Σήμερα, στον αναπτυγμένο κόσμο, επικρατεί καθολικά η θέση ότι η τεχνητή διακοπή μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης αποτελεί αποκλειστική απόφαση της εγκύου, ενώ η πράξη γίνεται νόμιμα σε ασφαλή δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία. Ομως παρακάτω θα διαβάσουμε ότι δεν ήταν πάντα έτσι. Το αντίθετο μάλιστα…
Ο Ιπποκράτης, στον περίφημο όρκο του, αναφέρει ότι «δεν θα εμπιστευτώ σε έγκυο μέσο που προκαλεί έκτρωση», θέση που υποστηρίζει και ο Αριστοτέλης εξαιρώντας όμως το πρώτο σαρανταήμερο κύησης, μετά το οποίο το έμβρυο αποκτά κίνηση άρα και ζωή. Αντίθετα, Σωκράτης και Πλάτωνας υπερασπίζονται το δικαίωμα της γυναίκας στη διακοπή μιας ανεπιθύμητης κύησης. Πάντως, ανεξαρτήτως προσέγγισης, οι εκτρώσεις στην αρχαία Ελλάδα αποτελούν συνήθη πρακτική ενώ είναι δεδομένες στις εταίρες. Ο Χριστιανισμός θεωρεί αμαρτία την έκτρωση, αφού δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να αφαιρέσει ζωή, εξαιρώντας μόνο τις περιπτώσεις που το έμβρυο δεν είναι πλήρως σχηματισμένο και κινδυνεύει η ζωή της μητέρας. Στο Βυζάντιο οι εκτρώσεις απαγορεύονται αυστηρά τόσο από τον νόμο όσο και από την Εκκλησία, ενώ όσοι συμμετέχουν στην πράξη απειλούνται με θανατική ποινή.
Στα νεότερα χρόνια ο πρώτος νόμος απαγόρευσης των αμβλώσεων στην Ελλάδα εμφανίζεται το 1834, προβλέποντας θανατική ποινή ή κάθειρξη 15-20 ετών σε όσους προβαίνουν στην πράξη χωρίς τη συναίνεση της εγκύου ή χρησιμοποιούν επικίνδυνα μέσα που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή της. Η άμβλωση είναι καταδικαστέα νομικά και ηθικά, αλλά και κοινωνικά, αφού όσες γυναίκες ή ζευγάρια προβαίνουν σε αυτή θεωρούνται στιγματισμένα.
Ενδεικτικά της κυρίαρχης αρνητικής αντίληψης για την τεχνητή διακοπή της κύησης είναι και τα άρθρα σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος, όπως οι Γρηγόρης Ξενόπουλος και Τίμος Μωραϊτίνης, που δημοσιεύονται στα τέλη του 19ου αιώνα. Ο πρώτος τοποθετεί την έκτρωση στην κατηγορία «Εγκλήματα εκφύλων» στις οποίες περιλαμβάνονται «οι δολοφονίες και ανατινάξεις αναρχικών, οι προς κέρδον αθέμιτοι εμπρησμοί, αι εκβιασμοί και αι παραπλανήσεις, οι παντοειδείς προσβολές κατά των ηθών», ενώ ο δεύτερος την εντάσσει στις παιδοκτονίες: «Σε φονεύω διά να μην ομιλήσεις λέγει η αμαρτωλή». Την ίδια περίοδο εγκατάλειψη νεογέννητου σε πλατεία της πρωτεύουσας οδηγεί σε δικαστική δίωξη της μητέρας ενώ άρθρο καθημερινής εφημερίδας της εποχής θεωρεί ότι ο νόμος και η κοινωνία δεν πρέπει να είναι αυστηροί με τη μητέρα, αφού η εγκατάλειψη υγιούς βρέφους αποτελεί σωστότερη επιλογή από την έκτρωση…
Ομως, η ανελέητη δίωξη των αμβλώσεων φέρνει εντελώς αντίθετα αποτελέσματα, αφού αυτές όχι μόνο δεν περιορίζονται, αλλά οι χιλιάδες ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, που συμβαίνουν κάθε χρόνο ανά την επικράτεια, αντιμετωπίζονται με απούσες την Πολιτεία και, πολλές φορές, την ιατρική επιστήμη. Τη θέση τους παίρνουν επιτήδειες μαίες, πρακτικές μαμές, ανήθικοι γιατροί που με πρωτόγονα μέσα και μαντζούνια υπό ακατάλληλες υγειονομικές συνθήκες εκτελούν συνεχείς εκτρώσεις ακόμα και σε προχωρημένες εγκυμοσύνες με τραγικά αποτελέσματα είτε τον θάνατο της γυναίκας είτε την ανικανότητά της για επόμενη σύλληψη.
Ο καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας Κωνσταντίνος Λούρος μιλά το 1901 για τον ρόλο κάποιων μαιών σε αυτό το παραεμπόριο απελπισίας: «Ετερον ζήτημα, το οποίον πρέπει να ληφθή σοβαρά υπόψιν, είναι οι καθ’ εκάστην λαμβάνουσαι χώραν εκτρώσεις παρά των μαιών ενταύθα και εν ταις επαρχίες. Αι μαίες απέβαλον, ως εκ της ατιμωρησίας, και τον ελάχιστον φόβον και αιδώ, προβαίνουσι δε καθ’ εκάστην εις διαφόρους εκτρώσεις, αναμένουσας κατά τούτων να κερδίζωσι τα προς το ζην. Ημείς μόνον είμεθα εις θέσιν να γνωρίζωμεν τα λαμβάνοντα χώραν».
Αντίστοιχο ρόλο παίζουν και κάποιες πρακτικές μαμές με αποτέλεσμα τον θάνατο της άτυχης κοπέλας, όπως το περιστατικό που συνέβη τα Χριστούγεννα του 1903. Στη δίκη που ακολουθεί ο πατριός της άτυχης νέας περιγράφει πώς αυτή προσεγγίστηκε από άνθρωπο του παράνομου κυκλώματος: «Θα το μπαλώσουμε το πράγμα. Ξέρω μια μαμή που είναι μάνα γι’ αυτές τις δουλειές. Θα σου κάνει μια έκτρωση, θα ρίξεις το παιδί και δεν θα πάθεις τίποτα. Μη φοβάσαι τίποτα. Η μαμή αυτή σου λέω είναι θεός. Εγώ που με βλέπεις έκανα τρεις εκτρώσεις και δεν έπαθα τίποτα χάρις σε αυτήν».
Στις ετήσιες εκθέσεις του Ιατροδικαστικού Εργαστηρίου (Νεκροτομείο) της πρωτεύουσας οι δηλωμένες εκτρώσεις αναφέρονται στην κατηγορία «βίαιοι θάνατοι». Ετσι λοιπόν βλέπουμε ότι από τους 220 θανάτους που καταγράφηκαν το 1929 στην πρωτεύουσα οι 26, πάνω από 10%, είναι από εκτρώσεις. Στην πραγματικότητα ο αριθμός των θυμάτων είναι άγνωστος, όπως και οι γυναικολογικές συνέπειες.
Ούτε όμως τα συντριπτικά αυτά στοιχεία αρκούν για να αλλάξουν την επικρατούσα άποψη ότι η έκτρωση είναι, ανάμεσα στα άλλα, αμαρτία, όπως φαίνεται από το παρακάτω απόσπασμα εφημερίδας του 1929, όπου το Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών παρουσιάζεται ως προαγωγός της βρεφοκτονίας, αφού σώζει τη γυναίκα αλλά θυσιάζει το παιδί που δεν ανήκει σε αυτή αλλά στον Θεό: «Υποχρεώσατε τας ατυχείς αυτάς γυναίκας να κρατούν τα παιδιά των, τουλάχιστον εφ’ όσον ευρίσκονται εντός του Μαιευτηρίου και υποδείξατε προς αυτάς ότι τα βρέφη εκείνα, τα οποία με τόσον ελαφράν συνείδησιν αποστέλλουν εις τον τάφον έχουν ψυχήν και ότι η ψυχή των δυστυχών εκείνων βρεφών δεν ανήκει εις αυτάς, αλλά εις τον Θεόν και ότι ουδέν έχουσι δικαίωμα να την αφαιρούν».
Μεταπολεμικά, αντί οι σύγχρονες μέθοδοι αντισύλληψης να γεφυρώσουν το χάσμα, δημιουργούν ένα νέο πεδίο μακροχρόνιας διαμάχης, αφού και η πρόληψη της εγκυμοσύνης θεωρείται από κάποιους έγκλημα. Στην Ελλάδα χρειάζεται να φτάσουμε στο 1986 ώστε να νομιμοποιηθούν οι αμβλώσεις υπό συγκεκριμένες χρονικές προϋποθέσεις κύησης και σε απόλυτα ασφαλείς για την έγκυο συνθήκες.
Ο ψευτογιατρός και η κλινική της φρίκης
Η κρατική «ακαμψία» στην καθολική απαγόρευση των εκτρώσεων οδηγεί σειρά από απελπισμένες γυναίκες ή ακόμα και ανήλικα κορίτσια στα σκοτεινά μονοπάτια της παράνομων και επικίνδυνων για την υγεία τους εκτρώσεων. Ισως η πιο ακραία από αυτές τις περιπτώσεις καταγράφεται στον Πειραιά των αρχών της δεκαετίας του ‘50. Εκεί κάνει «χρυσές δουλειές» μια κλινική που δημιουργεί πρώην υπάλληλος της ΟΥΛΕΝ, που όχι μόνο αρέσκεται να φορά τη λευκή ιατρική στολή, αλλά κάνει και ο ίδιος εκτρώσεις…
Δημιουργεί ένα δίκτυο ανθρώπων που βρίσκει κορίτσια και γυναίκες από την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά ή πληρώνεται αδρά για να κάνει την έκτρωση ή δίνει ετοιμόγεννα βρέφη σε κύκλωμα παράνομων υιοθεσιών λέγοντας στις μητέρες ότι το μωρό τους πέθανε. Οταν μία από τις εγκύους πεθαίνει στην κλινική του ψευτογιατρού, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση γι’ αυτόν. Στη δίκη που γίνεται το 1953 ακούγονται σημεία και τέρατα.
Ο ψευτογιατρός αναλαμβάνει εκτρώσεις σε εγκύους μέχρι δύο μηνών ενώ για προχωρημένες εγκυμοσύνες έρχεται κανονικός γυναικολόγος. Τα νεογνά μεταφέρονται σε χαρτοσακούλες ενώ όσα δίνονται για πώληση μεταφέρονται, μέσω της συζύγου του, μέσα σε χαρτοφύλακα. Με αυτό τον τρόπο πωλούνται πάνω από 50 μωρά σε Ελλάδα και εξωτερικό. Οσα γεννιούνται με κάποιο πρόβλημα υγείας σκοτώνονταν και θάβονταν στην αυλή της κλινικής… Μια νοσοκόμος που εργαζόταν στην κλινική της φρίκης αναφέρει στο δικαστήριο την περίπτωση κάποιου βρέφους που το βάζουν σε εφημερίδα και το αφήνουν στην τουαλέτα να πεθάνει. Επειδή όμως η μητέρα του παραπονιέται για το κλάμα του, ο ψευτογιατρός τού σπάει το πόδι και το χέρι και το θάβει στον κήπο…