Δηλαδή, εννέα ισοπαχείς οριζόντιες και εναλλασσόμενες λευκές και κυανές παράλληλες λωρίδες, με έναν λευκό σταυρό σε γαλάζιο φόντο πάνω αριστερά. Οι εκδοχές για τον συμβολισμό των εννέα λωρίδων είναι αρκετές: η θάλασσα με τους κυματισμούς της, τα χρώματα της ενδυμασίας της θεάς Αθηνάς, οι εννέα Μούσες, οι εννέα συλλαβές του «Ελευθερία ή Θάνατος», ενώ κάποιοι θεωρούν πρότυπό της την… αμερικανική σημαία, που δημιουργείται λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση, αλλά καμία από αυτές δεν είναι επίσημη.
Ελληνική σημαία: Ποικιλία
Στην αρχαιότητα ρόλο σημαίας παίζει η ασπίδα πάνω στην οποία υπάρχουν παραστάσεις γραμμάτων («Λ» για Λακεδαιμονίους, «Μ» για Μεσσηνίους, «ΑΡ» για Αρκάδες), ζώων (Πήγασος για Σαμίους, μολοσσός για Ηπειρώτες, αετός για Τεγεάτες) ή συμβόλων (τρίαινα για Θηβαίους, δεκαεξάκτινο αστέρι για Μακεδόνες, ρόδι για Θεσσαλούς, ταυροκεφαλή για Κρητικούς). Οσο υψηλότερο είναι το αξίωμα του πολεμιστή τόσο η ασπίδα-σημαία του αποτελεί έργο τέχνης, με κορυφαία όλων εκείνη του Αχιλλέα, όπως ονειρικά περιγράφει ο Ομηρος στη ραψωδία Σ της «Ιλιάδας»: Γη, ουρανός και θάλασσα, ήλιος, φεγγάρι και αστερισμοί, δύο όμορφες πόλεις γεμάτες ανθρώπους, ένα αμπέλι όπου άνθρωποι μαζεύουν σταφύλια, μία αγέλη κερασφόρων ζώων με ίσια κέρατα, εικόνα από φάρμα προβάτων, σκηνή χορού όπου νέοι άνδρες και γυναίκες χορεύουν, καθώς και το μεγάλο ρεύμα του Ωκεανού.
Στην ασπίδα δίνονται στρατιωτικοί όρκοι, γίνονται τελετές πριν από τη σύγκρουση, ενώ θεωρείται ταπείνωση πιθανή απώλεια ή εγκατάλειψή της στο πεδίο της μάχης. Κορυφαίο παράδειγμα αυτής της αντίληψης αποτελεί το κλασικό παράγγελμα «ή ταν ή επί τας» της Σπαρτιάτισσας μητέρας προς τον πολεμιστή γιο της, ενώ μέχρι σήμερα η λέξη «ρίψασπις» ταυτίζεται μ’ εκείνον που εγκαταλείπει από δειλία τη μάχη.
Η πρώτη υφασμάτινη σημαία χρησιμοποιείται από τον Μέγα Αλέξανδρο, έχει πορφυρό χρώμα και είναι τοποθετημένη πάνω σε σάρισα. Η στρατιωτική ευφυΐα του Ελληνα στρατηλάτη αντιλαμβάνεται πολύ νωρίς την ψυχολογική βαρύτητα που έχει σε στρατιώτες του και αντιπάλους η τοποθέτηση του μακεδονικού συμβόλου μέσα στο αντίπαλο στρατόπεδο ή κάστρο. Η σημαία, ως αποτύπωση που προσδιορίζει έθνος, κοινότητα ή κοινωνική ομάδα, εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο μέσω της ναυτικής χρήσης της, τοποθετημένη στο υψηλότερο κατάρτι των πολεμικών ή εμπορικών πλοίων.
Οι σημαίες ξηράς γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλείς την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με σημαντικότερη αυτή που προκύπτει από το όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, πριν από την ιστορική Μάχη της Μιλβίας Γέφυρας στις 28 Οκτωβρίου του 312 μ.Χ. Καθοριστικής βαρύτητας γεγονός για την ανύψωση του ηθικού και την έκβασή της αποτελεί η προσθήκη, την τελευταία στιγμή, στις ασπίδες των πολεμιστών του συμβόλου του σταυρού, που εμπεριέχει τα ελληνικά γράμματα «Χ» και «Ρ» μέσα σε κόκκινο φόντο, που μετά τη νίκη μετατρέπεται σε επίσημη σημαία. Το 361 η Αυτοκρατορία σταθεροποιεί ως σημαία της τον δικέφαλο αετό που κοιτάει δεξιά και αριστερά ευρισκόμενος μέσα σε κίτρινο φόντο, ενώ μετά την πρώτη Αλωση από τους Φράγκους το 1204 προστίθεται κορόνα στα κεφάλια του. Το σύμβολο του βυζαντινού αετού χρησιμοποιείται στη συνέχεια, λιγότερο ή περισσότερο παραποιημένο, ως επίσημη σημαία από τη Ρωσία, την Αυστρία, τη Γερμανία και την Αλβανία.
Στην τουρκοκρατία η σημαία δεν αποτελεί σύμβολο κράτους αλλά επανάστασης και αντίστασης στον τουρκικό ζυγό. Οι περισσότερες της περιόδου εμφανίζουν τον βυζαντινό αετό σε διάφορες εκδοχές, θρησκευτικά σύμβολα με βάση τον σταυρό, άλλοτε συνδυασμό των δύο παραπάνω, γνωστό ως σταυραετό, ή την εικόνα ενός αγίου. Από τις δεκάδες προεπαναστατικές σημαίες ξεχωρίζει η λεγόμενη γραικοτουρκική. Η ελληνική θαλάσσια κυριαρχία υποχρεώνει την Οθωμανική Αυτοκρατορία να παραχωρήσει, τους δύο τελευταίους αιώνες της σκλαβιάς, ειδικά προνόμια στα ελληνικά εμπορικά πλοία, μεταξύ των οποίων είναι η χρήση ημιαυτόνομης σημαίας που φέρει τρεις οριζόντιες γραμμές -κυανή στη μέση, ερυθρές πάνω και κάτω- χωρίς πουθενά όμως το σύμβολο του σταυρού.
Το ματωμένο «βασίλειο» των Ασαντ: Μισός αιώνας σκληρής δικτατορίας στη Συρία
Στο «Πολίτευμα της Ελληνικής Δημοκρατίας» ο Ρήγας Βελεστινλής περιγράφει το όραμά του για τη μελλοντική ελληνική σημαία και τους συμβολισμούς που θα περιλαμβάνει: «Η σημαία όπου βάνεται εις τα μπαϊράκια και παντιέρες της Ελληνικής Δημοκρατίας, είναι εν ρόπαλον του Ηρακλέους με τρεις σταυρούς επάνω, τα δε μπαϊράκια και παντιέρες είναι τρίχρωμα, από μαύρον, άσπρον και κόκκινον. Το κόκκινον επάνω, το άσπρον εις το μέσον και το μαύρον κάτω. Το κόκκινον σημαίνει την αυτοκρατορικήν πορφύραν και αυτεξουσιότητα του ελληνικού λαού. Το άσπρον σημαίνει την αθωότητα της δικαίας ημών αφορμής κατά της τυραννίας και το μαύρον τον θάνατο στον βωμό της ελευθερίας και της πατρίδος. Το μαύρον-άσπρον-κόκκινον σημαίνει τον υπέρ πατρίδος και ελευθερίας ημών θάνατον».
Την περίοδο της Επανάστασης
Στην υπόδουλη χώρα τα φλάμπουρα και μπαϊράκια κλεφτών και αρματολών αποτελούν λάβαρα δυναμικής διεκδίκησης οικογενειακών ή εθνικών δικαιωμάτων έναντι της σουλτανικής κυριαρχίας. Στη Μάνη, ο Λάμπρος Κατσώνης υψώνει τρίχρωμη σημαία (ερυθρή, μαύρη και κυανή) που φέρει χιαστί δύο σπάθες, τρεις καρδιές και τη φράση «Λάμπρος Κατσώνης, Πρίγκιπας της Μάνης και Ελευθερωτής της Ελλάδος» στα λατινικά. Οι Κολοκοτρωναίοι και ο αρματολός Γιάννης Σταθάς από τη Σκιάθο χρησιμοποιούν σημαίες παραπλήσιες της πρώτης επίσης εθνικής (μεγάλος λευκός σταυρός στο κέντρο σε γαλάζιο φόντο). Τέλος, ο Σουλιώτης Τούσιας Μπότσαρης έχει κίτρινη μεταξωτή κεντημένη με πορφυρό μετάξι με παράσταση των Αγίου Γεωργίου στη μία πλευρά και Αγίου Δημητρίου στην άλλη, με την επιγραφή «Απόγονοι του Πύρρου», η οποία αποτελεί προσφορά της Μεγάλης Αικατερίνης και χρησιμοποιείται στην Πολιορκία του Μεσολογγίου.
Οι σημαίες που κυριαρχούν την πρώτη περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα (Φιλικής Εταιρείας και Αλέξανδρου Υψηλάντη) βρίθουν συμβολισμών. Η πρώτη δημιουργείται από λευκό ύφασμα και φέρει τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της Φιλικής Εταιρείας, δηλαδή τον ιερό δεσμό με τις 16 στήλες και πάνω από αυτόν κόκκινο σταυρό περιβαλλόμενο από στεφάνι ελιάς, ενώ κάτω από τον σταυρό υπάρχουν δύο λογχοφόρες σημαίες με τα αρχικά ΗΕΑ-ΗΘΣ («Ή Ελευθερία ή Θάνατος»). Σε αυτήν και στο Ευαγγέλιο ορκίζονται παρουσία ιερέα οι μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία. Η επαναστατική σημαία που υψώνει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στη Μολδοβλαχία στις 22 Φεβρουαρίου 1821 περιλαμβάνει τα χρώματα εκείνης του Ρήγα (κόκκινο, λευκό, μαύρο) και φέρει από τη μία πλευρά τον μυθικό φοίνικα με επιγραφή «Εκ της στάκτης μου αναγεννώμαι», από την άλλη ερυθρό σταυρό πλαισιωμένο από στεφάνι δάφνης και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα», ενώ σε άλλη της παραλλαγή φέρει στην πίσω πλευρά τους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη.
Ειδήσεις σήμερα
25η Μαρτίου: Πώς θα κινηθούν τα μέσα μεταφοράς στην Αθήνα
25η Μαρτίου: Ποιοι δρόμοι κλείνουν λόγω της Στρατιωτικής παρέλασης στην Αθήνα
Η επανάσταση του 1821 στο θεατρικό σανίδι – Οι παραστάσες με πρωταγωνιστές-θρύλους
25η Μαρτίου: Ευαγγελισμός της Θεοτόκου – Η μεγάλη εορτή της ορθοδοξίας