Εκπρόσωπος της αστυνομίας της Καμπούλ, ο Χαλίντ Ζαντράν, είχε ανακοινώσει αρχικά πως η επίθεση του Σαββάτου στη συνοικία Νταστ-ι-Μπαρτσί, όπου κατοικούν κυρίως μέλη της κοινότητας των σιιτών Χαζάρων, η οποία υφίσταται ιστορικά σκληρή καταστολή, ήταν δυο νεκροί. Όμως με δελτίο Τύπου που έδωσε στη δημοσιότητα χθες Κυριακή, αναθεώρησε τον απολογισμό προς το χειρότερο, κάνοντας λόγο για 5 νεκρούς και 15 τραυματίες που νοσηλεύονται σε νοσοκομείο.
Διευκρίνισε πως η έκρηξη οφειλόταν σε εκρηκτικά τοποθετημένα μέσα στο λεωφορείο και ότι «η αστυνομία διενεργεί έρευνα για την υπόθεση ώστε να βρει τους δράστες και να τους προσαγάγει ενώπιον της δικαιοσύνης».
Από την πλευρά της, η αποστολή των Ηνωμένων Εθνών έκανε λόγο χθες για τουλάχιστον 25 θύματα —νεκρούς και τραυματίες— μέσω X (του πρώην Twitter), απευθύνοντας έκκληση να «τερματιστούν οι στοχευμένες επιθέσεις εναντίον αμάχων», καθώς και να προσφερθεί «περισσότερη προστασία στην κοινότητα των Χαζάρων» στο Αφγανιστάν.
Μερικές ώρες μετά την επίθεση, ο τοπικός βραχίονας του ΙΚ ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση μέσω Telegram.
Τον Νοέμβριο, επτά άνθρωποι σκοτώθηκαν σε πανομοιότυπο περιστατικό, όταν εξερράγη βόμβα μέσα σε λεωφορείο στη Νταστ-ι-Μπαρτσί. Και σε εκείνη την περίπτωση, την ευθύνη ανέλαβε το ΙΚ, που θεωρεί τους σιίτες «αποστάτες» (αιρετικούς).
Ο αριθμός των βομβιστικών επιθέσεων, ιδιαίτερα των επιθέσεων βομβιστών-καμικάζι, μειώθηκε αισθητά στο Αφγανιστάν αφού κατέλαβαν την εξουσία οι φονταμενταλιστές σουνίτες αντάρτες Ταλιμπάν την 15η Αυγούστου 2021, όταν η κυβέρνηση που υποστηριζόταν από τις ΗΠΑ κατέρρευσε.
Ωστόσο εξακολουθούν να δρουν στη χώρα της Ασίας ένοπλες οργανώσεις, ειδικά το ΙΚ, που παραμένουν σοβαρή απειλή για την ασφάλεια, παρά τις διαβεβαιώσεις του καθεστώτος των Ταλιμπάν πως ελέγχει την κατάσταση.