Συμπληρώνονται 43 χρόνια από το κυπριακό δράμα της τουρκικής εισβολής. Μια τραγωδία που παρατείνεται με την ανοχή της διεθνούς κοινότητας, η οποία σαν αφιονισμένη παρακολουθεί με βλέμμα απλανές και αδιάφορο το εξελισσόμενο μαρτύριο του Κυπριακού Ελληνισμού. Ταυτόχρονα, κλείνουν 58 χρόνια στην ιστορία της ένοχης σιωπής που δείχνουν όσοι αρνούνται να επιλύσουν ένα σοβαρό πρόβλημα, γνωρίζοντας ότι σ’ αυτό το τραγικό σταυροδρόμι του πλανήτη δοκιμάζεται η ηθική υπόσταση του σύγχρονου κόσμου.
Οι πρώτες προσπάθειες ξεκίνησαν το 1955 και μέχρι σήμερα ακόμη δεν μπόρεσαν οι ισχυροί να δώσουν μια λύση.
Προσφυγή της Ελλάδας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Το υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει για την ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ: «Η αίτηση της ελληνικής κυβέρνησης όπως τα Ηνωμένα Εθνη εξετάσουν το πρόβλημα της Κύπρου δημιουργεί τη δυνατότητα δριμύτατης συζήτησης, η οποία δυνατόν να έχει και σοβαρές δυσάρεστες απαιτήσεις στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας, δεδομένου ότι η τελευταία δεν ευνοεί αλλαγή κυριαρχίας της Κύπρου». Οκτώβρης, συνάντηση του Αλέξανδρου Παπάγου στο Παρίσι με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Ντάλες ο οποίος τον αντιμετωπίζει ψυχρά και μάλιστα του τόνισε ότι οι αμερικανικές υπηρεσίες άρχισαν να εργάζονται και να ενεργούν στα παρασκήνια για να καταψηφισθεί η ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ. Η αγγλική πλευρά μεταχειρίστηκε έναν ελιγμό. Η Νέα Ζηλανδία κατέθεσε αντισχέδιο αποφάσεως, το οποίο ζητούσε από τη Γενική Συνέλευση να μη δώσει συνέχεια στη συζήτηση του Κυπριακού.
Αρχισαν για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1959 ουσιαστικές συνομιλίες για το Κυπριακό με στόχο την επίτευξη συμφωνίας. Η πενταμερής διάσκεψη στο Λονδίνο υπογράφει τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου για εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τον Δεκέμβρη ο Μακάριος εκλέγεται πρόεδρος και ο Φ. Κιουτσιούκ αντιπρόεδρος. Στις 16 Αυγούστου γίνεται η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά δεν λειτούργησε συνολικά η συνθήκη.
Ιούλιος 1964
Το Σχέδιο Ατσεσον έρχεται από τις ΗΠΑ τον Ιούλιο 1964, το οποίο η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου το απέρριψε, λόγω έντονης αντίδρασης του Μακαρίου.
Από την ημέρα της εισβολής των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο έχουν περάσει 43 χρόνια, στο διάστημα αυτό πραγματοποιηθήκαν παρά πολλές συνομιλίες υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της τουρκικής κοινότητας, και ορισμένες φορές με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων (Ελλάδα – Τουρκία – Βρετανία), για να βρεθεί δίκαιη λύση του Κυπριακού.
Με την πρώτη εισβολή του τουρκικού στρατού και την πτώση της ελληνικής χούντας, άρχισαν συνομιλίες στη Γενεύη με εκπρόσωπο τον πολιτικό, Γεώργιο Μαύρο. Μέσα σε πέντε μέρες υπογράφτηκε συμφωνία αρχικά κατάπαυσης πυρός και δημιουργίας ζώνης ασφαλείας υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ. Αρχές Αυγούστου αρχίζουν νέες συνομιλίες για την αποκατάσταση της ειρήνης και της δημοκρατίας.
Το χαβά τους οι Τούρκοι
Παρ’ όλο που είχε υπογραφεί κατάπαυση πυρός, οι Τούρκοι συνέχισαν να καταλαμβάνουν κυπριακές κωμοπόλεις. Στις 8 Αυγούστου, στη δεύτερη φάση των συνομιλιών στη Γενεύη, η Τουρκία απαιτούσε το 34% του κυπριακού εδάφους. Οι συνομιλίες αυτές οδηγήθηκαν σε ναυάγιο. Ακολούθησε ο δεύτερος «Αττίλας» (14-16 Αυγούστου), με κατάληψη του 37% του εδάφους.
Το καλοκαίρι του 1975 ξεκινά νέος κύκλος συνομιλιών στη Νέα Υόρκη υπό τη αιγίδα του ΟΗΕ με γ.γ. τον Κουρτ Βαλντχάιμ, με τον υπηρεσιακό Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκο Κληρίδη και τον επικεφαλής της τουρκοκυπριακής κοινότητας Ρ. Ντενκτάς, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο επόμενος κύκλος λαμβάνει χώρα στη Βιέννη τον Φεβρουάριο του 1976. Συμφωνήθηκε η μετακίνηση των Τουρκοκυπρίων του νότου προς το βορρά.
Το 1977 αρχίζει νέος γύρος συνομιλιών παρουσία του εκπροσώπου του Χαβιέ ντε Κουεγιάρ, γ.γ. του ΟΗΕ, ανάμεσα στον Μακάριο Γ’ και τον Ντενκτάς. Υπογράφτηκε συμφωνία τεσσάρων σημείων: Α) Ανεξάρτητη, αδέσμευτη, δικοινοτική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία. Β) Εδαφική περιοχή, υπό τη διοίκηση κάθε κοινότητας. Γ) Ελεύθερη διακίνηση. Δ) Οι εξουσίες και λειτουργίες της κεντρικής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας.
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Έφυγε ο «δημιουργός» μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας
Μετά από ένα χρόνο δυσλειτουργιών, η Αμερική, η Βρετανία και ο Καναδάς καταθέτουν σχέδιο λύσης του Κυπριακού γνωστό ως ΑΒC, προς τους Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, το οποίο στηριζόταν στο Σύνταγμα του 1960 και στα τέσσερα σημεία του 1977.
Ο πρόεδρος της Κύπρου Σπύρος Κυπριανού και ο Ρ. Ντενκτάς τον Μάιο του 1979 υπογράφουν συμφωνία για τις δεσμεύσεις και τη σύσταση ομοσπονδίας, υιοθετώντας ένα κείμενο 10 σημείων του 1977, το οποίο προέβλεπε την έναρξη νέων συνομιλιών.
Κοινά σημεία
Ο γ.γ. του ΟΗΕ τον Ιούνιο του 1980 ανακοίνωσε την ύπαρξη «κοινών σημείων» μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Ο Ρ. Ντενκτάς απέσυρε την υποστήριξη και οι συνομιλίες ναυάγησαν, πριν καν αρχίσουν.
Ο Τουρκοκύπριος Ρ. Ντενκτάς ανακοινώνει το 1981 μονομερή ανακήρυξη της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου». Με το ψήφισμα 541/83 του Συμβουλίου Ασφαλείας καταδικάζεται η ενέργεια.
Τον Σεπτέμβριο άρχισαν και πάλι συνομιλίες. Ο Σπ. Κυπριανού έθεσε στην ατζέντα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ την απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής από την Κυπριακή Δημοκρατία, με βάση το ψήφισμα 37/253 του Μαΐου 1983.
Ο γ.γ. του ΟΗΕ, Χαβιέ ντε Κουεγιάρ, τον Αύγουστο του 1983 γνωστοποιεί στον Κύπριο υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Ρολάνδη, τις προθέσεις του για νέο γύρο συνομιλιών, θέτοντας την ομοσπονδιακή πρόταση και τον περιορισμό των κατεχόμενων εδαφών ως βάση επίλυσης του Κυπριακού.
Πρόταση
Το σχέδιό του πρότεινε τη διζωνική ομοσπονδία, η εκπροσώπηση στην κυπριακή Βουλή θα είναι 70 Ελληνοκύπριοι και 30 Τουρκοκύπριοι, Πρόεδρος ε/κ και αντιπρόεδρος τ/κ με «βέτο» στα θέματα Αμυνας και εξωτερικής πολιτικής, η στρατιωτική δύναμη να είναι 950 ε/κ και 650 τ/κ.
Το σχέδιο απορρίφθηκε από τον Κύπριο πρόεδρο, Σπύρο Κυπριανού. Το 1986 ο γ.γ. του ΟΗΕ ανακοινώνει νέο σχέδιο, με την ονομασία «Σχέδιο-Πλαίσιο Συμφωνίας Κουεγιάρ» το οποίο δεν υιοθετήθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία και απορρίπτουν και οι Τουρκοκύπριοι.
Το 1989, ο νέος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γιώργος Βασιλείου, άρχισε νέο γύρο συνομιλιών υπό την αιγίδα του νέου γ.γ. του ΟΗΕ Μπούτρος-Μπούτρος Γκάλι. Υπέβαλε «Περίγραμμα Προτάσεων για την Εγκαθίδρυση μιας Ομόσπονδης Δημοκρατίας και τη Λύση του Κυπριακού Προβλήματος», που ήταν σύμφωνο με τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και τις δύο Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου. Τις απέρριψε ο Τουρκοκύπριος εκπρόσωπος Ντενκτάς.
Νέο κείμενο
Ο γ.γ. του ΟΗΕ Μπούτρο-Μπούτρο Γκάλι τον Ιούλιο του 1992 παρουσιάζει νέο κείμενο για επίλυση του Κυπριακού με τον τίτλο «Δέσμη Ιδεών». Βάση του κειμένου ήταν: Διζωνική ομοσπονδία και ιστοτομία των δύο κοινοτήτων. Οι συνομιλίες κατέληξαν σε ναυάγιο με ευθύνη της τουρκοκυπριακής πλευράς.
Ο νέος μεσολαβητής του ΟΗΕ ανέλαβε πρωτοβουλία να συντάξει σχέδιο «Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης» (ΜΟΕ). Τον Μάιο του 1994 ο Πρόεδρος Γ. Κληρίδης και ο Ρ. Ντενκτάς συναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη, οι συνομιλίες ναυάγησαν λόγω της αδιαλλαξίας του Ρ. Ντενκτάς.
Το 1990 και το 1991 η αδιάλλακτη στάση της τουρκικής πλευράς συνεχίστηκε και επιδεινώθηκε περαιτέρω με πράξεις προώθησης του ψευδοκράτους. Παράλληλα, η Κυπριακή Δημοκρατία υπέβαλε αίτηση για πλήρη ένταξη στην Ε.Ε., εκπροσωπώντας τον πληθυσμό ολόκληρου του νησιού.
Ο ΟΗΕ υποβάλλει το 1993 τρία κείμενα αναφορικά με την επαναλειτουργία του αεροδρομίου της Λευκωσίας, την επανεγκατάσταση Ελληνοκυπρίων στα Βαρώσια. Απορριπτικός ο Ντενκτάς και ζητεί την αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Από το καλοκαίρι του 1999, ο γ.γ. του ΟΗΕ ξεκινά νέους κύκλους συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού. Τον Δεκέμβριο κάλεσε στη Νέα Υόρκη τους Κληρίδη και Ντενκτάς για συνομιλίες στη Γενεύη. Το Ιανουάριο του 2000 κατέληξαν και αυτές σε ναυάγιο.
Ο γ.γ. Κόφι Ανάν παρουσιάζει τον Νοέμβριο του 2002 το «Σχέδιο για τη Λύση του Κυπριακού». Η βάση του οποίου ήταν: δημιουργία ενός αδιαίρετου και κυρίαρχου κράτους, η συνέχιση της Συνθήκης Εγγυήσεων και η διατήρηση των ιδεών του Μ. Γκάλι, σε ό,τι αφορά το εδαφικό. Το σχέδιο απορρίφθηκε τον Μάρτιο του 2003 στη Σύνοδο της Χάγης.
Οι συνομιλίες συνεχίστηκαν με τη συμμετοχή της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τον Μάρτιο του 2004 παρουσιάστηκε το τελικό σχέδιο Ανάν και ζήτησε να τεθεί σε δημοψήφισμα για να αποφασίσει ο λαός.
Ο Πρόεδρος της Κύπρου Τάσσος Παπαδόπουλος τάχθηκε κατά αυτού του σχεδίου και κάλεσε τον κυπριακό λαό να το απορρίψει. Κλείνοντας το διάγγελμά του τόνισε: «Δεν παρέλαβα κράτος για να παραδώσω κοινότητα». Η ελληνική κυβέρνηση συμφωνούσε με την άποψη του Προέδρου της Κύπρου, ενώ η αντιπολίτευση τάχθηκε υπέρ του σχεδίου. Στην τουρκοκυπριακή κοινότητα υπήρχε διχογνωμία.
Στις 24 Απριλίου 2004 το 76% των Ελληνοκυπρίων είπε «όχι» στο σχέδιο Ανάν, ενώ οι τουρκοκύπριοι με 65% είπαν «ναι».
Το 2008 ο Κύπριος Πρόεδρος, Δημήτρης Χριστόφιας, και ο Τουρκοκύπριος Ταλάτ συμφώνησαν να εκδώσουν κοινό ανακοινωθέν, το οποίο αναγνώριζε ως βάση για τη λύση το: «Ισότιμο Διζωνικό Συνεταιρισμό». Οι συνομιλίες συνεχίστηκαν και με τον Ερόγλου, ο οποίος έθεσε θέμα «ιθαγένειας και εσωτερικής ασφάλειας». Ο Ερντογάν που ήταν σε επίσκεψη στη Β. Κύπρος με τις δηλώσεις του τορπίλισε τις συνομιλίες.
Τον Φεβρουάριο του 2014 κάτω από τις πιέσεις της Αμερικανίδας βοηθού του υπουργείου Εξωτερικών Βικτόρια Νιούλαντ, ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, υπέγραψε κοινό ανακοινωθέν, όπου έκανε δεκτές τρεις προτάσεις: α) κυριαρχία, β) εκπροσώπηση και γ) ιθαγένεια. Οι συνομιλίες διεκόπησαν.
Με Ακιντζί
Με την ανάληψη καθηκόντων του νέου Τουρκοκύπριου, Μουσταφά Αγκιτζί, συνεχίστηκαν στη Λευκωσία με την παρουσία του ειδικού εκπροσώπου του γ.γ. του ΟΗΕ Εσπεν Μπαρθ Αϊντα. Οι συνομιλίες διήρκεσαν μέχρι τον Νοέμβριο του 2016 στο Μον Πελεράν της Ελβετίας, οι οποίες οδηγήθηκαν σε ναυάγιο.
Αρχές του 2017 άρχισαν νέες συνομιλίες, οι οποίες και αυτές κατέληξαν σε ναυάγιο με αποχώρηση της τουρκικής και τουρκοκυπριακής αντιπροσωπίας.
Τον Ιούλιο 2017 άρχισαν και πάλι συνομιλίες στο Κρανς Μοντάνα της Ελβετίας και αυτή η διαδικασία οδηγήθηκε σε ναυάγιο, λόγω της αδιαλλαξίας της τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς σε θέματα των εγγυήσεων, των παρεμβατικών δικαιωμάτων και στην απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής.
Ο ρόλος των ΗΠΑ στην τουρκική εισβολή
Πολλά έχουν γραφεί για την κυπριακή τραγωδία του 1974. Αρκετοί είναι οι αμφισβητίες της συμμετοχής των ΗΠΑ στη βοήθεια των τουρκικών στρατευμάτων για να εισβάλουν στο νησί, με το αμερικανικό επιτελείο του υπουργείου Εξωτερικών να αδιαφορεί για τα γεγονότα που εξελίσσονταν στην Κύπρο μέχρι να ολοκληρωθεί η διχοτόμηση που είχε σχεδιαστεί από την εποχή του Τρούμαν και του Λίντον Τζόνσον.
Η μαρτυρία του Αμερικανού πρέσβη Χένρι Τάσκα στη χώρα μας εκείνα τα αιματηρά χρόνια είναι αποκαλυπτική στο ποια ήταν η πρόθεση και τα αίτια για τη διχοτόμηση του νησιού.
Η περιγραφή που κάνει ο Αμερικανός πρέσβης στην επιτροπή του Κογκρέσου είναι αποκαλυπτική.
«Είμαι ο πρώην πρέσβης στην Ελλάδα από τον Ιανουάριο 1970 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1974. Η πολιτική των ΗΠΑ για την Κύπρο όλα τα χρόνια που υπηρέτησα στην Ελλάδα ήταν: Μια ανεξάρτητη, κυρίαρχη, ενωμένη Κύπρος, πράγμα που θα επιτυγχάνετο με ενδοκοινοτικές συνομιλίες με σκοπό την αναθεώρηση των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου στα σημεία που αποδείχτηκαν ελλιπή, έτσι ώστε να φτάσουν σ’ ένα νέο modus vivedi – Ουδέποτε έγινε λόγος στη διάρκεια της θητείας μου στην Ελλάδα για διχοτόμηση και διπλή ένωση της Κύπρου – Η CIA δεν είχε σύνδεσμο με την ίδια την κυβέρνηση, αλλά με διάφορα στοιχεία της ελληνικής δομής. Επειδή υπήρχε δικτατορία στρατιωτική, τις μυστικές πληροφορίες τις μαζεύαμε από τους στρατιωτικούς μέσω του στρατιωτικού ακολούθου. Η CIA ήρθε σ’ επαφή με τον Ιωαννίδη. Είχε προσβάσεις προς τον Ιωαννίδη και φυσικά είχε προσβάσεις σε ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών.
Επικοινωνίες CIA
Η CIA είχε μια ολόκληρη σειρά επαφών με διάφορους ανθρώπους – Οι πραγματικές επικοινωνίες επραγματοποιούντο από τη CIA. Αυτοί είχαν τον έλεγχο των επικοινωνιών – Καμιά μεγάλης σημασίας πολιτική απόφαση δεν ελαμβάνετο χωρίς τη συγκατάθεση του Ιωαννίδη – Η αμερικανική αποστολή είχε άμεση επικοινωνία με τον Ιωαννίδη. Η CIA αποτελεί τμήμα της αποστολής της χώρας και είχε επικοινωνία με τον Ιωαννίδη – Είναι απολύτως πιθανόν ότι έστειλα ένα δυο γραπτά μηνύματα στον Ιωαννίδη μέσω του συνδέσμου της CIA … Νομίζω ότι ήταν πριν από το πραξικόπημα και αφορούσαν τα πετρέλαια του Αιγαίου». Και ο Αμερικανός πρέσβης συνεχίζει: «…
Ο Μακάριος έστειλε στις 3 Ιουλίου γράμμα στην ελληνική κυβέρνηση με το οποίο ζητούσε να μετακινηθούν από την Κύπρο όλοι οι Ελληνες στρατιωτικοί. Ο Ιωαννίδης το θεώρησε προσβλητικό. Η τελική απόφαση για περαιτέρω μεσολάβηση καθοριζόταν από τον Σίσκο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Εγώ δεν είχα τον τελευταίο λόγο. Ο Joe Sisco ελάμβανε τελικά τις αποφάσεις – Ο σταθμάρχης της CIA Stacy Huets διέθετε έναν αριθμό ανδρών που έρχονταν σ’ επαφή με τον Ιωαννίδη – Ο Ιωαννίδης αναφέρει στο “Der Spiegel” ότι αιτία του πραξικοπήματος ήταν το γράμμα της 3ης Ιουλίου του Μακαρίου προς Γκιζίκη – Νομίζω ότι οι Τούρκοι προετοίμαζαν την εισβολή πριν από την πτώση του Μακαρίου – Η επίσημη ανάλυση (post mortem) που πραγματοποιήθηκε μετά τα γεγονότα από την κοινότητα μυστικών πληροφοριών για τα γεγονότα στην Κύπρο απέδειξε υπαιτιότητα του βοηθού υπουργού Εξωτερικών Hartman και άλλων που απέκρυπταν πληροφορίες από υπεύθυνα άτομα. Είναι ένα δύσκολο πρόβλημα.
Μας ξαναφέρνει πίσω στον τρόπο που ενεργούσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπό τον Κίσινγκερ και την πρόσβαση που είχε ο Κίσινγκερ στη διακίνηση των πληροφοριών και των μυστικών πληροφοριών στα διάφορα επίπεδα της Υπηρεσίας και των άλλων συναφών Υπηρεσιών. Δεν νομίζω ότι αποτελεί τον υγιή τρόπο εργασίας, γιατί απ’ όλη την πείρα μας βρήκα ότι τα παλαιότερα επίπεδα της κυβέρνησής μας αποτελούνται από έντιμους πολίτες που προσπαθούν να βοηθήσουν τις ΗΠΑ – Αν ήμουν υπουργός Εξωτερικών και είχα ανακοινώσει μια εκεχειρία και ο τουρκικός στρατός συνέχιζε να την παραβιάζει, αυτό θα είχε προκαλέσει δυναμικές ενέργειες από πλευράς ΗΠΑ. Υπήρξε σύγχυση γύρω από την αξιοπιστία μας.
Οι Τούρκοι
Δυστυχώς (οι Τούρκοι) συνέχισαν να κινούνται κι εμείς δεν είδα να κάνουμε καμιά έντονη ενέργεια που να τους σταματήσει ώσπου κατέλαβαν το 40% του νησιού. Επρεπε να σταματήσουμε αμέσως τη στρατιωτική βοήθεια και να σαλπάρει ο 6ος στόλος… Επρεπε επίσης να πιέσουμε τους Βρετανούς που είχαν, βάσει της συμφωνίας Ζυρίχης – Λονδίνου, δικαίωμα μεσολάβησης – Ούτε μία τουρκική τρίχα δεν πειράχτηκε την περίοδο αυτή. Η κυβέρνηση έπεσε τη Δευτέρα. Εγώ συναντήθηκα την Κυριακή με τους στρατιωτικούς και τους είπα να μην πάνε για πόλεμο. Με άκουσαν. Ετσι, ο Ιωαννίδης έχασε την εξουσία γιατί αυτός ήθελε πόλεμο – Αναφέρεται ότι ο Ιωαννίδης είπε για τους Αμερικανούς “Μας εγκαταλείψανε”».
Ο Χένρι Τάσκα λίγες μέρες αργότερα έπεφτε νεκρός από αυτοκινητικό δυστύχημα στην Ιταλία χωρίς να ολοκληρώσει την κατάθεσή του στην επιτροπή του Κογκρέσου.
ΧΡΗΣΤΟΣ Η. ΧΑΛΑΖΙΑΣ
Από το ένθετο Κυπριακό της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου