Η Βούλα Πατουλίδου, 27 χρόνων τότε, ταξίδεψε στη Βαρκελώνη, για τη δεύτερη Ολυμπιακή της συμμετοχή, με ατομική επίδοση 12.96 (1991) στα 100μ εμπόδια και 13.14 ατομικό ρεκόρ εκείνης της χρονιάς. Τα φαβορί της κούρσας ήταν η Ναροζιλένκο (Ενωμένη ομάδα) και η Ντίβερς (ΗΠΑ) με την Βουλγάρα Ντόνκοβα, κάτοχο του παγκοσμίου ρεκόρ να σκέπτεται επίσης τη πρώτη θέση. Η Ναροζιλένκο είχε κάνει τις πέντε πιο γρήγορες κούρσες της χρονιάς ενώ η Ντίβερς ήδη είχε αναδειχθεί χρυσή Ολυμπιονίκης στα 100μ, λίγες μέρες νωρίτερα. Ένας τραυματισμός έθεσε νοκ-αουτ στα ημιτελικά την Ναροζιλένκο ενώ η Ελληνίδα πρωταθλήτρια στα προκριματικά ισοφάρισε την επίδοση της χρονιάς εκείνης με 13.14 και πέρασε στα προημιτελικά. Με 13.05 στις 5 Αυγούστου, μπήκε και στα ημιτελικά με τις προσδοκίες της για την επόμενη μέρα να έχουν γιγαντωθεί. Στα ημιτελικά λοιπόν, δημιουργεί νέο πανελλήνιο ρεκόρ με 12.88(3η θέση) και προκρίνεται στον μεγάλο τελικό. Είναι η πρώτη Ελληνίδα στην ιστορία που μετέχει σε τελικό Ολυμπιακών Αγώνων. Δύο ώρες αργότερα, στις 21.15 ώρα Ελλάδος, η χώρα μας συγκλονίζεται.
Ντεγκρέτσια: Η αμηχανία ενός επώνυμου με ονομασία προέλευσης... - Η μακρά ιστορία από την αρχή
Η Βούλα Πατουλίδου, με απίστευτο πείσμα και θάρρος πραγματοποιεί μια απίστευτη κούρσα, ψάχνει για το θαύμα, που ισοδυναμεί με ένα μετάλλιο και καταφέρνει το όνειρο. Η Ντίβερς που προηγείται, σκοντάφτει στο τελευταίο εμπόδιο, σωριάζεται στο έδαφος και η Πατουλίδου χρίζεται χρυσή Ολυμπιονίκης με νέο πανελλήνιο ρεκόρ και πάλι, το ασύλληπτο 12.64. Είναι το πρώτο χρυσό μετάλλιο της Ελλάδος στον στίβο από το 1912, όταν ο Τσικλητήρας πήρε τη πρώτη θέση στη Στοκχόλμη στο μήκος άνευ φοράς. Ο τελικός: Πατουλίδου (Ελλάς) 12.64 Μάρτιν (ΗΠΑ) 12.69 Ντόνκοβα (Βουλγαρία) 12.70 Τόλμπερτ (ΗΠΑ) 12.75 Ντίβερς (ΗΠΑ) 12.75 Λόπες (Κούβα) 12.87 Κολοβάνοβα (Ενωμένη ομάδα) 13.01 Ανταμς (Κούβα) 13.57
«Όλα για την Ελλάδα, αξίζει να κάνει κάποιος τα πάντα για αυτήν. Πέτυχα αυτό που κανείς δεν πίστευε, πλην δύο – τριών ανθρώπων. Έλεγα στον εαυτό μου πριν τον τελικό ότι μπορώ να πάρω το χάλκινο μετάλλιο και τελικά πάλεψα και πήρα το χρυσό. Όταν ήρθα στη Βαρκελώνη, βρήκα τους Έλληνες αθλητές με πεσμένο ηθικό, ίσως από την ατυχία του Παπακώστα. Κανείς δεν μου έδωσε σημασία και αυτό με πείσμωσε τρομερά. Νομίζω ότι έκανα τη κούρσα της ζωής μου. Στις προπονήσεις έτρεχα συχνά κοντά στο 12.70 αλλά στους αγώνες δεν μου έβγαινε η επίδοση. Ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Τώρα τι να πω, έχω τρελαθεί».