Η υπόθεση της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα είναι η μία από τις τρεις που εξετάζοντας στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Τον Σεπτέμβριο η δίκη της Χρυσής Αυγής θα συνεχιστεί με την υπόθεση της επίθεσης κατά Αιγύπτιων ψαράδων στο Πέραμα.
Την Παρασκευή κατέθεσε ο 28χρονος Αριστοτέλης Χρυσαφίτης ο οποίος ισχυρίστηκε πως δεν είχε σχέση με τη δολοφονία, πως προφυλακίστηκε για πολιτικές σκοπιμότητες ενώ αναφερόμενος στις διώξεις είπε πως: «Οι διώξεις όλων αυτών των ανθρώπων. Μιλάμε για ανθρώπους οικογενειάρχες, με αρχές, τίμιους. Είναι καλοί άνθρωποι, βοηθούσαν. Δεν είναι σε καμία περίπτωση εγκληματίες. Δεν θα ήμουν εγώ στο χώρο αν ήταν. Δεν έκαναν κάτι κακό».
Για συνέργεια στη δολοφονία Φύσσα κατηγορούνταν 17 άτομα ενώ ο Γιώργος Ρουπακιάς έχει ομολογήσει πως σκότωσε τον νεαρό μουσικό.
Ουσιαστικά στο δικαστήριο έγινε μία ομολογία, αυτή του Ρουπακιά, που με κυνικότητα είπε πως «ήταν μία απλή ανθρωποκτονία».
Από τους 17 απολογούμενους μόνο δύο, οι Αθανάσιος και Νικόλαος Τσόρβας, τοποθέτησαν εαυτούς στο σημείο του εγκλήματος, το οποίο όμως δεν είδαν. Οι υπόλοιποι αρνήθηκαν πως βρίσκονταν στο σημείο.
Η αποτίμηση των ισχυρισμών τους από το δικαστήριο, πιθανότατα θα προέλθει πολύ περισσότερο κατά τις «δεύτερες και τρίτες αναγνώσεις» όσων ακούστηκαν στη δικαστική αίθουσα από τις 20 Ιουνίου έως και σήμερα. Το δικαστήριο καλείται, σύμφωνα με το νόμο, να αναζητήσει την ουσιαστική αλήθεια και επομένως αξιολογεί πολύ διαφορετικά ακόμη και τις φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες.
Οι κύριες ερωτήσεις της Έδρας
Οι ερωτήσεις της Έδρας προς κάθε απολογούμενο είχαν συγκεκριμένη δομή και αφορούσαν κυρίως αρχικά τη σχέση ενός εκάστου με τη Χρυσή Αυγή. Οι 18 κλήθηκαν να απαντήσουν σε δεκάδες ερωτήσεις για το πώς εντάχθηκαν στο κόμμα και τη σχέση τους με αυτό. Επίσης, για την αντίληψή τους σε κρίσιμα θέματα, όπως η δομή και η οργάνωση που είχε τόσο το κόμμα όσο και η τοπική της Νίκαιας, η ιεραρχία της οργάνωσης και τα καθήκοντα που είχαν σε αυτήν, οι σχέσεις τους με την ομάδα των βουλευτών και ειδικά με τον τοπικό, τότε, βουλευτή Γιάννη Λαγό, και η συμμετοχή τους σε διάφορες εκδηλώσεις, είτε διανομής τροφίμων είτε σε συγκεντρώσεις στον Μελιγαλά, στις Θερμοπύλες κ.ά, αλλά και σε άλλες διοργανώσεις, όπως οι εκδρομές στη Νέδα. Επίσης, πολλές ήταν οι ερωτήσεις για τις στολές που φορούσαν, για τους περίφημους όρκους των μελών, αλλά και για τα ναζιστικά σύμβολα με τα οποία πολλοί από αυτούς έχουν φωτογραφηθεί.
Όλοι οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν κάθε σχέση τους με τα σύμβολα, ενώ ο καθένας περιέγραψε τη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή είτε πιο στενή με ενεργό συμμετοχή του στις δράσεις της είτε πιο αποστασιοποιημένη απλά ως μία «ενδιαφέρουσα» πολιτική πρόταση που «έδειχνε ενδιαφέρον για τους Έλληνες». Ένας μόνο, ο Λέων Τσαλίκης είπε πως η σχέση του με τη Χρυσή Αυγή ήταν ότι πήγε να πάρει τρόφιμα δύο φορές.
Πού ήταν το βράδυ της δολοφονίας Φύσσα οι κατηγορούμενοι;
Εκτός από τα δύο ξαδέλφια, κανένας άλλος κατηγορούμενος δεν είπε ότι βρέθηκε στο σημείο που ξεψύχησε ο Παύλος Φύσσας. Οι Αθανάσιος και Νικόλαος Τσορβάς είπαν πως ακολούθησαν το αυτοκίνητο του Ρουπακιά και έφθασαν στον τόπο του εγκλήματος, όπου ο μεν πρώτος δεν είδε τον Ρουπακιά ο δε δεύτερος αναίρεσε ότι είχε δει συνοδηγό στο αυτοκίνητο του δράστη.
Σύμφωνα με τις απολογίες τους, ο Ιωάννης Άγγος, μαζί με τον Λέοντα Τσαλίκη, ήταν στην καφετέρια Κοράλλι για να παρακολουθήσουν τον αγώνα Ολυμπιακός-Παρί Σεν Ζερμέν και έφυγαν πριν από τη λήξη του. Στην καφετέρια βρισκόταν και ο Φύσσας με την παρέα του. Ο Άγγος ισχυρίζεται πως, επειδή έγινε δέκτης λεκτικής επίθεσης από μέλη της παρέας του Φύσσα, ειδοποίησε συγκατηγορούμενούς του. Ο Τσαλίκης ισχυρίστηκε πως δεν είδε τίποτα τέτοιο και πως όταν του είπε περί ενόχλησης ο Άγγος, δεν έδωσε σημασία. Και οι δύο πήγαν στο σπίτι τους μετά την καφετέρια.
Ο Αναστάσιος Αναδιώτης ήταν σε κρίσιμα σημεία και σε κρίσιμους χρόνους πλην, όμως, όπως είπε, ήταν καθαρά εξαιτίας συμπτώσεων. Ο κατηγορούμενος βρέθηκε και στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας όταν διακομίσθηκε εκεί ο Φύσσας. Όπως είπε, πήγε στο Νοσοκομείο για τη γιαγιά ενός φίλο του.
Οι Ιωάννης Καζαντόγλου και Γιώργος Πατέλης ήταν στην Τοπική ως αργά και μετά στο σπίτι τους. Επίσης, στα σπίτια τους ήταν, σύμφωνα με τις απολογίες τους, οι Ελπιδοφόρος Καλαρίτης, Ιωάννης-Βασίλειος Κομιανός, Κωνσταντίνος Κορκοβίλης, Γιώργος Τσακανίκας, Αναστάσιος Μιχάλαρος και Σταύρος Σαντοριναίος. Ο Γιώργος Σταμπέλος ήταν στην Τοπική και μετά επέστρεψε σπίτι του.
Οι Γιώργος Δήμου και Γιώργος Σκάλκος πήγαν μαζί, με ένα μηχανάκι, στην Τοπική μετά το κάλεσμα. Ο Δήμου -είπε, απολογούμενος- πως είδε μηχανάκια μαζεμένα και αναγνώρισε τον Κομιανό, ο οποίος του είπε ότι «πάμε σε μάχη» για να απελευθερώσουν «δικούς μας στο Κερατσίνι». Ο Σκάλκος απολογήθηκε πως η Τοπική ήταν κλειστή και φεύγοντας είδαν από μακριά τον Κομιανό με το μηχανάκι του να «πηγαίνει ήρεμα».
Ο Αριστοτέλης Χρυσαφίτης ήταν σε γιορτή φιλικού του προσώπου στον Άγιο Παντελεήμονα.
Γιατί εστάλη το sms από την Τοπική; Τα τρικάκια
Η απολογητική διαδικασία έφερε στο προσκήνιο έναν νέο ισχυρισμό όσον αφορά την αιτία που το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013, η Τοπική της Νίκαιας κάλεσε με SMS μέλη της να πάνε στα γραφεία. Αρχικά, πολλοί από τους κατηγορούμενους είχαν πει στους ανακριτές ότι το μήνυμα αφορούσε διανομή τροφίμων που οργάνωνε η Τοπική για την επομένη του εγκλήματος.
Όπως ειπώθηκε τώρα στο δικαστήριο, ήταν για τη διανομή φυλλαδίων ενόψει ομιλίας του Νίκου Μιχαλολιάκου που αποφασίστηκε τελευταία στιγμή.
Ο πρώτος κατηγορούμενος που επισήμως αναφέρθηκε «στα τρικάκια» ήταν ο Ιωάννης Καζαντζόγλου, στέλεχος της Τοπικής, το τηλέφωνο του οποίου είχε βρεθεί στο αυτοκίνητο του Ρουπακιά. Απολογούμενος, στις 24 Ιουνίου, ο υπεύθυνος πολιτικής δράσης της Τοπικής απέδωσε στα επίμαχα φυλλάδια τη συνάντησή του με τον δράστη της δολοφονίας Γιώργο Ρουπακιά.
Ο επόμενος κατηγορούμενος που επικαλέστηκε τα τρικάκια ήταν ο πυρηνάρχης της οργάνωσης Γιώργος Πατέλης ο οποίος, στην απολογία του στις 17 Ιουλίου, επιβεβαίωσε πλήρως τον Καζαντζόγλου και τόνισε πως εκείνο το βράδυ εξελίχθηκαν δύο παράλληλες και εντελώς ανεξάρτητες ενέργειες. Η μία αφορούσε τα τρικάκια και το μήνυμα της Τοπικής και η άλλη τα γεγονότα στο Κοράλλι και οι επικοινωνίες του Ιωάννη Άγγου με φίλους του.
Τρίτος που επικαλέστηκε τα τρικάκια ήταν ο Γιώργος Ρουπακιάς. Αν και αρχικά είχε πει πως πριν από το έγκλημα βρισκόταν σπίτι του, στο δικαστήριο – απολογούμενος στις 18 Ιουλίου- ανέφερε πως βρισκόταν από νωρίς στην Τοπική και πως πήγε να παραλάβει τα τρικάκια από τυπογραφείο στο Περιστέρι.
Στις 23 Ιουλίου και ο Γιώργος Σταμπέλος επιβεβαιώνει πως πήρε τρικάκια από τον Ιωάννη Καζαντζόγλου για να τα πετάξει στο Μοσχάτο.
Την ίδια μέρα, ωστόσο, στη δική του απολογία, ο ταμίας της Τοπικής, Γιώργος Τσακανίκας, είπε πως δεν γνωρίζει τίποτα για τρικάκια, πως δεν το άκουσε ποτέ και πως ποτέ δεν του ζητήθηκε έγκριση.
Τι αφορούσαν τα δεκάδες τηλεφωνήματα πριν και μετά το έγκλημα στο Κερατσίνι;
Όλοι οι συγκατηγορούμενοι του Γιώργου Ρουπακιά το επίμαχο βράδυ έχουν αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα. Η αλυσίδα των τηλεφωνημάτων, σύμφωνα με την δικογραφία, φαίνεται να έχει αφετηρία το τηλεφώνημα του Άγγου ενόσω είναι στην καφετέρια στον Καζαντζόγλου. Από εκεί και πέρα, δεκάδες τηλεφωνήματα πριν και μετά το έγκλημα έχουν καταγραφεί.
Στις απολογίες τους οι κατηγορούμενοι, στο σύνολό τους, αποσυνέδεσαν τις κλήσεις αυτές με τη συγκρότηση του Τάγματος Εφόδου και το έγκλημα, ισχυριζόμενοι πως τα επίμαχα τηλεφωνήματα ήταν για άλλες αιτίες από αυτές που τους αποδίδονται.
Ο Άγγος υποστηρίζει πως, πλην μίας κλήσης του στον Καζαντζόγλου, οι αλλεπάλληλες κλήσεις που έκανε και δέχθηκε είχαν να κάνουν με το ποδόσφαιρο, με την προετοιμασία για την ίδρυση Σωματείου στη Ζώνη Περάματος και άλλα θέματα. Ο Καζαντζόγλου, που φέρεται να ειδοποίησε τον Πατέλη για το Κοράλλι, υποστήριξε πως μιλούσε για τα τρικάκια, αλλά και για το ποδόσφαιρο με 6 τηλεφωνήματα στον Άγγο.
Οι Κορκοβίλης και Καλαρίτης μίλησαν τρεις φορές, καθώς ήθελε να τον συλλυπηθεί για την απώλεια του πατέρα του. Ο Αναστάσιος Μιχάλαρος μιλούσε με τον Άγγο για Σωματείο που ετοίμαζαν με την Χρυσή Αυγή στη Ζώνη Περάματος και με τον Τσαλίκη αφού έμαθε πως κάτι έγινε στην Τσαλδάρη, επειδή έμενε κοντά. Ο Τσαλίκης μίλησε με τον Μιχάλαρο για τον Ολυμπιακό. Ο Τσακανίκας μίλησε με τον Πατέλη, καθώς του έγραφε ομιλία για εκδήλωση. Ο Γιώργος Σταμπέλος πήρε κατά λάθος τον Ρουπακιά, θέλοντας να πάρει τον Πατέλη για να συνεννοηθούν για τα τρικάκια.
Ο Αναδιώτης, για πρώτη φορά, είπε στο δικαστήριο πως το τηλεφώνημα με τον Άγγο ήταν επειδή του χρωστούσε λεφτά. Απαντώντας στην πρόεδρο γιατί δεν το είχε πει νωρίτερα, της απάντησε ότι δεν ήθελε να το μάθει ο πατέρας του. «Εδώ σας κατηγορούσαν για εγκληματική οργάνωση και εσείς φοβόσασταν μη μάθει ο πατέρας σας πως χρωστούσατε 250 ευρώ;» του είχε πει η πρόεδρος.
Ο Χρυσαφίτης μιλούσε με συγκατηγορούμενούς του – σε ώρες πριν και μετά, αλλά όχι κατά τη διάρκεια του εγκλήματος- επειδή ήταν κοινωνικός, ενώ μία ώρα μετά μίλησε με τον Πατέλη για τη διανομή τροφίμων.
Η τελευταία απολογία
Ο Αριστοτέλης Χρυσαφίτης ο οποίος ισχυρίστηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων πως δεν είχε σχέση με τη δολοφονία και πίσω από τη δίωξή του κρύβονται πολιτικές σκοπιμότητες.
«Προφυλακίστηκα λόγω πολιτικής σκοπιμότητας. Αν δεν ήταν το πολιτικό ζήτημα δεν θα ήταν έτσι τα πράγματα» είπε χαρακτηριστικά στην απολογία του ο 28χρονος κατηγορούμενος ως μέλος στο τάγμα εφόδου ενώ όταν η πρόεδρος τον κάλεσε να διευκρινίσει σε ποιο ζήτημα αναφέρεται συμπλήρωσε : «Οι διώξεις όλων αυτών των ανθρώπων. Μιλάμε για ανθρώπους οικογενειάρχες, με αρχές, τίμιους. Είναι καλοί άνθρωποι, βοηθούσαν. Δεν είναι σε καμία περίπτωση εγκληματίες. Δεν θα ήμουν εγώ στο χώρο αν ήταν. Δεν έκαναν κάτι κακό».
Η πρόεδρος του δικαστηρίου σχολίασε πως η ανθρωποκτονία είναι γεγονός και ότι σύμφωνα με την κατηγορία εκτός από τον Ρουπακιά, υπήρχαν και άλλοι που συμμετείχαν.
Κατηγορούμενος: Σε καμία περίπτωση δεν θα βοηθούσα…
Πρόεδρος: Επειδή λέτε για τους υπόλοιπους ότι είναι οικογενειάρχες.. Παίρνετε θέση και για άλλους…
Κατηγορούμενος: Γνώριζα ότι είναι καλοί άνθρωποι και οικογενειάρχες.
Πρόεδρος: Ακόμα και ο Ρουπακιάς;
Κατηγορούμενος: Σε καμία περίπτωση δεν θα μου πέρασε από το μυαλό. Έπεσα από τα σύννεφα, δεν τον ήξερα καλά, αλλά δεν το περίμενα…
Ο Χρυσαφίτης έπεσε σε αντιφάσεις και η κατάθεσή του αναφορικά με τις επικοινωνίες που είχε το βράδυ της δολοφονίας Φύσσα παρουσίασαν κενά.
«Είμαι κοινωνικό άτομο και μίλησα με πολλά άτομα εκείνο το βράδυ. Δεχόμουνα από παντού τηλέφωνα» είπε ισχυριζόμενος ότι σε κανένα από αυτά δεν συζήτησε για την δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Όταν δε κλήθηκε να εξηγήσει το λόγο που χρησιμοποίησε τα τηλέφωνα τρίτων προσώπων δικαιολογήθηκε πως δεν είχε μονάδες στο δικό του κινητό.
Η έδρα επικεντρώθηκε στην κλήση που έγινε από κινητό που ανήκει σε φιλικό πρόσωπο του 28χρονου στον Γιώργο Πατέλη, πυρηνάρχη της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, δέκα λεπτά πριν τη μία τη νύχτα. Εκείνη τη χρονική στιγμή διαπιστώνεται στο κατηγορητήριο πως τα τηλέφωνα είχαν πάρει «φωτιά» διότι νωρίτερα είχε δολοφονηθεί ο Παύλος Φύσσας.
Ο Χρυσαφίτης υποστήριξε πως βρισκόταν σε φιλικό σπίτι εκείνη την ώρα και είχε τηλεφωνήσει στον Πατέλη για να συζητήσουν για κάποια τρόφιμα.
«Έχουμε ακούσει ότι κάποια στιγμή δεν σήκωνε ο ίδιος το τηλέφωνο, ότι έβγαινε η γυναίκα του και τον απέτρεπε να μιλήσει εκείνος. Μου κάνει εντύπωση να κάθεται και να συζητάει με εσάς για τα τρόφιμα. Νομίζω ότι είναι μείζον ότι έχει μάθει για το μαχαίρωμα του Ρουπακιά και κάθεται και συζητάει με εσάς από πού θα πάρετε τα τρόφιμα;» ρώτησε η πρόεδρος.
Κατηγορούμενος: Δεν το γνωρίζω…
Πρόεδρος: Δεν μπορείτε να το απαντήσετε. Δεν σας είπε κάτι; Δεν ήταν ταραγμένος;
Κατηγορούμενος: Όχι, δεν κατάλαβα κάτι…
Πρόεδρος: Και οι επαναλαμβανόμενες κλήσεις είναι κάπως…
Κατηγορούμενος: Το καταλαβαίνω. Εγώ μίλαγα απλά στο τηλέφωνο… βρέθηκα από τα θρανία του σχολείου σε ένα κελί φυλακής. Ζήτησα άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, προσπάθησα να δείξω ότι δεν πείραξα κανέναν, έχω καθαρό ποινικό μητρώο. (…)
Πρόεδρος: Αν ξαναμετρήσουμε τις κλήσεις είναι πολλές. Τι ήθελαν μέσα στη νύχτα όλα αυτά τα τηλέφωνα;
Κατηγορούμενος: Εγώ ξέρω ότι διασκέδαζα και βρέθηκα ξαφνικά στη φυλακή. Χωρίς να έχω σκοτώσει κανέναν, καταστράφηκε η ζωή μου, οι σπουδές μου. Έχω ένα νεογέννητο μωρό και θέλω να το μεγαλώσω. Δεν έχω πειράξει καθέναν άνθρωπος.(…) Όταν βγήκα από τη φυλακή επιχείρησα να μάθω τι έγινε. Συνάντησα άτομα, ρωτούσα «τί έχει γίνει;» και όλοι έλεγαν «δεν ξέρω».
«Απλή ανθρωποκτονία»
Για πρώτη φορά, έξι χρόνια μετά από τη δολοφονία στο Κερατσίνι, ο καθ’ ομολογία δολοφόνος του 34χρονου μουσικού, Γιώργος Ρουπακιάς, απολογείται δημόσια, ενώπιον των φυσικών δικαστών του και ακροατηρίου για το έγκλημα στο Κερατσίνι, που έδωσε το έναυσμα για την έρευνα της Δικαιοσύνης σχετικά με τη δράση της Χρυσης Αυγής.
Ο Γιώργος Ρουπακιάς αναφέρθηκε, αρχικά, με λεπτομέρειες στη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή για να φθάσει στα γεγονότα που οδήγησαν στη δολοφονία του Φύσσα το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου του 2013.
Αναφερόμενος στο τηλεφώνημα που δέχθηκε εκείνο το βράδυ να πάει στην Τοπική της Νίκαιας, γιατί κάτι είχε συμβεί, ο Ρουπακιάς περιέγραψε ως εξής τα γεγονότα: «Εμένα το μυαλό μου πήγε στο κακό με το μήνυμα. Σκέφτηκα μήπως μας έχουν πετάξει καμία μολότοφ ή έχουν σπάσει την είσοδο της πολυκατοικίας. Παλαιότερα, μας είχε πει ο Πατέλης ότι όσοι μένουμε κοντά, όταν μας χρειάζεται, να τρέχουμε. Εγώ προσπάθησα να βρω Πατέλη και Καζαντζόγλου, αλλά δεν τα κατάφερα. Είπα στον Δήμου να πάει και ότι έρχομαι κι εγώ. Κατευθύνομαι στην Τοπική, δεν βλέπω κανέναν απ’ έξω και συνεχίζω προς το ραντεβού μου με τον Καζαντζόγλου».
Και συνέχισε, λέγοντας ότι είδε πολλούς από τους συγκατηγορουμένους του.
«Ηταν όλοι με αναμμένες μηχανές. Ηταν 8-10 μηχανές και κάποιες είχαν 2 άτομα. Εγώ από το σωματότυπο κατάλαβα κάποιους», είπε ο Γιώργος Ρουπακιας με την Πρόεδρο να του απαντά ότι είχε τοποθετήσει και τον Γιώργο Πατέλη στο σημείο σε κάποια από τις απολογίες του.
«Ημουν φορτισμένος και ταραγμένος κι έφτιαξα μια ιστορία από το μυαλό μου», είπε ο κατηγορούμενος και πρόσθεσε τί έγινε στη συνέχεια, λέγοντας πως όταν έφθασε στην Τοπική Οργάνωση της Χ.Α. ρώτησε «Τι έγινε ρε παιδιά;», και του είπαν «την έπεσαν σε δικό μας στο Κερατσίνι και πάμε να την απεγκλωβίσουμε».
«Τους ακολούθησα με το αμάξι. Στη μέση της διαδρομής βρήκαμε και το Τζορβα. Φτάσαμε στο Κοράλλι την καφετέρια. Βλέπω τον Παύλο Φύσσα και καμία εικοσαριά άτομα. Είχε τελειώσει ο αγώνας και δεν ξέρω αν ήταν παρέα του όλοι αυτοί ή απλώς τελείωσε ο αγώνας. Ηταν όλοι σταματημένοι μπροστά από την καφετέρια. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα», περιέγραψε στο δικαστήριο, υποστηρίζοντας πως δεν τον ήξερε καθόλου μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Αυτή του η φραση εξόργισε τον πατέρα του Παύλου Φύσσα που φώναξε «είσαι ψεύτης!» από το σημείο που καθόταν.
«Ήταν ο Φύσσας με καμία εικοσαριά άτομα. Έκοψαν μετά οι μηχανές, έκοψα κι εγώ και με κατάλαβε ο Φύσσας και μου φώναξε «γ… το σπίτι σου». Ήταν μικρό το στενό, έκοψαν οι μηχανές, έκοψα κι εγώ. Δεν του απάντησα και άνοιξα την πόρτα για να κατέβω. Εκείνη τη στιγμή έρχεται ένας της ομάδας ΔΙΑΣ και μου χτυπάει το καπό και μου λέει «έλα, έλα», σαν να μου λέει φύγε.
Εφυγα πήγα λίγο πιο κάτω και άφησα το αυτοκίνητο αλλά ήταν το μισό απ’ έξω. Βλέπω στο αντίθετο ρεύμα της Παναγή Τσαλδάρη μια θέση. Περίμενα να περάσουν δύο αυτοκίνητα και πήγα στο αντίθετο ρεύμα για να μπω να παρκάρω».
Π: Οι αστυνομικοί έχουν καταθέσει ότι εκεί υπήρχαν άνθρωποι με κοντάρια και λοστούς.
Κ: Δεν υπήρχε τέτοιο πράγμα
Π: Γιατί να το πουν αυτό οι αστυνομικοί;
Κ: Δεν ξέρω, αλλά δεν ήταν λογικό.
Π: Αρα είναι αναληθής αναφορά των αστυνομικών;
Κ: Έχουν κάνει πολλές αναληθείς αναφορές. Το ξέρετε.
Η στυγερή δολοφονία
Ο Γιώργος Ρουπακιάς επιχείρησε στη συνέχεια να δώσει τη δική του εξήγηση για τη στυγερή δολοφονία.
«Μόλις άφησα το αυτοκίνητο βλέπω στο δρόμο το Φύσσα με 3-4 άτομα ακόμα. Είναι 2-3 μέτρα πιο πίσω του τα άτομα. Είναι μια παρέα. Φωνές άκουγα αλλά δεν ξέρω από που. Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας. Είχαμε απόσταση 4 μέτρα. Έγιναν όλα σε δευτερόλεπτα. Μάλλον με θυμήθηκε και μου λέει «τι είναι ρε;» κι έρχεται κατά πάνω μου. Ανοίγω την πόρτα του αυτοκινήτου, τράβηξα χειρόφρενο και τράβηξα ένα μαχαίρι που είχα..»
Π: Μισό λεπτο. Γιατί πήρατε μαχαίρι. Ησασταν στο αμάξι.
Κ: Τι να έκανα; Να έκλεινα τις ασφαλείες; Είχα ανοιχτά παράθυρα.
Π: Σήμερα αυτό θα κάνατε;
Κ: Ε τι θα έκανα;
Π: Είχατε την ευχέρεια να φύγετε.
Κ: Πως να φύγω είχε κίνηση;
Π: Να κλείσετε ασφάλειες και παράθυρα. Κρατούσε μαχαίρι ή κάτι;
Κ: Οχι δεν κρατούσε. Αλλά ήταν ένα δευτερόλεπτο μακριά και είχε και 3-4 άτομα μαζί.
Π: Εσείς πήγατε να βοηθήσετε κάποιον στο Κερατσίνι υποτίθεται. Γιατί σταματήσατε εκεί;
Κ: Οχι, δεν τον ήξερα. Ήξερα ότι θα τους κυνηγήσουν; Ότι θα πέσω πάνω του την ώρα που παρκάρω; Αυτός σκέφτηκε προφανώς ότι πάμε να τον κυκλώσουμε, όχι ότι εγώ πάω να παρκάρω. Υπέθεσα ότι τους κυνήγησαν οι Χρυσαυγίτες και όταν με είδε μπροστά του σκέφτηκε ότι πάμε να τους κυκλώσουμε.
Στην συνέχεια ο Γιώργος Ρουπακιάς περιέγραψε τα κρίσιμα δευτερόλεπτα.
«Στο αυτοκίνητο είχα ένα μαχαίρι. Και άνοιξα την πόρτα. Αν δεν είχα το μαχαίρι θα άνοιγα να φύγω πεζός. Θα ήταν η τελευταία λύση γιατί θα με έφταναν. Είχα το μαχαίρι. Βγαίνω έξω, κάνω ένα βήμα στο πεζοδρόμιο κι αρχίζει να με χτυπάει γροθιές. Κρατώντας το μαχαίρι έκανα τα χέρια μου προς τα πάνω για να προστατευθώ. Ήταν πιο ψηλός από εμένα. Τα σήκωσα για να προστατέψω το κεφάλι μου. Του έριξα στα ποδιά για να κάνει πίσω. Όπως πήγα για τη δεύτερη είχε πέσει και τον πέτυχα στην καρδιά».
Π: Ο Ιατροδικαστής βρήκε χτυπήματα; Έχετε δει την έκθεση;
Κ: Έχω μαλακό τριχωτό κεφαλής και μου βρήκε κάποιες εκδορές. Στην έκθεση δεν αναφέρεται τίποτα.
Π: Η διαφορά ύψους με τον Φύσσα ποια ήταν;
Κ: Ένα κεφάλι περίπου…
Π: Την πρώτη φορά που τον χτυπήσατε;
Κ: Στο πόδι
Π: Όταν σκοπός κάποιου δεν είναι να σκοτώσει, επιλέγει μέρη που δεν είναι ζωτικά και τον αποδυναμώνει. Η συνέχεια γιατί χρειαζόταν;
Κ: Δεν έχω απασχολήσει ποτέ εγώ. Ούτε γήπεδο ούτε πουθενά. Το μόνο που θέλεις εκείνη την ώρα είναι να φύγει από το χέρια του.
Π: Τα χέρια ενός ανθρώπου που σύμφωνα με τον ιατροδικαστή δεν σας έχει καταφέρει πλήγμα.
Κ: Ούτε να τον τραυματισω ήθελα.
Π: Βρέθηκαν χτυπήματα στο θώρακα κι την καρδιά
Κ: Όταν σε βαράει ο άλλος κι είσαι σκυμμένος, πάνω στην ταραχή και την τρέλα δεν καταλαβαίνεις. Την ώρα που τρως ξύλο…
Π: Ναι που ξύλο βέβαια δεν προκύπτει
Κ: Εχει γίνει μια απλή ανθρωποκτονία και το έκαναν…
Π: Δεν μπορείτε ΠΟΤΕ να λέτε απλή άνθρωποκτονια.
Η ένταξή του στη Χρυσή Αυγή
Ο καθ’ ομολογία δολοφόνος του Παύλου Φύσσα αναφέρθηκε εκτενώς και στη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή πως εντάχθηκε σε αυτή και τί ακριβώς έκανε.
«Ημουν υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής. Το καλοκαίρι του 2012 πήγα για πρώτη φορά στην τοπική της Νίκαιας. Δεν με πήγε κάποιος, διάβασα στο ίντερνετ και πήγα με τη σύζυγό μου. Στην αρχή πηγαίναμε αραιά και μετά πιο τακτικά» είπε ο Γιώργης Ρουπακιας στο δικαστήριο εξηγώντας ότι όταν λέει «υποστηρικτής» της οργάνωσης, εννοεί ότι δεν είχε γραφτεί ποτέ και δεν είχε δώσει τη σχετική συνδρομή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως άλλαζε κάτι στη σχέση του με την οργάνωση.
«Στην αρχή βοηθούσα όποτε μου ζητήσουν αν και στην συνέχεια έγινα κάτι σαν βοηθός του Τσακανίκα επειδή έμενε μακριά στη Γλυφάδα και δούλευε ο άνθρωπος. Όποτε καθόμουν εγώ στο πόδι του. Οι αρμοδιότητες ήταν να πουλάμε κουπόνια για οικονομική ενίσχυση που έδινε ο Πατέλης, η πώληση ρούχων της Χρυσής Αυγής και είχα πάει και κάποιες φορές στη Μεσογείων να φέρω πράγματα» περιέγραψε στο δικαστήριο.
Σχετικά με τη φράση του «χρυσαυγίτης δε γεννιέσαι, ούτε γίνεσαι, χρυσαυγίτης πεθαίνεις» ισχυρίστηκε ότι την είχε ακούσει από τον βουλευτή Αλεξόπουλο και τον είχε εντυπωσιάσει. «Είχα πάει στη κατασκήνωση στη Νέδα. Κάποια στιγμή ανακάλυψα τα όπλα και ρώτησα τον Πατελη «τι είναι αυτά εδώ πέρα», μου είπε ότι τα «έφερε ένας συναγωνιστής», αλλά ήταν με πλαστικές σφαίρες. Και δε χρησιμοποιήθηκαν ποτέ, παρά μόνο για να φωτογραφηθούμε. Ο Πατέλης έριξε μια στον αέρα για να φωτογραφηθεί» σχολίασε σχετικά με της φωτογραφίες από την επίμαχη κατασκήνωση.
Για τον όρκο που έδιναν τα μέλη της Χρυσής Αυγής, ο κατηγορούμενος είπε: «Στη Νέδα, ήμασταν ο Καζαντόζγλου, ο Πατέλης και ο Τσακανίκας, με τον τελευταίο να διαβάζει ένα κείμενο. Ήμουν κι εγώ και άλλοι δυο εκεί. Όταν τελείωσε αυτό που διάβαζα, είπαμε ένα «ορκίζομαι». Ηταν ανούσιο τελείως. Δεν θυμάμαι τι έλεγε. Ξέρω ότι ήταν κάποιος αρχαίος ελληνικός όρκος. Τελειώσαμε με ένα χαιρετισμό που είναι αρχαίος ελληνικός, που κάποιοι λένε για τον Χίτλερ. Σημασία έχει τι νιώθεις εκείνη την ώρα».
Μάλιστα, λίγο αργότερα ξέσπασε και είπε στην Πρόεδρο «Ποτέ πρόλαβε η πατρίδα μας και γέμισε με 600.000 ναζιστές; Εμείς χαιρετούσαμε έτσι επειδή ήταν αρχαίος χαιρετισμός, όχι για να υμνήσουμε τον Χίτλερ».