είχε άγνοια της υπόθεσης αλλά έδωσε και συγκεκριμένη απάντηση.
«Ο στόχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι να μην συμβαίνουν τραγωδίες όπως αυτή του Μαρινόπουλου», είπε χαρακτηριστικά.
Στο ερώτημα «αν το ΔΝΤ πιστεύει πως έχει ευθύνη για την τραγωδία που συντελείται στην ελληνική οικονομία με το κλείσιμο επιχειρήσεων (βλέπε Μαρινόπουλος)» ο κύριος Ράις απάντησε ότι «ο στόχος που μοιραζόμαστε με τις ελληνικές και τις ευρωπαϊκές αρχές είναι να βοηθήσουμε την χώρα να σταθεί στα πόδια της και να βοηθήσουμε και στο μέτωπο της απασχόλησης. Ο στόχος μας είναι ακριβώς να μην συμβαίνουν τέτοιες τραγωδίες».
«Φυσικά και μας απασχολεί», υπογράμμισε ο ίδιος.
Εν τω μεταξύ, ο ίδιος επανέλαβε ότι οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι πολύ φιλόδοξοι και ότι το ΔΝΤ έχει ζητήσει την μείωση τους, μαζί με μια ουσιαστική ελάφρυνση χρέους.
«Δεν συμμετέχουμε στην χρηματοδότηση του προγράμματος, αλλά είμαστε πλήρως δεσμευμένοι στις συζητήσεις για τη διαμόρφωση των πολιτικών», σημείωσε.
Συμπλήρωσε ότι το ΔΝΤ σε συνεργασία με τους άλλους θεσμούς αναζητούν μέτρα τα οποία θα ανακουφίζουν την Ελλάδα από τέτοια φαινόμενα. Σε κάθε περίπτωση, ανέφερε, στόχος του Ταμείου είναι το νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα να είναι αξιόπιστο και λειτουργικό, συμβάλλοντας μεταξύ άλλων και στην αντιμετώπιση της ανεργίας.
Αναφορικά με τη χρηματοδοτική συμμετοχή ή μη του Ταμείου στο νέο πρόγραμμα, ο Τζέρι Ράις επανέλαβε ότι στόχος είναι μέχρι το τέλος του 2016 να έχουν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες, προκειμένου το Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ να αποφασίσει θετικά. Προϋπόθεση για κάτι τέτοιο αποτελεί η σημαντική μείωση του Δημόσιου Χρέους, αλλά και η αναπροσαρμογή των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα του Προϋπολογισμού σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα.
Αναφορικά με τις επιπτώσεις του Brexit, το ΔΝΤ διαβλέπει αυξημένους κινδύνους στην παγκόσμια οικονομία, εξαιτίας της αυξημένης αβεβαιότητας η οποία θα επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στη Μ. Βρετανία. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι κίνδυνοι τόσο στο μακροοικονομικό επίπεδο όσο και στις χρηματοπιστωτικές αγορές θ’ αυξηθούν. Το ΔΝΤ αρνήθηκε, πάντως, να πάρει θέση για το κατά πόσο θα πρέπει να ενεργοποιηθεί άμεσα το άρθρο 50 της Συνθήκης, παρόλο που -όπως είπε ο εκπρόσωπος του- θα ήταν επιθυμητή η επίτευξη μίας νέας συμφωνίας της ΕΕ με τη Μ. Βρετανία το ταχύτερο δυνατό.