Αν δεν συνέβαινε κάποιο σημαντικό γεγονός, στην ύλη της εφημερίδας δεν πρωταγωνιστούσαν πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά θέματα, αλλά αυτή προσαρμοζόταν στην κατάνυξη που επέβαλλε η Εβδομάδα των Παθών. Κυριαρχούσαν κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου που έγραφαν ιερείς, λόγιοι και λαογράφοι, σκίτσα και πίνακες ζωγραφικής που απεικόνιζαν τα Θεία Πάθη, πασχαλινά διηγήματα και ποιήματα γνωστών συγγραφέων και ποιητών, εκκλησιαστικά κείμενα και αναλύσεις της Μεγάλης Εβδομάδας, καθώς και άρθρα για την Ανάσταση, το ξύλο του Σταυρού, τα αβγά, το πασχαλινό τραπέζι, το ψήσιμο του οβελία κ.λπ.
Πολιτικά σχόλια
Ακόμα και στα πολιτικά σχόλια χρησιμοποιούνταν αποστροφές των Ευαγγελίων: «…όταν το πολίτευμα το πεθαμένον σήμερον αναστηθή, όταν ο βασιλεύς του όστις “ελπίζει επί Κύριον” και “όστις εν τω ελέει του Υψίστου ου μη σαλευθή”, επανεύρη τον αναμένοντα θρόνον του, εστημένον πάντοτε εις την ψυχήν του Ελληνικού Λαού, όταν αναστήση την Λαϊκήν του κυριαρχίαν και συντρίψει τα δεσμά του πολιτικού του Αδου, θα χαιρετήση και πάλιν την νίκη του με την αυτήν χαρμόσυνον κραυγήν: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!».
Πολλοί δημοσιογράφοι μάλιστα, παρασυρμένοι από το κλίμα των ημερών, καταφέρονταν εναντίον οποιουδήποτε νεωτερισμού που θα αλλοίωνε το ορθόδοξο τελετουργικό της Μεγάλης Εβδομάδας, όπως ο αρθρογράφος της εφημερίδας «Σκριπτ» του 1902, που στρεφόταν κατά της… φυσαρμόνικας και της «λαίμαργης και παμφάγου εξέλιξης» που επιχειρούσε να πάρει τη βυζαντινή μελωδία του «Χριστός Ανέστη» και να την «εκανταδοποιήση»: «Μια κιθάρα λείπει διά να είναι η καντάδα πλήρης». Τέλος, καλούσε τον πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου και τους λόγιους να «…λάβετε τον κόπον και να διατάξετε να επανέλθη το σάλπισμα της Αναστάσεως εις την αρχικήν του μελωδίαν. Κύριε Αλέξανδρε Παπαδιαμάντη και κύριε Αλέξανδρε Μωραϊτίδη, κλειδοκράτορες της βυζαντινής μελωδίας, ψάλλοντες δεν γνωρίζω εις ποίους αρχαίους βυζαντινούς ναΐσκους αυτάς τας ημέρας, κουνηθείτε ολίγον και επαναστατήσατε κατά της φυσαρμόνικας η οποία φυσά βραχνώς και εκτός των ιερωτάτων μελωδιών της θρησκευτικής και της εθνικής μας ψυχής».
Φυσικά δεν έλειπε το ρεπορτάζ της πασχαλινής αγοράς, η ανασφάλεια για την επάρκεια των αμνοεριφίων και η μόνιμη επωδός του «κάθε πέρσι και καλύτερα», αφού όλοι μιλούσαν για ακρίβεια και τιμές-φωτιά: «Πολλοί μάλιστα οικογενειάρχαι έχουν απόφασιν την ημέραν του Πάσχα να καταφύγουν πάλιν εις τον λαοσωτήριον… μπακαλιάρον. Οσον αφορά τώρα τα αυγά και εις αυτά θα γίνει το σχετικόν σκόντο, διότι και αυτά εφέτος θα είναι πανάκριβα».
Αντεγκλήσεις
Μετά την υιοθέτηση του Γρηγοριανού ημερολογίου τον Φεβρουάριο του 1923, οι κόντρες και ο φανατισμός μεταξύ των υποστηρικτών νέου και παλαιού ημερολογίου πολλαπλασιάζονταν τις ημέρες του Πάσχα. Αλλες εκκλησίες ακολουθούσαν το παλαιό και άλλες το νέο, με αποτέλεσμα οι εφημερίδες να μη γνωρίζουν ποιους εορτασμούς εκκλησιών να ανακοινώνουν για να μη θεωρηθούν ότι μεροληπτούν υπέρ κάποιου ημερολογίου.
Δεν έλειπαν και οι ανταποκρίσεις από την επαρχία που μετέφεραν το εορταστικό κλίμα από κάθε περιοχή της χώρας, που δεν διέφερε φυσικά ούτε από αυτό της πρωτεύουσας. Π.χ. μαθαίνουμε ότι στο Καρπενήσι το Πάσχα του 1911 «…ακρίβεια φοβερά και αχρηματία και αθυμία επεκράτησεν. Η νεολαία μας ήτις ευθύμει άλλοτε, μετανάστευσεν εις Αμερικήν, διότι ο βίος εν Ελλάδι κατέστη αβίωτος», ενώ στη Λάρισα τις ίδιες ημέρες πρωταγωνιστής ήταν ένα… αυτοκίνητο: «Κατά τας ημέρας του Πάσχα εθεάθη εις την πόλιν μας και αυτοκίνητον».
Οπως και τον Δεκαπενταύγουστο, ξεχωριστή θέση στα πρωτοσέλιδα είχαν οι ανταποκρίσεις από την Παναγία της Τήνου, όπου οι πιστοί ανέμεναν το Αγιο Φως εν μέσω πολλών φημών περί θαυμάτων: «Νάτο, νάτο ήρθε. Βλέπω μιαν νέαν. Αυτή ήτο κωφάλαλη τελείως. Ερχεται τρία χρόνια τώρα εις την Μεγαλόχαρην και ήδη από του πρώτου έτους άρχισε να ψελλίζει μερικάς λέξεις. Ενας είναι φθισικός κι έχει έλθη διά δευτέραν φοράν. Ομολογεί ότι είδεν απίστευτον βελτίωσην εις την υγείαν του, ότι είναι σχεδόν καλά».
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Έφυγε ο «δημιουργός» μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας
Ποδόσφαιρο
Ο Τύπος του Μεσοπολέμου κάλυπτε την πρώτη διοργάνωση του ποδοσφαιρικού τουρνουά του Κυπέλλου του Πάσχα που γινόταν στην πρωτεύουσα, όπου πρωταγωνιστούσαν οι Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ και ξένες ομάδες. Ιδιαίτερη αναφορά γινόταν στη διοργάνωση συσσιτίων για τους απόρους που γίνονται ανά περιοχή, καθώς και τις πασχαλινές εκδρομές στα προάστια με αυτοκίνητα, καρότσες, κάρα και τον ηλεκτρικό.
Στα κοινωνικά ρεπορτάζ της περιόδου ξεχωρίζει το πώς περνούσαν τις ημέρες του Πάσχα στις φυλακές. Απ’ ό,τι πληροφορούμαστε, το Πάσχα του 1911 ήταν εξαιρετικό για τους φυλακισμένους της εποχής: «Εις τας φυλακάς Συγγρού οι κατάδικοι επέρασαν θαυμάσια. Εψησαν αρνιά στο προαύλιο και αφού ήπιαν την μισή οκά κρασί που αντιστοιχούσε σε κάθε κρατούμενο, εν συνεχεία το έριξαν στον χορό».
Οικονομική ανάσταση με μία… κηδεία
Το Πάσχα του 1915 η εφημερίδα «Ακρόπολις» περνούσε σοβαρή οικονομική κρίση, με τον εκδότη της Βλάση Γαβριηλίδη να προσπαθεί να βρει απεγνωσμένα λύση στο οικονομικό αδιέξοδο. Οι πρώτοι που βίωναν την οικονομική δυσπραγία της εφημερίδας ήταν οι συντάκτες και το υπόλοιπο προσωπικό, οι οποίοι ουσιαστικά δούλευαν απλήρωτοι, αναμένοντας κάθε μέρα να δουν τον εισπράκτορα, ονόματι Λαφαζάνη, να επιστρέφει με χρήματα στα γραφεία για να διαπιστώσουν αν απομένει τίποτα ώστε να μοιραστούν κι αυτοί.
Οι συντάκτες βλέποντας ότι το Πάσχα πλησίαζε χωρίς αυτοί να έχουν τη δυνατότητα ν’ αγοράσουν ούτε κεράκι, σχημάτισαν τριμελή επιτροπή διεκδίκησης και επισκέφθηκαν το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής τον Βλάση Γαβριηλίδη στο γραφείο του.
- «Κύριε διευθυντά, σας παρακαλούμεν να διατάξετε μέσα το λογιστήριον να μας δώσουν κάτι για αύριον».
- «Τι είναι αύριον;».
- «Πάσχα, κύριε διευθυντά».
Αφού ο ιστορικός εκδότης της εφημερίδας σκέφτηκε λιγάκι, απάντησε: «Την Τετάρτη. Να κάμετε Πάσχα την Τετάρτην».
Πρωτότυπη η πρόταση του εκδότη, αλλά οι δημοσιογράφοι δεν ήθελαν να κάνουν Πάσχα τέσσερις μέρες μετά την Ανάσταση του Κυρίου, οπότε ακολούθησε συνέλευση στην οποία έπεσε και η ηρωική πρόταση της απεργίας: «Να κάνουμε απεργία, βρε παιδιά. Ετσι θα τους εξαναγκάσωμεν να μας πληρώσουν τους αφιλότιμους». Τελικά, απεργία δεν έγινε και οι συντάκτες κατέληξαν μετά από πολλή ώρα απογοητευμένοι να δεχτούν τις ετεροχρονισμένες γιορτές την Τετάρτη του Πάσχα. Τότε στην πόρτα των γραφείων εμφανίστηκε ένας ηλικιωμένος που ζήτησε να δημοσιεύσει μία κηδεία. Το αντίτιμο της δημοσίευσης (25 δρχ.) μοιράστηκε στους πανευτυχείς δημοσιογράφους. Ετσι, αντί να κάνουν γιορτές την Τετάρτη του Πάσχα, έκαναν Ανάσταση τη Μεγάλη Παρασκευή, με τον θάνατο ενός ανθρώπου να τους δίνει λίγη οικονομική ζωή…