Πλήρως απελευθερωμένος από οποιαδήποτε πολιτική υστεροβουλία και με τον χειμαρρώδη λόγο ενός πολιτικού παλαιάς κοπής που είχε συνηθίσει να αντιμετωπίζει πολιτικές καταιγίδες, καταθέτει τη δική του αλήθεια για πρόσωπα και γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης.
Πρόκειται για τις αφηγήσεις του κορυφαίου πολιτικού άνδρα στον γνωστό δημοσιογράφο, που πραγματοποιήθηκαν µε ρητή συμφωνία το περιεχόμενό τους να δημοσιοποιηθεί αφότου φύγει ο Ελληνας ηγέτης από τη ζωή.
Σκληρός, ενίοτε κυνικός ακόμα και με τον εαυτό του, αυστηρός, μερικές φορές απόλυτος και ταυτόχρονα ανθρώπινος και γενναιόδωρος με την άνεση κάποιου που ξέρει πως δεν έχει πλέον να αποδείξει τίποτα, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έχει ακόμα την ικανότητα να ανοίγει πληγές αλλά και να καθαρίζει τραύματα.
«Αυτός ο τόμος αντικατοπτρίζει τις δύο όψεις του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, τον απίθανο αυτό συνδυασμό ενός statesman και ενός ανθρώπου που αφιέρωνε τον υπόλοιπο χρόνο του στη μικροπολιτική και το παρασκήνιο», γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς μεταξύ άλλων και σημειώνει: «Ο δεύτερος τόμος, όπως και ο πρώτος, αποδίδουν τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη όπως ακριβώς ήταν και όπως μιλούσε για όσα έζησε στον στενό του κύκλο. Ηταν σαν να ήθελε, μέσω αυτών των συνεντεύξεων, να αποχαιρετήσει τους συμπολίτες του βάζοντάς τους μέσα στο σπίτι του, για να ακούσουν από τον ίδιο τις δικές του αλήθειες». Αλλωστε «είναι ο ιστορικός του μέλλοντος που θα μπορέσει να διασταυρώσει περιγραφές και γεγονότα. Το βιβλίο αποτυπώνει τον ίδιο τον Μητσοτάκη με τα δικά του λόγια και μόνο».
Η περίοδος που καλύπτει το βιβλίο «Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με τα δικά του λόγια. Τόμος Β: 1974-2016» (εκδόσεις Παπαδόπουλος) καλύπτει τις δύσκολες σχέσεις του µε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τα πρώτα χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, την επαναφορά του στην πολιτική σκηνή, την ένταξη στη Νέα Δημοκρατία το 1978 και στην ηγεσία της το 1984, τις μεγάλες συγκρούσεις µε τον Ανδρέα Παπανδρέου, το σκάνδαλο Κοσκωτά και το Ειδικό Δικαστήριο, τη «17Ν» και τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, τις μεταρρυθμίσεις αλλά και το άγνωστο παρασκήνιο για το Σκοπιανό.
› Οι δύσκολες σχέσεις με τον Kωνσταντίνο Καραμανλή
Οταν ο Μητσοτάκης ήταν πια αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η σχέση του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή πέρασε σε θεσμική διάσταση: «Οταν τον έβλεπα ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, ήταν άψογος. Δεν υπήρχε ψυχρότης. Δεν εκδήλωσε, παρά πολύ αργότερα, τα μύχια. Δεν με ήθελε ο Καραμανλής, δεν ήμουν επιλογή του. Πλην όμως, έβλεπε ότι εγώ έκανα τη δουλειά καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο».
Η σχέση των δύο αντρών υπήρξε ισότιμη. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης μάλιστα ήταν εκείνος που και τις δύο φορές πρωτοστάτησε για να γίνει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Οι απόψεις τους συνέπιπταν σε κρίσιμα θέματα, όπως της εξωτερικής πολιτικής και το πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται η Τουρκία. Οι δύο άντρες συμφωνούσαν μάλιστα στο ότι ο λαϊκισμός του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ένας μεγάλος κίνδυνος.
«Ο Καραμανλής υποστήριζε την ίδια άποψη, και θυμάμαι που μου είπε: “Κάλεσα τον Αντρέα και του είπα ότι: Πρόσεξε διότι ανά πάσα ώρα οι Τούρκοι μπορούν να σου δημιουργήσουν θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο. Αν σου δημιουργήσουν, εσύ τι θα κάνεις; Θα χτυπήσεις; Μεγάλη απόφαση. Θα το καταπιείς για να εξευτελιστεί η Ελλάδα;”».
Μάλιστα πολύ αργότερα, όταν το Σκοπιανό ήταν σε εξέλιξη, ο Κ. Μητσοτάκης θυμάται τον εξής χαρακτηριστικό διάλογο με τον Ανδρέα Παπανδρέου: «Ο Ανδρέας δεν ήξερε από εξωτερική πολιτική. Κάποτε τον ρώτησα: “Ανδρέα, στον θεό σου, για πες μου…”, γιατί με τον Ανδρέα εγώ είχα πάρα πολύ μεγάλη άνεση κουβέντας. “Εσύ, Ανδρέα, από πού ενημερώνεσαι;”. Και μου λέει: “Κάθε βράδυ διαβάζω τη Herald Tribune”. Δεν ησχολείτο ο Ανδρέας, δεν ησχολείτο»!
› Η παραπομπή του Ανδρέα και η φράση (του Καραμανλή) που δεν ειπώθηκε ποτέ
Ο Κ. Μητσοτάκης τονίζει πολλές φορές πως δεν ήθελε την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου, μάλιστα υπήρξαν και δημόσιες παρεμβάσεις του που βοήθησαν τον πολιτικό του αντίπαλο. Ωστόσο ήταν κάτι για το οποίο είχε δεσμευτεί, άρα έπρεπε να τηρήσει την υπόσχεσή του.
«Δεν ήθελα να παραπέμψουν τον Ανδρέα, δεν πήγαινα γυρεύοντας, αλλά ήταν αδύνατον να μη γίνουν δίκες από την ώρα που είχαμε πιάσει επ’ αυτοφώρω τον Κουτσόγιωργα», αφηγείται στον Αλέξη Παπαχελά και διευκρινίζει ότι από την ηγεσία της Αριστεράς μόνο ο Χαρίλαος Φλωράκης είχε εκφράσει ενδοιασμούς. Οσο για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή σημειώνει ξεκάθαρα πως είναι μύθος η φράση που αποδίδεται στον Καραμανλή ότι οι υπουργοί πάνε σπίτια τους και δεν πάνε στο δικαστήριο.
«Οχι μόνο δεν μου το είπε ποτέ, αλλά είχα τη σαφή αίσθηση ότι ο Καραμανλής ήθελε να δικαστεί ο Ανδρέας. Ξέρεις, ο Καραμανλής δεν είχε τον δικό μου χαρακτήρα. Είναι βέβαιο ότι ο Καραμανλής θυμόταν και δεν χαριζόταν […] Ούτε ο Κύρκος διαφώνησε. Ο μόνος ο οποίος εξεδήλωσε αμφιβολίες και το κουβέντιασε μαζί μου ήταν ο Φλωράκης, ο οποίος μου είπε: “Mήπως, βρε παιδί μου, δεν πρέπει να παραπέμψουμε τον Ανδρέα;”. Του είπα: “Ρε Χαρίλαε, έχουμε υποσχεθεί. Κι εγώ, δεν μου κάνει κέφι να παραπέμψω τον Ανδρέα, αλλά έχουμε υποσχεθεί όλοι ότι θα κάνουμε την κάθαρση”».
«Πράγματι ήταν βρόμικο το 1989, αλλά ήταν βρόμικο γιατί έγιναν όλα αυτά τα πράγματα. Γιατί για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας, και ελπίζω και τελευταία, πληρώθηκε με 2 εκατομμύρια δολάρια ένας αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως (σ.σ.: Κουτσόγιωργας) για να ψηφίσει έναν νόμο υπέρ ενός απατεώνα (σ.σ.: Κοσκωτάς)».
› Η δολοφονία Μπακογιάννη και η «17Ν»
«Δεν το περίμενα, δεν το περίμενα ποτέ. Και δεν ξέρω και γιατί τον σκότωσαν. Κάτι είχε ανακαλύψει ο Παύλος, ο οποίος ήταν πολυπράγμων. Κάτι είχε ανακαλύψει και τον φοβήθηκαν και τον σκότωσαν. Διότι ήξεραν ότι θα τους στοίχιζε πολιτικά».
Η υπόθεση της «17Ν» απασχολούσε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη -εναντίον του οποίου είχαν γίνει επανειλημμένες απόπειρες δολοφονίας- αρκετό καιρό πριν από τη δολοφονία Μπακογιάννη. Πίστευε πως βασικός στόχος της οργάνωσης ήταν η Νέα Δημοκρατία.
«Εψαξε κανείς για πολιτική διασύνδεση; Ποιος έψαξε; Δηλαδή είναι σαφές ότι η κυβέρνηση Σημίτη και ο [Μιχάλης] Χρυσοχοΐδης, οποίος ήταν εξαίρετος υπουργός Δημοσίας Τάξεως, πολέμησε πραγματικά. Ο Χρυσοχοΐδης ήταν πολύ αποτελεσματικός, καλύτερος από τους δικούς μας υπουργούς στην αντιμετώπιση του φαινομένου της τρομοκρατίας, αλλά είναι επίσης βέβαιο ότι έφτασε σε ένα ορισμένο σημείο».
› Το θαύμα του ‘90
Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη η χώρα είχε πτωχεύσει το 1989, μετά τη διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ που είχε επιλέξει τη βελτίωση του επιπέδου ζωής του λαού μέσω της αύξησης του δημοσίου χρέους με ελλείμματα που χρηματοδοτούσαν καταναλωτικές δαπάνες, μέσω του ασφυκτικού εναγκαλισμού της οικονομίας από το κράτος που εξουθένωσε την ανταγωνιστικότητά της και μέσω των παροχών σε συνταξιούχους και συνδικαλιστές που εκτόξευαν το κρυφό χρέος που δημιουργεί το ασφαλιστικό σύστημα.
Ο Μητσοτάκης βάζει κυλιόμενο 3ετές πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας και καταφέρνει να μειώσει το τεράστιο έλλειμμα του 17,6% του ΑΕΠ το 1989 στο 8,8% το 1992. Παράλληλα, μειώθηκε ο πληθωρισμός και πενταπλασιάστηκε το ύψος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Τότε μπήκαν τα θεμέλια για τρία εμβληματικά έργα: μετρό της Αθήνας, γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και Αττική Οδός. Ομως η πρωθυπουργία του έμεινε ημιτελής.
Το Μακεδονικό και η τέλεια καταιγίδα το 1993
Η δραματική σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών το 1992, η επιμονή Σαμαρά, οι πιέσεις του διεθνούς παράγοντα στον όρο «Μακεδονία», η δυσκολία των πολιτικών να καταλήξουν σε ομοφωνία όπως ήθελε ο Καραμανλής και φυσικά ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» που ήταν το κλείσιμο των συνόρων περιγράφονται με συγκλονιστικές λεπτομέρειες στο βιβλίο. Εκεί επισημαίνεται ότι η πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήρθε σε μια εποχή που από τη μία κυριαρχούσε το θέμα των συμβάσεων και της ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ και από την άλλη το Σκοπιανό. Ο ίδιος πάντα έλεγε πως τον έριξε η διαπλοκή.
«Η βασική μας πολιτική στον ΟΤΕ ήταν ιδιωτικοποιήσεις, να πάρουμε τους Ιάπωνες, οι οποίοι ερχόντουσαν εκείνη την εποχή. Θα ήταν μια καμπή στην ιστορία […] Πράγματι ο (Στέφανος) Μάνος ήταν αντίθετος με τη σύμβαση στον Κόκκαλη. Εν πάση περιπτώσει δεν το κάναμε. Ο Κόκκαλης αυτό το οποίο απείλησε το έκανε. Εξαιτίας του ΟΤΕ μάς έριξε. Βέβαια, δεν μας έριξε ο Κόκκαλης, μας έριξε ο Σαμαράς διότι αυτός κινήθηκε, παρά το γεγονός ότι είχε πει ο Σαμαράς ότι: “Εγώ φεύγω αλλά η κυβέρνηση πρέπει να μείνει γιατί έχει εντολή από τον ελληνικό λαό να κυβερνήσει τέσσερα χρόνια”. Και αν είχαμε μείνει τέσσερα χρόνια ίσαμε το τέλος, γιατί όπως σου είπα ήταν καμπή, τις αστικές συγκοινωνίες τις είχαμε ιδιωτικοποιήσει, ένα τρομερά δύσκολο εγχείρημα για το οποίο είχα φτύσει αίμα, τον ΟΤΕ θα τον ιδιωτικοποιούσαμε και θα φέρναμε τους Ιάπωνες, η κυβέρνηση θα απογειωνότανε».
Οπως γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς, η περιγραφή του Μητσοτάκη για αυτό που συνέβη το 1993, είναι η εικόνα μιας τέλειας καταιγίδας.
• «Ο Σαμαράς είναι πίσω από αυτή την ιστορία. Αυτός είναι που έκανε όλη τη δουλειά για την ανατροπή της κυβέρνησης. Είχε μεν την άτυπη συμφωνία της [εσωκομματικής] αντιπολίτευσης στις θέσεις που υποτίθεται ότι πίστευε – διότι ο Σαμαράς δεν είχε καμία θέση, απλώς αυτό που θεωρούσε ότι τον συνέφερε έκανε…».
• «Καραμανλικό χέρι; Οι, ο Καραμανλής δεν ήταν υπέρ της ανατροπής της κυβερνήσεως. Δεν θα το έκανε ο Καραμανλής. Αλλά ότι δεν ήταν ευχαριστημένος ο Καραμανλής με την ανατροπή, δεν μπορώ να το βεβαιώσω. Η ατμόσφαιρα ήταν σαφώς… Το καραμανλικό κομμάτι του κόμματος σχεδόν πανηγύριζε… […] Οι καραμανλικοί ναι μεν δεν ήθελαν οι ίδιοι να πάρουν πολιτική πρωτοβουλία, δεν μπορούσαν και δεν ήθελαν κιόλας να πάρουν πρωτοβουλία ανατροπής, πλην όμως την ανατροπή την αντιμετώπιζαν με αρκετή συμπάθεια».
Εκ βαθέων για τους πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης
Για τον ΚΩΝ/ΝΟ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
«Δεν ήταν μεγάλος ηγέτης με την έννοια ότι δεν ήταν ο άνθρωπος των μεγάλων αποφάσεων, αλλά ήταν ένας πολύ καλός administrateur (κυβερνήτης). Ενας έντιμος άνθρωπος, σκληρός, λιτός ο ίδιος, αυστηρός με τον εαυτό του, με αρχές».
Για τον ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
«Ο Ανδρέας ήταν κακοποιός δύναμις. Αξιος για όλα, αλλά είχε τουλάχιστον ένα προσόν. Με τον Ανδρέα μπορούσες να ξέρεις τι σου γίνεται. Μπορούσες να κάνεις πολιτική με τον Ανδρέα».
Για τον ΚΩΣΤΑ ΣΗΜΙΤΗ
«Ο Σημίτης ήταν ο καλύτερος που έβγαλε το ΠΑΣΟΚ για διάδοχο του Ανδρέα, αλλά και αυτός έχει πεπερασμένα ψυχικά περιθώρια ως ηγέτης».
Για τον ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ
«Είναι ένας άνθρωπος με πάρα πολύ μεγάλες ικανότητες, αλλά παντελώς άβουλος. Δεν παίρνει ποτέ του απόφαση».
Για τον ΓΙΩΡΓΟ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
«Είναι ένας ευπρεπής άνθρωπος που δεν κάνει για πρωθυπουργός».
Για τον ΑΝΤΩΝΗ ΣΑΜΑΡΑ*
«Είναι αδίστακτος, μικροπολιτικός, μικροκομματικός».
* Σύμφωνα πάντως με τον Αλέξη Παπαχελά, η γνώμη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη βελτιώθηκε αισθητά μετά τα πρώτα χρόνια πρωθυπουργίας Σαμαρά.
Η συμβουλή για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και…
«Από την ώρα που βάζεις τον πλέον ανώδυνο -για να χρησιμοποιήσω την πιο ανώδυνη λέξη- δεν διαλέγεις τον καλύτερο. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να είναι προσωπικότητα η οποία, άσχετα με τις εξουσίες που του δίνει το Σύνταγμα, μπορεί να επηρεάσει την πορεία της πολιτικής ζωής».
…η προφητεία για τον λαϊκισμό
«Μόνο αντίβαρο στον λαϊκισμό είναι ο ενημερωμένος πολίτης. Δεν πολεμάται ο λαϊκισμός εύκολα, ούτε θα περάσει. Δεν είναι μόδα που θα περάσει. Ο λαϊκισμός υπάρχει όπου υπάρχουν άνθρωποι επί Γης. Μόνο ο ενήμερος πολίτης είναι η απάντηση στον λαϊκιστή».
Από την έντυπη έκδοση