Φήμες
Στις 10 το πρωί κυκλοφορούν οι πρώτες φήμες που μιλούν για παραίτηση του χουντο-πρωθυπουργού Ανδρουτσόπουλου και για πρόσκληση των πολιτικών σε διαβουλεύσεις, οι οποίες επιβεβαιώνονται όταν στις 12.00 ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης καλεί σε σύσκεψη τους πολιτικούς αρχηγούς στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Σε αυτή συμμετέχουν οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και οι πολιτικοί Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Μαύρος, Ευάγγελος Αβέρωφ, Στέφανος Στεφανόπουλος, Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας, Σπύρος Μαρκεζίνης, Πέτρος Γαρουφαλιάς και Ξενοφών Ζολώτας.
Η σύσκεψη αρχίζει το μεσημέρι, 1.30, και σ’ αυτήν ο Γκιζίκης ουσιαστικά αναθέτει εν λευκώ τον σχηματισμό κυβέρνησης στους πολιτικούς, υποσχόμενος, μάλιστα, ότι ο Ιωαννίδης δεν θα δημιουργήσει προβλήματα στην ομαλή μετάβαση. Στη σύσκεψη αποφασίζεται ότι ο πρωθυπουργός που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές θα είναι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος με τη συνεργασία του Γεωργίου Μαύρου, δίνοντας, έτσι, τον συμβολισμό πως η πολιτική ζωή του τόπου συνεχίζεται από εκεί που διακόπηκε βίαια στις 21 Απριλίου 1967.
Η τελευταία προσπάθεια των στρατιωτικών να διατηρήσουν τμήμα της πολιτικής εξουσίας με ανάθεση σε αυτούς σημαντικών υπουργείων εγκαταλείπεται γρήγορα και από τους ίδιους τους εμπνευστές της. Φυσικά, δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, γιατί ο κόσμος που πλημμυρίζει τους δρόμους δεν ζητά κοινοβουλευτικό μπάλωμα, αλλά αληθινή Δημοκρατία. Πρώτος πολιτικός που βγαίνει από τη συνάντηση στις 18.00 είναι ο Γεώργιος Μαύρος, που δίνει χαμογελαστός το στίγμα τού τι πρόκειται να ακολουθήσει: «Στις 8 θα ξαναέρθουμε, παιδιά». Ενώ, όμως, οι περισσότεροι φεύγουν από τη σύσκεψη, ο Ευάγγελος Αβέρωφ παραμένει, ξεκινώντας νέο μυστικό κύκλο διαπραγματεύσεων, ο οποίος καταλήγει σε νέα αλλαγή σκηνικού. Προσωρινός πρωθυπουργός δεν θα είναι πλέον ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος αλλά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που καλείται να έρθει εσπευσμένα από το Παρίσι.
Ο αυτοεξόριστος από το 1963 Καραμανλής, που αφήνει την Πόλη του Φωτός λέγοντας «Προσεύχεσθε για εμένα», δεν έρχεται σε επαφή με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο, που περιμένει τηλέφωνό του ώστε να επιστρέψει στη χώρα, και μπαίνει στο αεροπλάνο που του παραχωρεί ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Την ίδια ώρα στην Αθήνα, καθώς και σε ολόκληρη τη χώρα, επικρατεί παροξυσμός, με χιλιάδες κόσμου να γεμίζουν τις κεντρικές πλατείες των πόλεων, πανηγυρίζοντας την έξοδο «…εκ της χειρουργικής κλίνης», που κάθε άλλο παρά αναίμακτη είναι, αφού υπάρχει ο προδοτικός ακρωτηριασμός της Κύπρου.
Τα γεγονότα τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα, ο ενθουσιασμός μπερδεύεται με την αγωνία για την Κύπρο και οι φήμες με την αλήθεια. Στις 20.00 οι πολιτικοί αρχηγοί επιστρέφουν στο γραφείο Προεδρίας της Δημοκρατίας εν μέσω νέας αποθέωσης από τον συγκεντρωμένο κόσμο. Κάποιοι από αυτούς παίρνουν πρωτοβουλίες ξεκινώντας επαφές με ξένες πρεσβείες και με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος, ως «μάγος της διπλωματίας» που είναι, μιλά για επικείμενη πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα…
Στις 22.00 η πληροφορία πως σε λίγη ώρα φτάνει στο αεροδρόμιο του Ελληνικού ο Καραμανλής οδηγεί σε κατακλυσμό της Λεωφόρου Συγγρού και της παραλιακής από αυτοκίνητα που κορνάρουν και λεωφορεία με ελληνικές σημαίες, ενώ πολλές παρέες κατευθύνονται στο αεροδρόμιο με τα πόδια, τραγουδώντας στίχους που μόλις μία μέρα πριν δεν μπορούσαν να αρθρώσουν σε δημόσιο χώρο.
Οταν το πρωθυπουργικό δικινητήριο τζετ «Μίστερ 2» προσγειώνεται στις 02.10 στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνειδητοποιεί ότι δεν προλαβαίνει ούτε να συγκινηθεί για την επιστροφή του όπως φανταζόταν: «Συχνά σκεπτόμουν τη συγκίνηση που θα δοκίμαζα όταν θα ξαναπατούσα το έδαφος της πατρίδος. Και μπορώ να σας αποκαλύψω ότι με τη σκέψη αυτή εδάκρυζα προκαταβολικά. Και όμως, ουδέποτε υπήρξα τόσο ψύχραιμος, ουδέποτε είχα τόση αυτοκυριαρχία όσο τη στιγμή που έφτανα στο αεροδρόμιο. Και αυτό, γιατί το αίσθημα των ευθυνών που επρόκειτο να αναλάβω ήταν τόσο έντονο, ώστε να πνίγει, να εξαφανίζει κάθε άλλο αίσθημα».
Στις 03.10, συνοδευόμενος από μια λαοθάλασσα που τον ακολουθεί από το αεροδρόμιο, φτάνει στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου συνεδριάζει από το βράδυ η νέα πολιτικοστρατιωτική ηγεσία του τόπου. Εκεί, ζητά μια μικρή πίστωση χρόνου ώστε να ενημερωθεί για την κατάσταση που καλείται ν’ αναλάβει, αλλά η τραγικότητα των στιγμών, η πίεση πολιτικών-στρατιωτικών και η ανοιχτή πληγή της Κύπρου επιβάλλουν άμεση ορκωμοσία, κάτι που γίνεται στις 04.15 τα ξημερώματα. Η Δημοκρατία έχει επιστρέψει στον τόπο που τη γέννησε.
Ανοιχτά… μέτωπα για την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας
Η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας βρίσκεται άμεσα σε κυκεώνα προβλημάτων που πρέπει να δώσει δραστικές λύσεις σε λίγες ημέρες ή και ώρες…
Α) Οι Τούρκοι, αξιοποιώντας το νέο στρατιωτικό δεδομένο που έχουν δημιουργήσει στην Κύπρο, είναι αδιαπραγμάτευτοι, ενώ υπάρχει φόβος νέας προέλασης, καθώς και καθολικού ελληνοτουρκικού πολέμου.
Β) Μπορεί οι στρατιωτικοί να έχουν χάσει την κυβέρνηση, αλλά διατηρούν την εξουσία. Δικτάτορες, χουντικοί αξιωματικοί, βασανιστές, παρακρατικοί κυκλοφορούν ελεύθεροι και ανεξέλεγκτοι, ενώ τα Σώματα Ασφαλείας και οι δημόσιες υπηρεσίες είναι απόλυτα διαβρωμένες από το δικτατορικό καθεστώς.
Γ) Πρέπει να θωρακιστεί άμεσα η ασθενική ακόμα Δημοκρατία, αφού η αυτονόητη έκρηξη καταπιεσμένων δικαιωμάτων πρέπει να ισορροπήσει με τη σιδηρά πειθαρχία που επιβάλλει η κρισιμότητα των στιγμών.
Η δύσκολη αλλά απαραίτητη μετάβαση από τη μεταπολεμική ψυχροπολεμική Δημοκρατία σε μια σύγχρονη Δημοκρατία δυτικού τύπου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί με Αριστερά στην παρανομία, κάτι που κατανοεί ο νέος πρωθυπουργός. Γι’ αυτό, άλλωστε, το πρώτο κιόλας βράδυ αποκατάστασης της Δημοκρατίας ανακοινώνει αμνήστευση όλων των πολιτικών αδικημάτων που έχουν τελεστεί μετά την 21η Απριλίου 1967.
Παράλληλα κλείνει άμεσα το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Γυάρου, σταδιακά επιστρέφουν από το εξωτερικό οι πολιτικοί ηγέτες της Αριστεράς μαζί με πολιτικούς εξόριστους του Εμφύλιου Πολέμου, ενώ στις 23 Σεπτεμβρίου δημοσιεύεται το υπ’ αριθμ. 59 νομοθετικό διάταγμα περί επαναλειτουργίας των πολιτικών κομμάτων που καταργούσε τον νόμο 509/47 που διατηρεί παράνομο το ΚΚΕ. Η επανέκδοση του «Ριζοσπάστη» και της «Αυγής» τον Σεπτέμβριο, καθώς και η σύμπραξη όλων των αριστερών δυνάμεων (ΕΔΑ, ΚΚΕ, ΚΚΕ εσωτ.) στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, σηματοδοτεί ότι η νέα Δημοκρατία που ξεκινά θα στηριχθεί σε όλα της τα πόδια και δεν θα είναι κουτσή…