Αντιμετώπιση
Ειδικότερα, το νομοσχέδιο φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα των εγκαταλελειμμένων ακινήτων στις πυκνοδομημένες περιοχές των πόλεων και με σειρά διατάξεων ορίζεται η διαδικασία παρέμβασης και περιέλευσης της διαχείρισης αυτών στον δήμο ή σε άλλο φορέα που θα ορίσει αυτός, καθώς και η αποκατάσταση, η επανάχρησή τους και οι διαδικασίες για τις τυχόν αντιρρήσεις που υποβάλλονται από τους φερόμενους ως κυρίους τους.
Οπως εξηγούν πηγές στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής, μέσω των διατάξεων του νομοσχεδίου δίνεται η δυνατότητα παρέμβασης για την αποκατάσταση και την επανάχρηση των εγκαταλελειμμένων κτισμάτων ή τμημάτων κτισμάτων που εντοπίζονται σε φορέα διαχείρισης -υπό ειδικώς οριζόμενες προϋποθέσεις- σεβόμενοι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις την αδυναμία ή την απουσία ενδιαφέροντος αποκατάστασης από πλευράς των ιδιοκτητών.
Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίζεται η δημιουργία μητρώου εγκαταλελειμμένων ακινήτων σε κάθε δήμο στο οποίο εγγράφονται τα ακίνητα μετά την ολοκλήρωση της μεταγραφής στο υποθηκοφυλακείο ή στο Κτηματολόγιο της αμετάκλητης απόφασης του δικαστηρίου που δέχεται την περιέλευση της διαχείρισης του ακινήτου.
Η διαχείριση εγκαταλελειμμένου ακινήτου δύναται να περιέρχεται στον διαχειριστή της για χρονικό διάστημα μέχρι 50 έτη από την έκδοση της σχετικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του ακινήτου. Μετά την παρέλευση του χρόνου διαχείρισης του ακινήτου από τον διαχειριστή, η διαχείριση αυτού επανέρχεται στον κύριό του.
Ο διαχειριστής οφείλει να αποδώσει στον κύριο τα έσοδα που εισέπραξε από την αξιοποίηση του ακινήτου, αφού παρακρατήσει τις πιστοποιημένες δαπάνες αποκατάστασης και επανάχρησής του, τους δημοτικούς φόρους και τέλη τα οποία όφειλε ο κύριος πριν από την περιέλευση της διαχείρισης του ακινήτου στον δήμο, επιπλέον ποσόν που αντιστοιχεί σε 20% επί του συνόλου των ανωτέρω ποσών ως διαχειριστική δαπάνη, καθώς και τυχόν εμπράγματα βάρη που έχουν εξυπηρετηθεί.
Διασφάλιση δικαιωμάτων
«Παράλληλα, λαμβάνεται μέριμνα διασφάλισης των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών εγκαταλελειμμένων ακινήτων. “Θεραπεύονται”, όμως, επίσης και οι συνέπειες από την απραξία και τις επιλογές τους, λόγω της μη τήρησης από εκείνους, ακούσια ή εκούσια, των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου» επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.
Να σημειωθεί ότι εγκαταλελειμμένα ακίνητα μπορεί να χαρακτηρισθούν τόσο ιδιωτικές όσο και δημόσιες ιδιοκτησίες. Δικαιώματα κυρίου μπορεί να ασκεί ο κάτοχος ποσοστού συνιδιοκτησίας ίσου ή μεγαλύτερου του 60% του ακινήτου.
Επιπλέον, ορίζεται ότι οι οικοδομικές εργασίες για την αποκατάσταση του ακινήτου πρέπει να ολοκληρωθούν εντός τεσσάρων ή πέντε ετών στην περίπτωση διατηρητέων κτιρίων, από την ανάληψη της διαχείρισης από τον δήμο ή τον διαχειριστή. Διαφορετικά, ο κύριος του ακινήτου μπορεί να διεκδικήσει την επιστροφή της διαχείρισης του ακινήτου σε αυτόν, κατόπιν αιτήσεως στο δικαστήριο χωρίς να του καταλογισθούν οι έως τότε δαπάνες του διαχειριστή.
Για τη διαχείριση του ακινήτου από τον διαχειριστή τηρούνται διαφανείς διαδικασίες καταγραφής των ενεργειών, των δαπανών και των εσόδων του.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, σημαντική καινοτομία που εισάγεται είναι η κατ’ εξαίρεση των ισχυόντων δυνατότητα ανάθεσης τεχνικών έργων αποκατάστασης εγκαταλελειμμένου κτιρίου χωρίς δημοπρασία ή διαγωνισμό από τον δήμο σε εταιρία που έχει ήδη επιλεγεί από τους υπόλοιπους ιδιοκτήτες κτιρίου συνιδιοκτησίας, εάν αυτοί συγκεντρώνουν ποσοστό ιδιοκτησίας πάνω από το 50%.
Νίκος Ταγαράς: «Υπεύθυνη και αποτελεσματική αντιμετώπιση»
«Το ζήτημα διαχείρισης των εγκαταλελειμμένων κτιρίων αντιμετωπίζεται για πρώτη φορά συνολικά, υπεύθυνα, συγκεκριμένα και αποτελεσματικά. Στόχος μας είναι να προστατέψουμε τη δημόσια Υγεία και ασφάλεια, αλλά και να αναβαθμίσουμε τον αστικό χώρο, σε συνεργασία του Δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, σεβόμενοι πάντα τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των πολιτών», δήλωσε στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Ταγαράς.
ΑΓΝΩΣΤΟΣ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ των ετοιμόρροπων κτισμάτων
Στον σεισμό που έγινε στη Σάμο, το 2020, δύο μαθητές, ηλικίας 17 και 15 ετών, έχασαν τη ζωή τους όταν κατέρρευσε τοίχος παλαιού κτιρίου και τους καταπλάκωσε.
Στον απόηχο του τραγικού χαμού των δύο ανήλικων παιδιών -ένα αγόρι και ένα κορίτσι, 17 και 15 ετών αντίστοιχα- στη Σάμο, τα οποία είχαν φύγει από το σχολείο τους και κατευθύνονταν μέσα από ένα στενό δρομάκι προς την παραλία, όταν κατέρρευσε τοίχος παλαιού κτιρίου, με αποτέλεσμα να τα καταπλακώσει, το υπουργείο Περιβάλλοντος είχε ζητήσει από τους ΟΤΑ της χώρας να καταγράψουν τα κτίσματα που ήταν εν δυνάμει «βόμβες».
Με έναν πρόχειρο τότε υπολογισμό ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ και καθηγητής Γεωλογίας, Ευθύμιος Λέκκας, είχε σημειώσει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ότι τα κτίσματα που θα μπορούσαν σε έναν δυνατό σεισμό να καταρρεύσουν υπολογίζονταν περί τις 10.000 σε όλη τη χώρα.
Παρά το τραγικό γεγονός, οι περισσότεροι δήμοι δεν ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του ΥΠΕΝ για καταγραφή των επικίνδυνων κτισμάτων. Ετσι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία (2020), η Αθήνα έχει περισσότερα από 1.400 εγκαταλελειμμένα κτίρια, εκ των οποίων τα 600 έχουν χαρακτηριστεί από τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού ως διατηρητέα, ενώ σε όλη την Ελλάδα βρίσκονται περισσότερα από 20.000. Συνολικά, στην επικράτεια το ΥΠΕΝ έχει χαρακτηρίσει 10.235 κτίρια ως διατηρητέα και από αυτά τα 3.140 βρίσκονται στην Αθήνα.
Αντίστοιχα κακή παραμένει και η εικόνα στον Δήμο Πειραιά. Εκτιμάται πως το 60% των κτιρίων είναι κατασκευασμένα πριν από το 1970. Παράλληλα, το 55% των κτιρίων ανήκουν κατά μέσο όρο σε πάνω από 10 ιδιοκτήτες, ενώ στα μεγάλα το φαινόμενο της συνιδιοκτησίας φτάνει σε αδιέξοδες καταστάσεις. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, να προκύπτει πως ποσοστό μεγαλύτερο του 30% σε γραφεία και καταστήματα στην περιοχή να παραμένουν κλειστά, παλαιά κτίρια να μην ανακαινίζονται και η ποιότητα του κτιριακού δυναμικού να χειροτερεύει συνεχώς.