Στις 19-20 Μαρτίου, το κίνημα των Χούτι (φωτό) της Υεμένης, που είναι προσκείμενο στο Ιράν, χτύπησε τη Σαουδική Αραβία με νέο μπαράζ μη επανδρωμένων αεροσκαφών και πυραύλων, στοχεύοντας ενεργειακές εγκαταστάσεις σε Jizan, Yanbu, Dhahran Al-Janub και Khamis Mushait. Δεν υπήρξαν θύματα από τις επιθέσεις, ωστόσο όμως ανέδειξαν τη σημαντική απειλή που αποτελούν οι αντάρτες Χούτι για τη Σαουδική Αραβία. Οι επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν, επίσης, λίγο καιρό μετά την αναφερόμενη ανανέωση και αναδιάταξη των αμερικανικών αντιπυραυλικών αναχαιτιστικών συστημάτων Patriot στο βασίλειο. Ωστόσο, στον απόηχο των τελευταίων χτυπημάτων, η Σαουδική Αραβία εμφανίστηκε ανικανοποίητη, προτρέποντας τη διεθνή κοινότητα (σε μια έμμεση αναφορά στις ΗΠΑ) να κάνει περισσότερα για να σταματήσει την επιθετικότητα των Χούτι, ενώ παράλληλα δήλωσε ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη για τις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου που προκύπτουν από τέτοιες επιθέσεις.
ΟΙ ΜΕΤΡΙΟΠΑΘΕΙΣ αμερικανικές αντιδράσεις σε μελλοντικές απειλές θα ενισχύσουν την αντίληψη της Σαουδικής Αραβίας ότι η Ουάσιγκτον δεν ενδιαφέρεται για την προστασία του βασιλείου. Η Σαουδική Αραβία ανησυχεί ότι το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την ασφάλεια του βασιλείου μειώνεται, καθώς η Ουάσιγκτον πλησιάζει στην υπογραφή μιας πιθανής πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν και επιστρατεύει τις αμερικανικές δυνάμεις στην Ευρώπη εν μέσω του συνεχιζόμενου πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Και οι ανησυχίες αυτές είναι βάσιμες, καθώς οι ΗΠΑ είναι απίθανο να αναπτύξουν δυνάμεις που ενδεχομένως χρειάζονται στην Ευρώπη και την Ασία για να βοηθήσουν τη Σαουδική Αραβία να μετριάσει τις απειλές που προέρχονται από την παρέμβαση του βασιλείου στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης και την αντιπαλότητα με το Ιράν. Οι τρέχουσες συνομιλίες ΗΠΑ-Ιράν για τα πυρηνικά, για παράδειγμα, έχουν επικεντρωθεί στην εξασφάλιση μιας συμφωνίας που αποκαθιστά μόνο τους όρους της αρχικής συμφωνίας του 2015 (η οποία είδε το Ιράν να μειώνει την πυρηνική δραστηριότητα σε αντάλλαγμα για την άρση των κυρώσεων της Ουάσιγκτον) και δεν αντιμετωπίζει τις απειλές ασφαλείας που τίθενται για τη Σαουδική Αραβία μέσω πληρεξουσίων, συμμάχων του Ιράν, βαλλιστικών πυραύλων και άλλων μέσων μη συμβατικού πολέμου. Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ θέλουν να αποφύγουν να παρασυρθούν στον εμφύλιο της Υεμένης, όπου η αποστολή τους παραμένει επικεντρωμένη στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και στην αναζωογόνηση της διπλωματικής διαδικασίας για την επίτευξη εκεχειρίας μεταξύ των ανταρτών Χούτι και των εχθρών τους.
ΑΥΤΗ Η ΠΡΟΣΛΑΜΒΑΝΟΥΣΑ αδιαφορία για την ασφάλειά της θα κάνει, επίσης, τη Σαουδική Αραβία να επιδείξει μικρότερη προθυμία να βοηθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να εξισορροπήσουν την παγκόσμια αγορά πετρελαίου, ως απάντηση στο σοκ, που προκλήθηκε από π.χ. την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Σαουδική Αραβία έχει, κατά καιρούς, ενεργήσει ως δύναμη διατήρησης της σταθερότητας των τιμών στις αγορές πετρελαίου και στο πλαίσιο της στενής σχέσης της με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2011, για παράδειγμα, το βασίλειο αύξησε την παραγωγή πετρελαίου μετά τη διακοπή του παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού, λόγω του εμφυλίου στη Λιβύη. Αλλά το Ριάντ εμφανίζεται όλο και λιγότερο πρόθυμο να λειτουργήσει ως πηγή σταθερότητας στις αγορές πετρελαίου για λογαριασμό της Ουάσιγκτον. Για να «ηρεμήσουν» την αγορά εν μέσω των σημερινών κυρώσεων λόγω Ουκρανίας στις ρωσικές ενεργειακές εξαγωγές, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να πείσουν τη Σαουδική Αραβία να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου, αλλά το Ριάντ δεν έχει ακόμη αναφερθεί σε οποιαδήποτε σχέδια για κάτι τέτοιο.
ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΑ, η Σαουδική Αραβία θα προσβλέπει όλο και περισσότερο σε χώρες όπως η Γαλλία και η Τουρκία για να αντισταθμίσει τη μειούμενη αμερικανική υποστήριξη στο πεδίο της ασφάλειας. Διατηρεί εμπορικούς δεσμούς με τους αντιπάλους της αμυντικής βιομηχανίας των ΗΠΑ στη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα, καθώς και μια αναπτυσσόμενη εγχώρια βιομηχανία όπλων στην κρατική SAMI (Στρατιωτικές Βιομηχανίες της Σαουδικής Αραβίας-Saudi Arabian Military Industries). Ωστόσο, το βασίλειο παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένο από τις αμερικανικές αμυντικές εταιρίες, οι οποίες παρέχουν το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού εξοπλισμού του σαουδαραβικού στρατού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παραμείνουν σε καλύτερη θέση στην αποτροπή ενός πολέμου πλήρους κλίμακας εναντίον της Σαουδικής Αραβίας ή μιας εισβολής εναντίον της, αν και αυτές είναι μακρινές απειλές για το Ριάντ. Για να βοηθήσει στην προστασία από τις πιο πιεστικές απειλές των Χούτι και των ιρανικών επιθέσεων, το βασίλειο θα επιδιώξει να αγοράσει περισσότερα όπλα από άλλες χώρες. Η Σαουδική Αραβία φέρεται να ενδιαφέρεται για την αγορά των τουρκικών drones Bayraktar TB2, τα οποία έγιναν γνωστά στην Ουκρανία, όπου χρησιμεύουν ως αποτελεσματικό όπλο κατά των Ρώσων εισβολέων. Το Ριάντ θα μπορούσε να ακολουθήσει τα βήματα των γειτονικών Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων αγοράζοντας εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας του ΝΑΤΟ αντί για αμερικανικά όπλα.
ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΑ, το βασίλειο μπορεί, επίσης, να μπει στον πειρασμό να εμβαθύνει τους αμυντικούς του δεσμούς με την Κίνα και ενδεχομένως ακόμη και με τη Ρωσία. Η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να επεκτείνει το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων που αναπτύσσει με τη βοήθεια της Κίνας, ενώ θα μπορούσε, επίσης, ενδεχομένως να αγοράσει κινεζικά αεροσκάφη ή μη επανδρωμένα αεροσκάφη αντί για τα αμερικανικά. Σε σύγκριση με τα κινεζικά όπλα, οι ρωσικές αγορές όπλων θα ήταν πολύ πιο πιθανό να προσκρούσουν στις δυτικές κυρώσεις μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Ωστόσο, το Ριάντ θα μπορούσε, τελικά, να εξετάσει κάποια αμυντική συνεργασία με τη Μόσχα εάν οι σχέσεις με τη Δύση επιδεινωθούν περαιτέρω. Ωστόσο, θα χρειαστούν χρόνια προτού η Σαουδική Αραβία είναι σε θέση να αγοράσει και να ενσωματώσει αρκετό εξοπλισμό στις Ενοπλες Δυνάμεις της, ώστε να απομακρυνθεί στρατηγικά από την αμυντική ομπρέλα των ΗΠΑ. Βραχυπρόθεσμα, λοιπόν, η Σαουδική Αραβία θα επιδιώξει να αποφύγει αγορές ρωσικών ή κινεζικών όπλων υψηλού επιπέδου που θα μπορούσαν να επισύρουν κυρώσεις από τις ΗΠΑ, όπως η αγορά του ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου