Την άνοιξη του 1937 οι εθνικιστές του φράνκο είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της Ισπανίας, θέλησαν όμως να αποκτήσουν κυριαρχία και στα βόρεια της χώρας, καταλαμβάνοντας το Μπιλμπάο, τη μεγαλύτερη πόλη των Βάσκων, που στον ισπανικό εμφύλιο συνεργαζόταν με τη δημοκρατική κυβέρνηση της Μαδρίτης.
Σε στρατηγικό σημείο στο δρόμο για το Μπιλμπάο, βρισκόταν η Γκουέρνικα, μία πόλη περίπου 7.000 κατοίκων στην οποία είχαν βρει καταφύγιο και χιλιάδες «δημοκρατικοί πρόσφυγες». Σημείο αναφοράς της Γκουέρνικα, μια βελανιδιά στο κέντρο της πόλης, κάτω από την οποία συνεδρίαζε η Βουλή των Βάσκων.
Η εντολή για τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα δόθηκε από τους Φρανκιστές στη «Λεγεώνα Κόνδωρ», μια ομάδα γερμανών εθελοντών υπό τις διαταγές του αντισμήναρχου Βόλφραμ Φράιχερ φον Ριχτχόφεν.
Στην επιχείρηση πήραν μέρος 20 γερμανικά μαχητικά, αλλά και τρία ιταλικά, τμήμα του ιταλικού εθελοντικού σώματος που είχε στείλει ο Μουσολίνι προς… υπεράσπιση του ομοϊδεάτη του Φράνκο. Ο βομβαρδισμός ξεκίνησε στις 4:30 το απόγευμα της 26ης Απριλίου και διήρκεσε 2,5 ώρες. Οι καταιγιστικοί βομβαρδισμοί, ισοπέδωσαν την ανοχύρωτη πόλη, που μετετράπη σε ερείπια από τις βόμβες των 250 και 50 κιλών και καταστράφηκε ολοσχερώς από τις πυρκαγιές που ακολούθησαν.
Η Επιχείρηση Επίπληξη (Operation Rugen), όπως ήταν η κωδική της ονομασία, πραγματοποιήθηκε από τις 4:30 το απόγευμα έως τις 7 το βράδυ της 26ης Απριλίου 1937. Ήταν κυριολεκτικά ένας περίπατος για τους πιλότους, καθώς η πόλη ήταν ανοχύρωτη. Οι βομβαρδισμοί ήταν καταιγιστικοί και ανηλεείς, με αποτέλεσμα η πόλη σχεδόν να ισοπεδωθεί και από τις μεγάλες πυρκαγιές που ακολούθησαν. Τα θύματα από τους βομβαρδισμούς ανήλθαν σε 1654 νεκρούς και 889 τραυματίες, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι αρχές. Πρόσφατες έρευνες μειώνουν τον αριθμό των νεκρών, το πολύ στους 300.
Αυτό δεν μειώνει σε τίποτα τη φρίκη της επίθεσης, που ήταν ένα κλασσικό έγκλημα πολέμου, ένα τυφλό χτύπημα και μια πράξη τρομοκρατίας, αφού η επίθεση δεν εκδηλώθηκε κατά στρατιωτικού στόχου.
Οι εθνικιστές, χωρίς να αρνηθούν τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα, έριξαν τις ευθύνες για τις μεγάλες πυρκαγιές και τις εκτεταμένες καταστροφές στους υποχωρούντες Δημοκρατικούς και στις τακτικές της «καμμένης γης» που εφάρμοζαν. Δημοσιογραφικές μαρτυρίες από πρώτο χέρι τούς δικαιώνουν εν μέρει.
Όπως και σε ανάλογες περιπτώσεις την Ελλάδα, η Δημοκρατική Γερμανία ζήτησε συγγνώμη για τις ωμότητες που διέπραξαν οι ναζιστές στην Ισπανία. Στην 60η επέτειο του βομβαρδισμού της Γκουέρνικα το 1997, ο γερμανός πρόεδρος Ρόμαν Χέρτζοχ, με επιστολή τους προς του επιζώντες, τους «έτεινε χείρα φιλίας και συμφιλίωσης, εξ ονόματος του γερμανικού λαού». Το 1998 η γερμανική Βουλή με απόφασή της αφαίρεσε όλα τα ονόματα των μελών της Λεγεώνας Κόνδωρ, που είχαν δοθεί σε γερμανικά στρατόπεδα.
Την ίδια περίοδο, ο μεγάλος ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο ετοίμαζε έναν πίνακα, κατά παραγγελία της Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Μαδρίτης, που θα κοσμούσε το Ισπανικό Περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων. Μόλις ενημερώθηκε για τη μεγάλη σφαγή στη βασκική πόλη, ονόμασε τον πίνακα Γκουέρνικα, εκφράζοντας έτσι την απέχθειά του για τη φρίκη του πολέμου.
Η Γκουέρνικα του Πικάσο είναι μια ελαιογραφία, με διαστάσεις 3,49×7,77μ. στην οποία αποτυπώνονται μοναδικά η βιαιότητα και η απόγνωση του πολέμου. Ο πίνακας δείχνει διαμελισμένους ανθρώπους και ζώα, γυναίκες με νεκρά μωρά στην αγκαλιά να κλαίνε ανάμεσα σε κατεστραμμένα κτίρια, με το χρώμα να απουσιάζει καθώς ο Πικάσο θεώρησε ότι χρησιμοποιώντας μόνο μαύρο, άσπρο και γκρι θα κατάφερνε να δώσει μεγαλύτερη ένταση στον πίνακά του.
Όπως ήταν προγραμματισμένο, ο πίνακας εκτέθηκε στο Παρίσι, συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον του κόσμου, ενώ «πρωταγωνίστησε» στην προσπάθεια συγκέντρωσης χρημάτων για την προάσπιση της Δημοκρατίας στην Ισπανία, με το να εκτίθεται σε μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, ενώ με την επικράτηση του Φράνκο το 1939 η Γκουέρνικα βρήκε προσωρινό καταφύγιο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ).
Στο υπό κατοχή Παρίσι, υπέμενε μια ατελείωτη παρέλαση Γερμανών επισήμων από το ατελιέ του. Εξέταζαν εξονυχιστικά τα χαρτιά του και τον ρωτούσαν για Εβραίους καλλιτέχνες. Ο Πικάσο απλώς χαμογελούσε και τους έδινε καρτ-ποστάλ με την «Γκουέρνικα». Λέγεται ότι κάποτε ο Γερμανός πρέσβης πήρε μια κάρτα και ρώτησε χλευαστικά:
-«Εσείς το κάνατε αυτό, μεσιέ Πικάσο;»
-«Όχι», είπε ο Πικάσο, «εσείς το κάνατε»….
Αν και ο Φράνκο είχε ζητήσει να εκτεθεί ο πίνακας στην Ισπανία, ο Πικάσο εξουσιοδότησε το ΜΟΜΑ να επιστρέψει τον πίνακα στην πατρίδα του όταν πέσει το καθεστώς Φρλανκο, κάτι που έγινε το 1975 όταν πέθανε ο Φράνκο, ενώ δύο χρόνια νωρίτερα είχε φύγει από τη ζωή και ο μεγάλος Ισπανός κομμουνιστής ζωγράφος, ο οποίος δεν ευτύχισε να δει τον διασημότερο πίνακά του να επιστρέφει στα πάτρια εδάφη, το 1981.
Από το 1992 η Γκουέρνικα κοσμεί το Μουσείο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Βασίλισσα Σοφία της Μαδρίτης, όπου μεταφέρθηκε από το Πράδο, όπου είχε αρχικά εκτεθεί.