Ο τελευταίος, στο βιβλίο του «Ο Συνοδικός Τόμος ή περί αληθείας», που εκδίδεται στην πρωτεύουσα το 1852, για να τεκμηριώσει την άποψή του ότι ο γάμος αποτελεί «πολιτικό συνάλλαγμα» (ιδιωτική σχέση), προχωρά σε μια εκτενή ιστορική αναδρομή.
Από την αρχή
Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, γράφει, οι γάμοι διέπονται από το Ρωμαϊκό Δίκαιο, κάτι το οποίο συνεχίζεται στα βυζαντινά χρόνια όταν ο Χριστιανισμός γίνεται επίσημη και κυρίαρχη θρησκεία της αυτοκρατορίας. Μόνη προϋπόθεση για την τέλεση γάμου είναι η αμοιβαία διάθεση του ανδρόγυνου να ζουν ως σύζυγοι, κάτι που αποδεικνύεται από μάρτυρες.
Ο γάμος γίνεται μυστήριο μόνο μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204, κάτω από την επίδραση της Καθολικής Εκκλησίας, αφού μέχρι τότε δεν υπάρχει κανένα εκκλησιαστικό κείμενο που να τον ορίζει έτσι. Αυτό συνεχίζεται στη διάρκεια της οθωμανικής σκλαβιάς, αφού τους χριστιανικούς νόμους διαδέχονται οι μουσουλμανικοί, τα αυτοκρατορικά δικαστήρια τα οθωμανικά, με αποτέλεσμα να μην μπορεί οι χριστιανικοί γάμοι και διαζύγια να εκδικάζονται από μουσουλμανικά δικαστήρια, με την Ορθόδοξη Εκκλησία να καλείται να καλύψει αυτό το κενό.
Ετσι παραμένουν τα πράγματα μέχρι το 1926 όταν αρχίζει εκ νέου η συζήτηση για το αν ο κυρίαρχος λόγος στην τέλεση του γάμου πρέπει να ανήκει στην Πολιτεία ή την Εκκλησία. Το θέμα επαναφέρει τον Μάρτιο του 1926 ο υπουργός Δικαιοσύνης στη δικτατορική κυβέρνηση Θεόδωρου Πάγκαλου, Ιωσήφ Κούνδουρος, αλλά είναι τέτοιες οι αντιδράσεις που ο τελευταίος σύντομα μιλάει για παρανόηση των λεγομένων του. Δηλώνει ότι η συζήτηση περί πολιτικού γάμου είναι ατομική και όχι κυβερνητική θέση και περιορίζεται στα όρια επιστημονικής συζήτησης, ενώ διαψεύδει τα δημοσιεύματα που τον θέλουν εγκαταλείπει την υπουργική θέση για να αναχωρήσει για το εξωτερικό λόγω θεμάτων υγείας…
Τον Δεκέμβριο του 1930, επί κυβερνήσεως Ελευθέριου Βενιζέλου, η αναθεωρητική επιτροπή του Αστικού Κώδικα, φτάνοντας στο κεφάλαιο Οικογενειακό Δίκαιο, θέτει το θέμα «πολιτικός γάμος».
Μπορεί η επιτροπή που συντάσσει τον ελληνικό Αστικό Κώδικα να απορρίπτει τελικά, κατά πλειοψηφία, την πρόταση για την προαιρετική εισαγωγή του θεσμού στη χώρα, αλλά έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον οι απόψεις που αναπτύσσονται στην επιτροπή από τους πολιτικούς αρχηγούς της εποχής.
Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος αφού θέτει το θέμα αν ο γάμος είναι μυστήριο ή έθιμο, αναφέρει: «Δι’ εμέ, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρέπει του λοιπού ο πολιτικός γάμος να είναι συστατικόν στοιχείον του κύρους του γάμου δι’ όλους τους Ελληνας». Αντίθετη άποψη έχει ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος Παναγής Τσαλδάρης, που αναφέρει ότι στο ζήτημα αυτό δεν μπορούμε να λάβουμε απλώς υπόψη τους νόμους και το Σύνταγμα, αφού «…η συνείδηση οιουδήποτε Ελληνος Ορθοδόξου θα διαμαρτυρηθή επί τω ακούσματι απλώς, ότι πρόκειται να επιβληθή ο τύπος του πολιτικού γάμου».
Σφοδρές αντιδράσεις, απρόσμενοι υποστηρικτές
Το ζήτημα τίθεται ξανά το φθινόπωρο του 1972, εν μέσω απριλιανής δικτατορίας, στη συζήτηση νομοσχεδίου περί «αυτόματου διαζυγίου» (για τη λύση του γάμου αρκεί να αποδειχτεί η διάσταση των συζύγων για διάστημα δύο ετών και άνω). Οταν η Εκκλησία αρνείται, για μία ακόμα φορά, να ευλογήσει νέους γάμους όσων χωρίσουν με αυτόματο διαζύγιο, υπάρχει η σκέψη για ψήφιση του πολιτικού γάμου που βρίσκει απρόσμενους συμμάχους, όπως ο μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης: «Αν το κράτος θέλει να εκδώσει νόμον Καζανόβα (αυτόματο διαζύγιο), ας θεσπίσει τον πολιτικόν γάμον και το πολιτικόν διαζύγιον».
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Έφυγε ο «δημιουργός» μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας
Ομως οι διαφωνίες δεν περιορίζονται στον χώρο της Εκκλησίας, αφού διχασμένος εμφανίζεται και ο νομικός κόσμος της χώρας, ενώ ο πολιτικός βρίσκεται στον «γύψο». Ο καθηγητής Αστικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών Εμμανουήλ Βουζίκας είναι σαφής στις θέσεις του: «Είμαι κατά του πολιτικού γάμου. Η Ελλάς οφείλει την ύπαρξίν της ως έθνος εις τον αποφασιστικόν ρόλον της θρησκείας. Είναι αδύνατον με νόμον να καταλυθούν τα χριστιανικά ιδεώδη». Αντίθετα, ο καθηγητής του Αστικού Δικαίου Ανδρέας Γαζής είναι πιο ελαστικός: «Εάν καθιερωθεί ο πολιτικός γάμος και εις την χώραν μας, δεν νομίζω ότι θα δημιουργήσει προβλήματα. Η περίπτωση να αρνηθεί η εκκλησία να τελέσει γάμον, μετά από τυχόν καθιέρωση του αυτομάτου διαζυγίου, δεν είναι δυνατή, δεδομένου ότι τούτο θα ήτο ανταρσία εναντίον της Πολιτείας».
Τελικά, ο πολιτικός γάμος γίνεται νόμος του κράτους μόλις στις 22 Μαρτίου 1982, ενώ οι μεγάλες αντιδράσεις της Εκκλησίας κάμπτονται με εκατέρωθεν υποχωρήσεις. Την… κορδέλα στο δημαρχείο κόβει λίγους μήνες μετά ένα ζευγάρι στην Ικαρία, ενώ θα χρειαστούν πολλά χρόνια ώστε ο πολιτικός να ανταγωνιστεί τον θρησκευτικό.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr