ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ θα τεθεί τώρα προς ψήφιση στη γερμανική Μπούντεσταγκ, μετά την επιστροφή των βουλευτών από τις καλοκαιρινές διακοπές στις 5 Σεπτεμβρίου. Εάν εγκριθεί από το Κοινοβούλιο, η μεταρρύθμιση θα μειώσει τις απαιτήσεις διαμονής για την υπηκοότητα από οκτώ σε πέντε χρόνια για όλους και σε τρία μόνο χρόνια για άτομα που είναι σε πολύ προχωρημένο επίπεδο στη γερμανική γλώσσα, έχουν εξαιρετική ακαδημαϊκή ή επαγγελματική σταδιοδρομία και/ή συμμετέχουν σε εθελοντική/κοινωνική εργασία. Αλλα προτεινόμενα μέτρα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα κατοχής πολλαπλών διαβατηρίων, απλούστερες γλωσσικές απαιτήσεις για τους κατοίκους που γεννήθηκαν στο εξωτερικό και είναι άνω των 67 ετών, καθώς και γρηγορότερες διαδικασίες για την απόκτηση ιθαγένειας για τα παιδιά των μεταναστών. Από την άλλη πλευρά, τα άτομα που εξαρτώνται από την κρατική υποστήριξη ή που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα μίσους δεν θα μπορούν να υποβάλουν αίτημα πολιτογράφησης.
Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ αντιμετωπίζει ελλείψεις εργατικού δυναμικού τα τελευταία χρόνια, με τομείς που εκτείνονται από τις υπηρεσίες και τον τουρισμό έως τον χάλυβα, την αυτοκινητοβιομηχανία και τους ημιαγωγούς να δυσκολεύονται να καλύψουν κενές θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τα κυβερνητικά στατιστικά, το ζήτημα έχει αρχίσει να επηρεάζει περισσότερους κλάδους και επαγγέλματα εν μέσω μιας ήδη εξαιρετικά στενής αγοράς εργασίας, μιας αναντιστοιχίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης θέσεων εργασίας και μιας διαρκούς συρρίκνωσης του εργατικού δυναμικού λόγω της γήρανσης του πληθυσμού της χώρας έπειτα από δεκαετίες χαμηλών ποσοστών γεννήσεων. Η προκύπτουσα έλλειψη εργατικού δυναμικού έχει αυξήσει περαιτέρω το κόστος επιχειρηματικής δραστηριότητας στη Γερμανία, αυξάνοντας τη δυνατότητα των εργαζομένων να απαιτούν υψηλότερους μισθούς. Εχουν, επίσης, τροφοδοτήσει ένα κύμα πρόσφατων απεργιών και άλλων διασπαστικών εργατικών δράσεων αυξάνοντας ομοίως τη διαπραγματευτική δύναμη των συνδικάτων στις μισθολογικές διαπραγματεύσεις. Καθώς όλο και περισσότερες εταιρίες αγωνίζονται να βρουν εργαζομένους με μισθούς που μπορούν να καλύψουν, ο αντίκτυπος στην παραγωγικότητα των επιχειρήσεων και το κόστος λειτουργίας έχουν με τη σειρά τους εμποδίσει την οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό.
ΕΝΩ ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ έχει, επίσης, αρχίσει να λαμβάνει μέτρα για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του υφιστάμενου εργατικού πληθυσμού της χώρας, η αναθεώρηση της γερμανικής μεταναστευτικής νομοθεσίας για την προσέλκυση περισσότερων ξένων εργαζομένων έχει γίνει η κύρια λύση της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση του ζητήματος. Εκτός από το πρόσφατα προτεινόμενο σχέδιο για να καταστεί ευκολότερη η πορεία προς την υπηκοότητα, το γερμανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε στις 23 Ιουνίου μεταναστευτική μεταρρύθμιση γνωστή ως νόμος περί μετανάστευσης εξειδικευμένων εργατών, από την οποία το Βερολίνο ελπίζει ότι θα διπλασιάσει τις εισροές τους από τρίτες χώρες στη χώρα και θα συμβάλει στην καταπολέμηση της έλλειψης εργατικού δυναμικού, χαλαρώνοντας τις αυστηρές απαιτήσεις για τους εργαζομένους με προσόντα που αναγνωρίζονται στη Γερμανία. Το Βερολίνο έχει, επίσης, αυξήσει ενεργά τις προσπάθειες για την προσέλκυση ξένων εργαζομένων με άλλους τρόπους, μεταξύ άλλων, προωθώντας μια διεθνή διαφημιστική εκστρατεία με την ονομασία «Make it in Germany», που έχει ως στόχο να παρουσιάσει τη χώρα ως ελκυστικό μέρος για εργαζομένους που μεταναστεύουν από χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής.
ΧΩΡΙΣ ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ αλλαγή στη μεταναστευτική πολιτική της, το επικείμενο δημογραφικό έλλειμμα του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού της Γερμανίας θα μπορούσε να απειλήσει την ευημερία και το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της χώρας. Οι αλλαγές στο μεταναστευτικό θα βοηθήσουν τη Γερμανία να προσελκύσει ξένους εργαζομένους μειώνοντας τα γραφειοκρατικά εμπόδια κατά την υποβολή αίτησης για εργασία, ενώ οι αλλαγές στους κανόνες για την ιθαγένεια θα βοηθήσουν στη διατήρηση και την ενσωμάτωσή τους στη χώρα, προσφέροντας προοπτικές για μια πιο ομαλή και γρήγορη πορεία προς την απόκτησή της. Αν και η τελευταία δεν αποτελεί προϋπόθεση για την απασχόληση των μεταναστών στη Γερμανία, οι αλλαγές αυτές θα βοηθήσουν την κυβέρνηση στην επιδίωξη του ευρύτερου στόχου της να μετατρέψει τη χώρα σε προτιμώμενο μεταναστευτικό προορισμό για ξένα ταλέντα, παρόμοιο με το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά.
Εάν επιτύχει η προσπάθεια, η αύξηση των ξένων εργαζομένων θα βοηθήσει να καλυφθούν οι υπάρχουσες ελλείψεις εργατικού δυναμικού που εμποδίζουν την ανάπτυξη, διαταράσσουν τις υπηρεσίες και συμβάλλουν στον πληθωρισμό. Η προσέλκυση ξένων ειδικευμένων εργαζομένων θα συμβάλει στον περιορισμό των αναδυόμενων ελλείψεων δεξιοτήτων σε τομείς όπως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, οι ημιαγωγοί και η πληροφορική, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό εμπόδιο στην ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση της χώρας τα επόμενα χρόνια.
Μακροπρόθεσμα, καθώς η δημογραφική μείωση της χώρας επιταχύνεται και αρχίζει να συρρικνώνεται δραματικά το μέγεθος του εργατικού δυναμικού της, η προσέλκυση ξένου εργατικού δυναμικού θα είναι το «κλειδί» για τη Γερμανία προκειμένου να διατηρήσει την οικονομική ανάπτυξη, να μειώσει τις πληθωριστικές πιέσεις και να διατηρήσει ένα οικονομικά βιώσιμο σύστημα πρόνοιας. Παρ’ όλα αυτά, με τις γερμανικές Αρχές να φέρονται ήδη καταβεβλημένες από χιλιάδες καθυστερημένες αιτήσεις πολιτογράφησης, ο μεγάλος χρόνος αναμονής και η δυσκίνητη γραφειοκρατία θα μπορούσαν να ματαιώσουν τις προσπάθειες για γρήγορη προσέλκυση και απορρόφηση των εκατοντάδων χιλιάδων αλλοδαπών εργαζομένων που θα χρειαστεί η Γερμανία τα επόμενα χρόνια για να αναπληρώσει τη συρρικνούμενη δεξαμενή εγχώριου εργατικού δυναμικού.
ΩΣΤΟΣΟ, η εισροή ξένων εργαζομένων θα μπορούσε, επίσης, να προκαλέσει σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις με τη μορφή αυξανόμενου αντιμεταναστευτικού αισθήματος που τροφοδοτεί την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων. Παρ’ όλες τις θετικές οικονομικές επιπτώσεις, οι μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της μετανάστευσης από χώρες εκτός Ε.Ε. μπορεί να αποδειχθούν δίκοπο μαχαίρι, τροφοδοτώντας την ξενοφοβία σε ορισμένα τμήματα του γερμανικού πληθυσμού και ενισχύοντας την υποστήριξη ακροδεξιών, αντιμεταναστευτικών κομμάτων όπως η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Η άνοδος της δημοτικότητας τέτοιων κομμάτων θα περιπλέξει τα σχέδια του Βερολίνου για την προσέλκυση και τη διατήρηση ξένων εργαζομένων στα ανατολικά της χώρας, όπου βρίσκονται πολλές παραγωγικές εγκαταστάσεις σε παραδοσιακούς κλάδους (όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, ο χάλυβας και τα μέταλλα) και όπου κατασκευάζονται πολύ περισσότερα εργοστάσια σε καινοτόμους τομείς (όπως η κατασκευή ημιαγωγών και μπαταριών). Η Ανατολική Γερμανία είναι, επίσης, το μέρος όπου το AfD έχει λάβει ισχυρά ποσοστά, γεγονός που μπορεί να αποτρέψει τους ξένους από το να μετακινηθούν εκεί για εργασία, ενώ οι τοπικές πολιτικές μπορεί να περιπλέξουν τα ομοσπονδιακά σχέδια για ενσωμάτωση όσων θα ήταν πρόθυμοι να το κάνουν.
Επιπλέον, εάν στις επόμενες γενικές εκλογές της Γερμανίας το 2025 προκύψει μια κυβέρνηση που θα περιλαμβάνει το AfD ή/και άλλα ακροδεξιά κόμματα, τα σημερινά κυβερνητικά σχέδια για τη μετανάστευση μπορεί να ανατραπούν εντελώς. Οπότε, η χώρα θα αναγκαστεί να βασιστεί σχεδόν αποκλειστικά στην αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων που ήδη έχει, προκειμένου να διατηρήσει την οικονομική ανάπτυξη. Η Γερμανία μπορεί, για παράδειγμα, να αναγκαστεί να αυξήσει το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης για να διατηρήσει το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, αν και αυτό δύσκολα θα συνέβαλε στην ανάπτυξη ή στην αντιμετώπιση της έλλειψης δεξιοτήτων της χώρας και θα έβλαπτε μόνο την παραγωγικότητα. Υπό ένα τέτοιο σενάριο, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα παραμείνει, έτσι, πιθανότατα υποτονική για δεκαετίες.
Ειδήσεις σήμερα
Κακοκαιρία Daniel: Ένας ακόμη νεκρός στην Καρδίτσα – Εντοπίστηκε μέσω drone [βίντεο]
Blue Horizon: Απολογούνται οι 3 από τους 4 συλληφθέντες – Τι θα ισχυριστούν οι κατηγορούμενοι