Την Ελληνική Προεδρία τίμησαν με την παρουσία τους, την περασμένη Τετάρτη 4 Νοεμβρίου, τόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον χαιρετισμό του στην 130ή Σύνοδο Υπουργών όσο και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου με την κεντρική της ομιλία στην επετειακή εκδήλωση στη Βουλή για τα 70 χρόνια από την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ο Πρωθυπουργός απέδωσε τα εύσημα στον κ. Βαρβιτσιώτη για την πετυχημένη Προεδρία, η οποία για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού, λόγω των περιορισμών της πανδημίας, έγινε με ψηφιακό τρόπο (e-Chairmanship). Αυτό επισήμανε άλλωστε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Αυτή η “Ηλεκτρονική Προεδρία” μπορεί να έχει επιβληθεί από τις περιστάσεις, αλλά έχει ήδη αποδειχθεί ότι είναι μια χρήσιμη εμπειρία, ένα πολύτιμο εργαλείο για τις χώρες που θα διαδεχθούν την Ελλάδα στην Προεδρία του Συμβουλίου.
Eχουμε βρει έναν νέο τρόπο να συνεργαζόμαστε. Και, σε συνδυασμό με τη Διακήρυξη της Αθήνας και το Παρατηρητήριο για τη Διδασκαλία της Ιστορίας στην Ευρώπη, αποτελεί θετική και απτή συμβολή στο συνεχιζόμενο έργο του Συμβουλίου», τόνισε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στη Διακήρυξη των Αθηνών, ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι ενισχύει σήμερα το κείμενο της Συνθήκης της Ρώμης.
«Τότε, ο στόχος ήταν η εδραίωση της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. Τώρα είναι η ανάγκη αντιμετώπισης νέων, παγκόσμιων προκλήσεων. Προκλήσεων που δυστυχώς επιταχύνονται και συγκρούονται με απρόβλεπτες συνέπειες. Πιστεύω όμως ότι 70 χρόνια μετά είμαστε σε ισχυρότερη θέση για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις τού σήμερα και του αύριο».
Από την πλευρά του, ο κ. Βαρβιτσιώτης αναφέρθηκε στις δύο μεγάλες παρακαταθήκες. Τη Διακήρυξη των Αθηνών, που αποτελεί ένα πολιτικό-νομικό κείμενο για την προστασία της Δημοκρατίας, του Κράτους Δικαίου και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε περιόδους κρίσεων, όπως η πανδημία. Σημαντική παρακαταθήκη αποτελεί και το Παρατηρητήριο για τη Μελέτη της Ιστορίας, το οποίο θα είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός, που πλέον θα επιβλέπει ή θα συνδράμει τα κράτη-μέλη που θέλουν να παραπέμψουν τα θέματα για τη διδασκαλία της Ιστορίας στα σχολεία τους, όχι για να αλλοιώσουν τη φύση της Ιστορίας.
«Γιατί -όπως είπε- η ιστορική γνώση μας βοηθά πάντοτε να αισθανόμαστε πιο ισχυροί και για το παρελθόν και για το μέλλον, αλλά και να βγάλουμε τα στοιχεία που μπορούν να δημιουργούν εντάσεις στο μέλλον».
Από την έντυπη έκδοση