Σε ενημέρωση Τύπου στις 24 Φεβρουαρίου, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, ολοκλήρωσε τις δηλώσεις του, λέγοντας: «Η δημοκρατία θα υπερισχύει πάντα της απολυταρχίας. Η ελευθερία θα υπερισχύει πάντα έναντι της καταπίεσης». Σε λιγότερο από μία εβδομάδα αργότερα, στην πρώτη του ομιλία για την κατάσταση του έθνους, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, δήλωσε: «Στη μάχη μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας, οι δημοκρατίες αναδεικνύονται στο ύψος των περιστάσεων και ο κόσμος επιλέγει ξεκάθαρα την πλευρά της ειρήνης και της ασφάλειας». Και πιο πρόσφατα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε στο France 24 ότι «η δημοκρατία ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στην απολυταρχία».
ΑΥΤΗ Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ οπτική εξυπηρετεί ορισμένους πολιτικούς σκοπούς, δημιουργώντας το ηθικό πλαίσιο, το οποίο οι ηγέτες της Δύσης μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να ενθαρρύνουν μια ενιαία και διαρκή απάντηση στη ρωσική εισβολή. Ηγέτες και στοχαστές της Δύσης έχουν από καιρό εξισώσει τη δημοκρατία με την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ συνδέουν την απολυταρχία με την επιθετικότητα και την καταστολή. Αυτό το δυαδικό σύστημα θυμίζει την απλότητα του χαρακτηρισμού του πρώην Αμερικανού προέδρου, Ρόναλντ Ρέιγκαν, για τη Σοβιετική Ενωση ως «Αυτοκρατορία του Κακού» και τον προσδιορισμό της Βόρειας Κορέας, του Ιράν και του Ιράκ από τον Τζορτζ Μπους ως «Αξονα του Κακού». Αλλά αυτά τα απλά συνθήματα, αν δεν περιοριστούν προσεκτικά, μπορούν να αποκτήσουν τη δική τους σημασία, περιπλέκοντας τις στρατηγικές επιλογές και οδηγώντας σε ανέφικτα ευρείες αποστολές. Πολλοί σύμμαχοι και εταίροι των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και τον Ινδο-Ειρηνικό θεωρούνται απολυταρχίες, όπως το Βιετνάμ. Ετσι, η διατύπωση του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας ως σύγκρουση μεταξύ δημοκρατιών και απολυταρχιών ενέχει τον κίνδυνο είτε να περιορίσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τους εταίρους τους είτε να υπονομεύσει την πολιτική ενότητα, αφήνοντας χώρο στη Ρωσία, στην Κίνα ή άλλους να κατηγορήσουν τις ΗΠΑ και τους εταίρους τους για υποκρισία.
ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ της δημοκρατίας έναντι της απολυταρχίας καθιστά, επίσης, σχεδόν αδύνατη την αποκλιμάκωση του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, καθώς μια μακροχρόνια σύγκρουση μεταξύ δύο πολιτικών συστημάτων θα τελειώσει μόνο όταν η μία ιδέα νικήσει και η άλλη ηττηθεί. Ακόμα και αν η Ρωσία αποσυρόταν αύριο από την Ουκρανία, αυτό δεν θα τερμάτιζε τον ισχυρισμό ότι η Ρωσία αποτελεί μια απολυταρχία και όχι μια δημοκρατία, παρατείνοντας, έτσι, την ευρύτερη ιδεολογική σύγκρουση. Το δυαδικό σύστημα, επομένως, ενθαρρύνει το ψυχροπολεμικό πλαίσιο μιας διαρκούς πάλης μεταξύ δύο ανταγωνιστικών πολιτικών συστημάτων. Αλλά αυτήν τη φορά οι δημοκρατίες κινδυνεύουν να θεωρηθούν ως οι μακροχρόνιοι επιτιθέμενοι. Μπορεί η Ρωσία να έχει εισβάλει τώρα στην Ουκρανία, αλλά αν ο απώτερος στόχος της Δύσης δεν είναι απλώς η απόσυρση των ρωσικών δυνάμεων αλλά το τέλος της ίδιας της απολυταρχίας, τότε οι ρωσικοί και κινεζικοί ισχυρισμοί ότι η Δύση προσπαθεί να επιβάλει την αλλαγή πολιτικού καθεστώτος γίνονται πιο πιστευτοί. Και αν η Δύση σκοπεύει να προωθήσει τη δημοκρατία σε παγκόσμιο επίπεδο, αυτοί οι στόχοι θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν την αναβίωση του ακραίου δυτικού φιλελευθερισμού, τον ιεραποστολικό ζήλο να προωθήσει την παγκόσμια πολιτική αλλαγή και να διεκδικήσει μια ενιαία βορειοατλαντική πολιτική φιλοσοφία ως τη μόνη νόμιμη -και αναπόφευκτη- παγκόσμια φιλοσοφία.
Γιάνις Τίμα: Σοκ - Βίντεο αποτυπώνει τα τελευταία λεπτά της ζωής του - Απειλές δέχεται η πρώην σύζυγός του
ΕΝΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ πλαίσιο μπορεί, επίσης, να αποκτήσει τη δική του πολιτική υπόσταση, καθώς η κοινωνική δυναμική μπορεί να διαδραματίσει ισχυρό ρόλο στην πολιτική διαδικασία και τις πολιτικές μιας δημοκρατίας. Οι πολιτικοί, εκμεταλλευόμενοι τον ηθικό ενθουσιασμό, μπορεί να βρεθούν παγιδευμένοι από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους, ενθαρρυμένοι να αναλάβουν δράσεις που μπορεί να μην ανταποκρίνονται στις στρατηγικές ανάγκες αλλά είναι πολιτικά σκόπιμες. Αυτό μπορεί να μειώσει τις επιλογές για συνεργασία με ενεργές ή δυνητικές χώρες-εταίρους, όταν προκαλούν μεγαλύτερους στρατηγικούς ανταγωνιστές, όπως η Ρωσία και η Κίνα. Για παράδειγμα, ενώ ο αντίκτυπος των κυρώσεων κατά της ρωσικής ενέργειας μπορεί να μετριαστεί με την επέκταση των ενεργειακών εισαγωγών από άλλους παραγωγούς, ο κοινωνικός και πολιτικός ζήλος μπορεί να υπονομεύσει τις λογικές προσπάθειες αύξησης των εισαγωγών από μέρη όπως το Ιράν ή η Βενεζουέλα, καθώς οι χώρες αυτές είναι, επίσης, «απολυταρχίες».
Ο ΔΙΧΑΣΜΟΣ του κόσμου σε δύο ανταγωνιστικά πολιτικά συστήματα ενέχει τον κίνδυνο να δημιουργήσει ένα διαρκώς διευρυνόμενο σύνολο πιθανών στόχων. Εάν η ίδια η απολυταρχία είναι ο στόχος, τότε, με τους απλούστερους όρους, η Δύση επιδιώκει να αντικαταστήσει την απολυταρχία με τη δημοκρατία. Αυτό όμως εγείρει αρκετά δύσκολα ερωτήματα. Ποια είναι η γραμμή μεταξύ δημοκρατίας και απολυταρχίας; Είναι οι λεγόμενες ελαττωματικές δημοκρατίες εντάξει; Πώς διαχειρίζονται οι Ηνωμένες Πολιτείες τις σχέσεις με τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ, την Τουρκία ή την Ουγγαρία; Είναι οι ήπιες απολυταρχίες εντάξει; Θα πρέπει η Δύση να δημιουργήσει χώρο και κίνητρα για τη μετάβαση στη δημοκρατία ή θα πρέπει να επιδιώξει ενεργά τον εκδημοκρατισμό των απολυταρχιών; Αυτό θα συνεπαγόταν αμιγώς οικονομικά και πολιτικά εργαλεία ή και στρατιωτικά εργαλεία; Οπως και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, ο οποίος εξελίχθηκε από την αμερικανική αντίδραση την 11η Σεπτεμβρίου και συνεχίστηκε και μετά τον θάνατο του ηγέτη της Αλ Κάιντα, Οσάμα μπιν Λάντεν, η μάχη κατά της απολυταρχίας μπορεί γρήγορα να γίνει εκτεταμένη και ασαφής.
ΤΕΛΟΣ, η ομαδοποίηση όλων των χωρών σε μία από τις δύο κατηγορίες δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τις πολύ διαφορετικές γεωπολιτικές θέσεις κάθε χώρας. Η Κίνα δεν είναι η Ρωσία και η Ταϊβάν δεν είναι η Ουκρανία. Η επιφανειακή ανάλυση συγχέει τις δύο και διαμορφώνει μια πολιτική που μπορεί να είναι ανεφάρμοστη ή ακόμη και αντιπαραγωγική. Στον Ψυχρό Πόλεμο, αν οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναγνωρίσει νωρίτερα τις πολιτικές τριβές μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και της Κίνας, ίσως να είχαν μπορέσει να εκμεταλλευτούν νωρίτερα τη διάσπαση Κίνας-Σοβιετικής Ενωσης, ίσως ακόμη και να υπονόμευαν την ιδέα της θεωρίας του ντόμινο και να άλλαζαν την αμερικανική πολιτική έναντι του Βιετνάμ. Το πλαίσιο της δημοκρατίας έναντι της απολυταρχίας είναι ένα πολύτιμο εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διαμόρφωση και τη διατήρηση συνεκτικής δράσης κατά της Ρωσίας, αλλά πρέπει να εφαρμοστεί προσεκτικά. Χωρίς την προσαρμογή των πολιτικών στο γεωπολιτικό πλαίσιο και τις πραγματικότητες των διαφόρων χωρών, ο αυτοσυντηρούμενος συνασπισμός των δημοκρατιών διακινδυνεύει δαπανηρές και αντιπαραγωγικές πολιτικές.