Η δίωξη στρέφεται σε βάρος του επί χρόνια επικεφαλής της εταιρίας Πέτρου Ξανθόπουλου, μελών της οικογένειας του που είχαν θέσεις ευθύνης αλλά και σε βάρος εκπροσώπων στο Διοικητικό Συμβούλιο που είχαν εκτελεστικά καθήκοντα. Σύμφωνα με την δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση, μετά από αναφορά του Υπουργείου Πολιτισμού, οι εμπλεκόμενοι φέρονται να έχουν διαπράξει τις ανά περίπτωση πράξεις που τους αποδίδονται, το διάστημα από 2003 έως το 2017.
Οι κακουργηματικές κατηγορίες που καταλογίζει ο Εισαγγελέας στους εμπλεκόμενους αφορούν τα αδικήματα της:
– Συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματικής οργάνωση,
– Υπεξαίρεση από κοινού από εντολοδόχο,
– Απάτης από κοινού και κατ’ επάγγελμα,
– Απιστίας από κοινού,
– Νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα κατ’ επάγγελμα,
– Ανακριβούς απόδοσης ΦΠΑ και
– Φοροδιαφυγής δια ανακριβούς απόδοσης φόρου εισοδήματος.
Για την υπόθεση της ΑΕΠΙ και μετά την υποβολή της αναφοράς του αρμόδιου Υπουργείου για την άρνηση των υπευθύνων της Εταιρίας να δεχθούν διαχειριστικό έλεγχο, διατάχθηκε από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Ηλία Ζαγοραίο στην ΦΑΕ Αθηνών πλήρης φορολογικός έλεγχος των χρήσεων 2010- 2015. Ταυτόχρονα, με εισαγγελική εντολή άντρες της οικονομικής αστυνομίας έκαναν πριν έναν χρόνο έφοδο στα γραφεία της ΑΕΠΙ και προχώρησαν σε κατασχέσεις όλων των βιβλίων και στοιχείων της, εγγράφων, σκληρών δίσκων κα. Στην δικογραφία για την υπόθεση περιλαμβάνονται μηνύσεις δημιουργών αλλά και το πόρισμα οικονομικού ελέγχου που διαβίβασε στην Εισαγγελία η υπουργός Πολιτισμού , σύμφωνα με το οποίο η ΑΕΠΙ εμφανίζει τεράστιες ζημιές ενώ ταυτόχρονα παρέχει υπερβολικές αμοιβές σε στελέχη της και έχει αδιανέμητα κέρδη σε καλλιτέχνες .Παράλληλα εμφανίζονται υψηλά κέρδη σε άλλη συνδεδεμένη με αυτήν εταιρία.
Σύμφωνα με το πόρισμα ο διευθύνων σύμβουλος της ΑΕΠΙ έπαιρνε το 2011 μισθό 635.565 ευρώ το χρόνο, ενώ την ίδια χρονιά ο μισθός συγγενούς του, μέλους του Δ.Σ, έφτανε τα 466.256 ευρώ το χρόνο. Καταγρέφεται επίσης στα οικονομικά στοιχεία ,ότι η ΑΕΠΙ στο τέλος του 2014, εμφανίζει αδιανέμητα δικαιώματα ύψους 42,5 εκατ. ευρώ τα οποία είχαν τιμολογηθεί και εισπραχθεί από χρήστες μουσικής. Τα αδιανέμητα ποσά ωστόσο ήταν αδύνατον να αναλυθούν καθώς δεν εμφανίζονταν αντιστοίχηση τιμολογίων με εισπράξεις στο πληροφοριακό σύστημα της εταιρίας.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]