Προφανώς η εμφάνιση ειδικά στο πρώτο 45λεπτο του προέδρου Μπάιντεν ήταν προβληματική, με αποτέλεσμα να ακουστούν διάφορα περί νέου υποψηφίου των Δημοκρατικών ή αποχώρησής του. Αλλά η κακή εμφάνιση δεν σημαίνει ότι κέρδισε ο Τραμπ ή ότι θα αλλάξουν ριζικά οι συσχετισμοί. Είναι σημαντικό ότι η πρώτη αντιπαράθεση έγινε πολύ νωρίς, ενώ είναι διαχρονικά γνωστό ότι οι αντίστοιχες του παρελθόντος έγιναν μεταξύ 10 Σεπτεμβρίου και 20 Οκτωβρίου.
Ασφαλώς η δεύτερη αντιπαράθεση θα πρέπει να είναι από πλευράς Μπάιντεν πιο δυναμική, απέναντι σε έναν επαγγελματία ψεύτη και καταδικασμένο για κακουργήματα Τραμπ. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ο Τραμπ είναι από μόνος του ό,τι χειρότερο. Αλλά με σωρεία συνωμοσιολογικών θεωριών και ανύπαρκτων πολιτικών θέσεων επιδιώκει την επιστροφή του. Είναι δεδομένο ότι ο Μπάιντεν θα ακολουθήσει τακτικές που οδήγησαν σε επανάκαμψη τους Ρέιγκαν και Ομπάμα. Πλην ελαχίστων περιπτώσεων, οι πρόεδροι επικρατούν.
Δύο επισημάνσεις
Πρώτον: Ο Τραμπ εξέτρεψε και δεν απάντησε σε δύο βασικά ερωτήματα. Ενώ οι ειδικοί και οι σχολιαστές επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στις επιδόσεις των υποψηφίων, δεν πρέπει να αγνοήσουμε το γεγονός ότι μέσα στο χείμαρρο ψεμάτων του ο Τραμπ απέφυγε να απαντήσει σε ερωτήσεις για δύο βασικά ζητήματα: το ρόλο του στην εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο και το αν ή όχι θα δεχτεί τα αποτελέσματα των εκλογών του 2024. Απαντώντας σε μια ευθεία ερώτηση του συντονιστή Τζέικ Τάπερ για το τι θα έλεγε στους ψηφοφόρους που πιστεύουν ότι ο Τραμπ παραβίασε τον όρκο του για διατήρηση, προστασία και υπεράσπιση του Συντάγματος στις 6 Ιανουαρίου, ο Τραμπ στράφηκε αμέσως στο ιστορικό του στα σύνορα και επιτέθηκε στο Μπάιντεν.
Αφού ο Τάπερ επανέλαβε την ερώτηση, ο Τραμπ αρνήθηκε την ευθύνη και εξαπέλυσε ψευδείς επιθέσεις κατά της πρώην Προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι. Ο Τραμπ αρνήθηκε επίσης να αναγνωρίσει οποιονδήποτε ρόλο έπαιξε ο ίδιος ή η επικίνδυνη ρητορική του στην επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ που τραυμάτισε περίπου 140 αστυνομικούς και απείλησε τη Δημοκρατία. Αντίθετα, συνέχισε την υπεράσπιση ορισμένων ταραχοποιών της 6ης Ιανουαρίου, πολλοί από τους οποίους έχουν καταδικαστεί για κακούργημα για τη συμμετοχή τους στην ανταρσία.
Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι στο θέμα της αποδοχής των αποτελεσμάτων των εκλογών του 2024, ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει, ο Τραμπ αρχικά απέτυχε να απαντήσει στην ερώτηση. Αφού η συντονίστρια Ντάνα Μπας έθεσε την ερώτηση για τρίτη φορά, ο Τραμπ έδωσε μια απάντηση που άφησε και πάλι ανοιχτή την πόρτα για την επανάληψη της εκλογικής άρνησης του 2020, που αποτελεί κεντρικό μήνυμα της τρέχουσας προεκλογικής εκστρατείας του. Ο Τραμπ απάντησε λέγοντας: «Αν είναι δίκαιες, νόμιμες και καλές εκλογές, οπωσδήποτε», προσθέτοντας ότι θα είχε αποδεχτεί τα αποτελέσματα το 2020, «αλλά η απάτη και όλα τα άλλα ήταν γελοία»(!).
Την επίθεση στο Μαγδεμβούργο καταδικάζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος
Δεύτερον: «Είναι δύσκολο να συζητάς με έναν ψεύτη», είπε ο Μπάιντεν μετά τη συζήτηση. Αλλά η αποστολή του Μπάιντεν ήταν να δείξει ότι ο Τραμπ έλεγε συνεχώς ψέματα και να το αντιπαραβάλει με το δικό του ιστορικό. Το CNN σημείωσε ότι ο Τραμπ έκανε 30 απύθμενα ψευδείς ισχυρισμούς στη συζήτηση. Είπε ψέματα για την άμβλωση. Είπε ψέματα για την Ουκρανία. Είπε ψέματα για τα ελλείμματα του προϋπολογισμού και του εμπορίου. Είπε ψέματα για τον Μπάιντεν που αναφερόταν στους μαύρους ως «σούπερ αρπακτικά». Είπε ψέματα για τη Νάνσι Πελόζι, την Εθνική Φρουρά και τις 6 Ιανουαρίου.
ΔΕΝ ΘΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΥΠΟΨΗΦΙΟ ΟΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΙ
Ο Μπάιντεν γνώριζε ότι ο Τραμπ λέει ψέματα τόσο εύκολα όσο άλλοι άνθρωποι πίνουν μια γουλιά νερό. Αλλά ήταν μάλλον πιθανότατα απροετοίμαστος ή απλά στιγμιαία αδύναμος να αντιμετωπίσει το αδιάκοπο ρεύμα των λεκτικών και ανυπόστατων επικρίσεων του Τραμπ. Το Δημοκρατικό κατεστημένο δεν πρόκειται να προχωρήσει σε τυχόν αντικατάσταση του Μπάιντεν. Από τους Δημοκρατικούς (παρά τα όποια μειονεκτήματά του) είναι ο ισχυρότερος υποψήφιος και γνωρίζει μέσα στα έντονα 50 χρόνια της πολιτικής του παρουσίας πώς να κερδίζει τις μάχες. Μοναδική περίπτωση θα ήταν αν οικειοθελώς αποσυρόταν, που το έχει απορρίψει. Ολοι οι πιθανοί μελλοντικοί υποψήφιοι για μελλοντικοί πρόεδροι τον υποστηρίζουν, μεταξύ των οποίων η Καμάλα Χάρις και οι υπολογίσιμοι κυβερνήτες της Καλιφόρνια, του Μέριλαντ, του Ιλινόις, της Πενσιλβανία και του Μίσιγκαν.
Πάντως, μέσα στο προσεχές τετράμηνο έχουμε να δούμε και βιώσουμε πάρα πολλά και δύσκολα στην προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ και προφανώς με παγκόσμιες προεκτάσεις και επιπτώσεις.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΑΤΥΧΕΙΣ ΣΤΙΓΜΕΣ
Ορισμένοι υποψήφιοι τα πηγαίνουν ικανοποιητικά και ορισμένοι έχουν ατυχείς στιγμές. Προσωπικά ενθυμούμαι τον αείμνηστο Ρόναλντ Ρέιγκαν (επίσης μεγάλο ηλικιακά), που το 1984 πραγματοποίησε τραγική εμφάνιση απέναντι στον Δημοκρατικό γερουσιαστή Ουόλτερ Μοντέιλ της Μινέσοτα, αλλά στις εκλογές σάρωσε στις 49 από τις 50 Πολιτείες. Επίσης στο πρώτο debate του 2008 ο Μπαράκ Ομπάμα είχε ατυχείς στιγμές απέναντι στον εκ των κορυφαίων όλων των εποχών Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή και ήρωα πολέμου του Βιετνάμ, Τζον Μακέιν, τον οποίο τελικά νίκησε με την ψήφο του αμερικανικού λαού τον Νοέμβριο του 2008.