Ο Σπύρος Παπαθανασάκης δεν κατάφερε να κρατήσει όρθιο τον Ηρακλή και οι ποδοσφαιριστές της ομάδας, ενημερώθηκαν πως δεν θα δώσουν το «παρών» στη φιλική αναμέτρηση με τον Αλμωπό Αριδαίας που ήταν προγραμματισμένη για σήμερα, Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι παίκτες του Ηρακλή κλήθηκαν το πρωί σε συνάντηση με τους υπεύθυνους της ΠΑΕ και ενημερώθηκαν ότι δε θα διεξαχθεί το 2ο φιλικό προετοιμασίας. Επιπλέον τους έγινε σαφές ότι η ομάδα δε θα συμμετάσχει τελικά στο πρωτάθλημα της Football League και πως είναι ελεύθεροι να αναζητήσουν τον επόμενο σταθμό της καριέρας τους.
Όπως όλα δείχνουν, ο «γηραιός», δεν θα «κατέβει» στη Football League και η ΠΑΕ διαλύεται. Βέβαια, υπάρχει η σκέψη από τον ερασιτέχνη να αποκτήσει το ΑΦΜ του Ηρακλή Αμπελοκήπων και να οδηγηθεί η ομάδα στην Α1 της ΕΠΣΜ. Από εκεί, θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ένα νέο ξεκίνημα, όπως εκείνο του 2011, όπου με τρεις διαδοχικούς υποβιβασμούς μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, είχε βρεθεί από την A΄ στην Δ΄ Εθνική, αν και αγωνιστικά είχε εξασφαλίσει την παραμονή του. Ωστόσο, τίποτα δεν είναι επίσημο και η σκέψη αυτή, παραμένει απλά ως ενδεχόμενο.
Αναμφίβολα, η αποχώρηση ενός τόσο ιστορικού σωματείου από το ελληνικό ποδόσφαιρο, με τόσες χιλιάδες φιλάθλων και μια πληθώρα επιτυχιών στο παλμαρέ του, σκορπίζει θλίψη σε κάθε υγιώς σκεπτόμενο οπαδό και ξεπερνά κάθε οπαδική αντιδικία. Ο Ηρακλής, συγκαταλεγόταν ανέκαθεν στις λεγόμενες «μεγάλες» ποδοσφαιρικές ομάδες και μολονότι τα τελευταία χρόνια απείχε παρασάγγας από την αίγλη του παρελθόντος, τόσο το ειδικό βάρος του συλλόγου για τους Έλληνες φιλάθλους, όσο και το βάρος της… φανέλας για τον εκάστοτε ποδοσφαιριστή που φόρεσε τα κυανόλευκα, ήταν τεράστιο.
Η ιστορία ενός… «γηραιού»
Η ιστορία του Ηρακλή ξεκινά από το 1899, όταν ιδρύθηκε ο όμιλος Φιλόμουσων. Ο όμιλος δεν ήταν αθλητικός σύλλογος, αλλά ένα σωματείο γραμμάτων και μουσικής. Το 1903, τα μέλη του ομίλου αποφάσισαν να εντάξουν στις δραστηριότητες τους τον αθλητισμό. Δημιούργησαν ένα γυμναστήριο και ίδρυσαν τμήματα κολύμβησης και ποδηλασίας. Ωστόσο, ήταν το ποδόσφαιρο, ένα νέο άθλημα εκείνης της εποχής που «έκλεψε τις καρδιές» των αθλητών.
Το πρώτο επίσημο παιχνίδι διεξήχθη στις 23 Απριλίου του 1905, αλλά στη συνέχεια ο σύλλογος άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα. Τρία χρόνια αργότερα, το 1908, ημερομηνία-ορόσημο για τον Ηρακλή, όλα άλλαξαν. Ο σύλλογος συνεργάστηκε με την ομάδα «Ολύμπια» και η συνένωση των δυνάμεων τους είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση του Ηρακλή. Ολόκληρη η ονομασία του ήταν τότε: «Οθωμανικός Ελληνικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης «Ο Ηρακλής»». Το τμήμα ποδοσφαίρου ήταν το πρώτο που δημιουργήθηκε. Οι πρώτες επιτυχίες δεν άργησαν να έρθουν. Στις 29 Νοεμβρίου 1908, κατά τη Γενική Συνέλευση των μελών, καταρτίσθηκε το πρώτο καταστατικό του ΗΡΑΚΛΗ αποτελούμενο από 36 άρθρα. Πρώτος Πρόεδρος στην ιστορία του ΗΡΑΚΛΗ ήταν ο ιατρός Α. Μάλτος.
Το 1914 ο Ηρακλής αντιμετώπιζε προβλήματα στέγασης, καθώς τα έσοδα του συλλόγου ήταν ελάχιστα και προέρχονταν μόνον από συνδρομές μελών. Ωστόσο, ο σύλλογος κατάφερε, χάρη στη δυναμική του, να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες και οι εγκαταστάσεις του έγιναν «πυρήνας» αθλητισμού στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Ο Ηρακλής είναι άρρηκτα δεμένος με την ιστορία της πόλης και είναι χαρακτηριστικό ότι πάρα πολλοί σπουδαίοι ποδοσφαιριστές και μετέπειτα προσωπικότητες της Θεσσαλονίκης και της χώρας φόρεσαν την ένδοξη φανέλα με τον «ημίθεο» στο στήθος.
Η εποχή που ιδρύθηκε ο ποδοσφαιρικός σύλλογος του Ηρακλή, ήταν και η εποχή που το ποδόσφαιρο άρχισε να γίνεται δημοφιλές σε όλη την Ελλάδα. Στους πρώτους μεταπολεμικούς Πανελλήνιους Αγώνες η «κυανόλευκη» ομάδα πέτυχε πολλές σημαντικές νίκες και αποτέλεσε μια από τις ομάδες-πρότυπο της εποχής.
Καθώς τα χρόνια περνούν, ο Ηρακλής εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στις κορυφαίες ομάδες ποδοσφαίρου. Η αρχή της δεκαετίας του 1920 σημαδεύτηκε από εθνικά γεγονότα, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον σύλλογο να αναδειχθεί πολυνίκης στους Πανθρακικούς Αγώνες (1923). Την ίδια χρονιά δημιουργούνται τα πρώτα παιδικά τμήματα.
Η ιστορία του Ηρακλή, μετά τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο, περιλαμβάνει τη συμμετοχή σε πέντε τελικούς του Κυπέλλου Ελλάδας (1947, 1975, 1976, 1980, 1987). Το 1976 ήταν η χρονιά που θα μείνει βαθιά χαραγμένη στις μνήμες όλων των φιλάθλων του Ηρακλή. Την 9η Ιουνίου 1976, στη Νέα Φιλαδέλφεια, νίκησε στα πέναλτι τον Ολυμπιακό (6-5, 4-4 στην κανονική διάρκεια και στην παράταση) και κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας, στην ίσως σημαντικότερη στιγμή της ιστορίας του.
Την επόμενη ημέρα, όταν οι «κυανόλευκοι» ποδοσφαιριστές επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη, πάνω από εκατό χιλιάδες φίλαθλοι τους επεφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή.
Το 1976 ο Ηρακλής μετέχει στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, ενώ έξι φορές έχει λάβει μέρος στην διοργάνωση του Κυπέλλου UEFA (1962, 1964, 1989, 1990, 1996, 2000). Μάλιστα, κατά την περίοδο 2000-2001, προκρίθηκε για πρώτη φορά στον δεύτερο γύρο της διοργάνωσης.
Το 1985 ο Ηρακλής κατέκτησε το Βαλκανικό Κύπελλο, επικρατώντας στον τελικό της ρουμανικής Arges Pitesti με 4-1.
Τίτλοι
2 ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑΤΑ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ
1928, 1938
1 ΚΥΠΕΛΛΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ 4 ΦΟΡΕΣ ΦΙΝΑΛΙΣΤ
1947 (Finalist), 1957 (Finalist), 1976 (Winner), 1980 (Finalist), 1987 (Finalist)
ΒΑΛΚΑΝΙΚΟ ΚΥΠΕΛΛΟ
1985 (Winner)
Τα χρόνια του «Βάσια»
Ο Βασίλης Χατζηπαναγής έχει συνδέσει άρρηκτα το όνομά του εκτός από το… θέαμα, και με τον Ηρακλή. Ο αδιαμφισβήτητα θεαματικότερος ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί ποτέ στα ποδοσφαιρικά γήπεδα της Ελλάδας αγωνίστηκε σχεδόν σε όλη την καριέρα του στον “γηραιό” και αγαπήθηκε όσο λίγοι, όχι μόνο από τους φίλους του συλλόγου του.
Το νήμα της ζωής του αρχίζει στην Τασκένδη του σημερινού Ουζμπεκιστάν, όταν γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου του 1954 από Έλληνες μετανάστες. Το ταλέντο του περίσσιο και έτσι η Παχτακόρ δεν έχασε την ευκαιρία να τον εντάξει στο έμψυχο δυναμικό της σε μικρή ηλικία, ωστόσο για έχει δικαίωμα να αγωνιστεί, έπρεπε να πάρει την σοβιετική υπηκοότητα.
Σε ηλικία 17 ετών έκανε το ντεμπούτο του στο πρωτάθλημα και κλήθηκε και στην εθνική ομάδα της Σοβιετικής Ενωσης κάτω των 19 ετών. Δεν χρειάστηκε μεγάλο διάστημα, ώστε να γίνει ευρέως γνωστό το ταλέντο του, ακόμα και στην Ελλάδα
Όταν ρεζίλευε αντιπάλους
Οι μέρες του στην Σοβιετική Ένωση ήταν μετρημένες. Το μέλλον του προδιαγραφόταν σαφώς πιο λαμπρό στην πατρίδα του, με αποτέλεσμα να πάρει μεταγραφή στον Ηρακλή. Το ντεμπούτο του έγινε στον Δεκέμβριο του 1975 και από τότε η παρουσία του στους αγωνιστικούς χώρους συνεπαγόταν θέαμα, ντρίμπλες, γκολ ασίστ και γενικά κάθε τι που θυμίζει την ομορφιά του αθλήματος.
Οι φίλαθλοι γέμιζαν το “Καυταντζόγλειο” για να παρακολουθήσουν τις επινοήσεις του “Βάσια”, ο οποίος ταλαιπωρούσε τους αντίπαλους αμυντικούς σε σημείο… παρεξηγήσεως. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, όπως εκμυστηρεύεται ο ίδιος, που οι αντίπαλοι του τού ζητούσαν να μην τους κάνει… ντρίμπλα, ώστε να μην ρεζιλευτούν!
Το 1976 οδήγησε τον “γηραιό” στην κατάκτηση του μοναδικού τίτλου στην ιστορία του, του κυπέλλου Ελλάδας, στον αλησμόνητο τελικό με τον Ολυμπιακό (4-4 το σκορ, 6-5 στα πέναλτι).
Την ίδια χρονιά είχε την πρώτη του συμμετοχή με τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας, σε ένα φιλικό στη Λεωφόρο με αντίπαλο την Πολωνία. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που εκπροσώπησε την Ελλάδα, αφού η συμμετοχή του στους Νέους της Σοβιετικής Ένωσης δεν του επέτρεπε (βάσει κανονισμού) να αγωνιστεί σε άλλη ομάδα Ανδρών πλην αυτής.
Παγκόσμιος “Νουρέγεφ”
Στο εξωτερικό, η φήμη του εντυπωσιακού αυτού ποδοσφαιριστή είχε εξαπλωθεί. Ορισμένοι ξένοι σύλλογοι είχαν παρουσιαστεί να ενδιαφέρονται για την απόκτησή του, ωστόσο η μεγάλη μεταγραφή που δικαιούταν ο “Βάσια” δεν έγινε ποτέ. Ο Χατζηπαναγής παρέμεινε μέχρι το τέλος της καριέρας του στον Ηρακλή και είπε το αντίο στο παιχνίδι του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ με αντίπαλο την Βαλένθια τον Οκτώβριο του 1991, σε ηλικία 37 ετών.
Στις 14 Δεκεμβρίου του 1999 καταγράφηκε η… δεύτερη συμμετοχή του Βασίλη Χατζηπαναγή με την Εθνική Ελλάδας, όταν συμμετείχε σε φιλική αναμέτρηση προς τιμήν του με αντίπαλο την Γκάνα.
Η αναγνώριση της προσφοράς του Βασίλη Χατζηπαναγή στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι καθολική. Το φιλοθεάμον κοινό τοποθετεί τον “Βάσια” μεταξύ των καλύτερων ποδοσφαιριστών που έχουν περάσει από τη χώρα μας, ενώ δεν υπάρχουν και οι υπερβολές, οι συγκρίσεις δηλαδή ακόμα και με Πελέ και Μαραντόνα.
Σημαντικές διακρίσεις
* Μία από τις πλέον αξιομνημόνευτες στιγμές στην καριέρα του Χατζηπαναγή ήταν η κλήση του στην μικτή κόσμου τον Ιούνιο του 1984, μαζί με τους Φρανς Μπεκενμπάουερ, Μάριο Κέμπες και Κέβιν Κίγκαν για ένα φιλικό παιχνίδι με αντίπαλο την Νιου Γιορκ Κόσμος, στην πόλη των ΗΠΑ.
* Ο Βασίλης Χατζηπαναγής κατέχει το ρεκόρ σε γκολ από απευθείας εκτελέσεις κόρνερ. Εννιά τον αριθμό.
* Οι “χορευτικές” του κινήσεις στον αγωνιστικό χώρο οδήγησαν στον δημοσιογράφο τότε και νυν βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Γιώργο Λιάνη, στο να του αποδώσει το παρατσούκλι “Νουρέγεφ”.
Επιμέλεια: Χάρης Αποστολόπουλος