Η επανέναρξη των διμερών συνομιλιών ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα θα μπορούσε να επιφέρει μια σύντομη «ανακωχή» στη μεταξύ τους ένταση στη Μεσόγειο. Ωστόσο, παραμένει απίθανη μια μακροπρόθεσμη λύση στα πολλά σημεία τριβής μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας. Υστερα από μια τεταμένη πενταετή διακοπή, Ελληνες και Τούρκοι διπλωμάτες συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιανουαρίου με την ελπίδα να βρουν κοινό έδαφος, αναφορικά με τις θαλάσσιες διεκδικήσεις στη Μεσόγειο. Οι διαπραγματεύσεις σηματοδότησαν τον 61ο γύρο διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Αγκυρας και Αθήνας από το 2002. Το γεγονός ότι δύο μακροχρόνιοι αντίπαλοι συμμετείχαν στις συνομιλίες αποτελεί θετικό στοιχείο για ρεαλιστικές συζητήσεις και στρατιωτική αποκλιμάκωση. Ωστόσο, Αγκυρα και Αθήνα απέχουν πολύ από την επίλυση των βαθύτερων θαλάσσιων, εδαφικών και πολιτιστικών διαφορών τους.
ΤΟ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ προτιμώμενο πεδίο (συζητήσεων) Τουρκίας και Ελλάδας για τις συνομιλίες της 25ης Ιανουαρίου υπογραμμίζει πόσο δύσκολο θα είναι για τις δύο χώρες να επιτύχουν τη συναίνεση σε θέματα που έχουν διαφορετική σημασία για την καθεμία. Η Ελλάδα προσπάθησε να διατηρήσει τη συζήτηση αποκλειστικά επικεντρωμένη στη θαλάσσια οριοθέτηση, λύνοντας το ζήτημα των αλληλεπικαλυπτόμενων Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών της (ΑΟΖ) με την Τουρκία, ιδίως στο Αιγαίο. Η Τουρκία, ωστόσο, επεδίωκε ένα ευρύτερο πεδίο, ελπίζοντας να θίξει θέματα πέρα από τη θαλάσσια οριοθέτηση, συμπεριλαμβανομένων της μεταχείρισης της μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα και της αποστρατιωτικοποίησης των αμφισβητούμενων νησιών στο Αιγαίο.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ, μια συμβιβαστική προσέγγιση με την Ελλάδα βοηθά στην αποφυγή περαιτέρω οικονομικών κυρώσεων και πολιτικών πιέσεων από την Ε.Ε. Η Αγκυρα υπολογίζει πιθανώς ότι ακόμη και μια περιορισμένη διπλωματία με την Ελλάδα θα της δημιουργήσει υπεραξία στις Βρυξέλλες και τους ισχυρούς παίκτες της Ε.Ε., όπως η Γαλλία και η Γερμανία, οι οποίες την παροτρύνουν να σταματήσει τις επιθετικές ερευνητικές δραστηριότητες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο, έχοντας παράλληλα επικρίνει τις στρατιωτικές της ενέργειες σε Λιβύη και Συρία.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ προσπαθεί ενεργά να φλερτάρει με ξένους επενδυτές, αποτρέποντας περαιτέρω κυρώσεις ύστερα από αρκετά θυελλώδη χρόνια για την οικονομία της. Η Ε.Ε. είναι ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Αγκυρας, αντιπροσωπεύοντας το 50% των συνολικών τουρκικών εξαγωγών. Η Τουρκία αποτελεί, επίσης, ένα σημαντικό ανάχωμα της Ε.Ε. για να σταματήσει η ροή των μεταναστών και των προσφύγων στις ευρωπαϊκές ακτές με αντάλλαγμα την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στο πλαίσιο της συμφωνίας του 2016. Για χρόνια, η Τουρκία πιέζει να επεκτείνει τη συμφωνία τελωνειακής ένωσης του 1995 με την Ε.Ε., η οποία επί του παρόντος καλύπτει μόνο βιομηχανικά αγαθά. Από το 2013, Τουρκία και Ε.Ε. συζητούν τη θέσπιση απαλλαγής βίζας για Τούρκους πολίτες που επισκέπτονται την Ενωση. Οι Βρυξέλλες έχουν χρησιμοποιήσει επανειλημμένα τις τρέχουσες διαπραγματεύσεις και για τα δύο αυτά ζητήματα ως μοχλό πίεσης στη σχέση τους.
Η ΕΛΛΑΔΑ ελπίζει ότι η προσωρινή πολιτική μείωσης της έντασης με την Τουρκία θα προσφέρει την αφετηρία για πιθανές μελλοντικές διαπραγματεύσεις που θα μπορούσε στη συνέχεια να γυρίσει υπέρ της. Η Ελλάδα έχει καταλάβει ότι η Ε.Ε. είναι απίθανο να επιβάλει πιο σκληρές οικονομικές κυρώσεις στην Τουρκία και ότι το περισσότερο που μπορεί να προσδοκά είναι αποσπασματικές κυρώσεις. Παρά τις συνεχιζόμενες ελληνικές εκκλήσεις για σαρωτικές κυρώσεις στην Τουρκία, οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέβαλαν περιορισμένες κυρώσεις μόνο σε άτομα και εταιρίες που εμπλέκονται στις ολοένα και πιο επιθετικές ερευνητικές δραστηριότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο. Στις 25 Ιανουαρίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χρήστος Ταραντίλης είπε ότι οι συνομιλίες με την Τουρκία «δεν είναι διαπραγματεύσεις και δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα» και είχαν ως στόχο να «πιάσουν το νήμα από το σημείο όπου σταμάτησαν το 2016».
ΤΕΛΙΚΑ, η επανάληψη των διμερών συνομιλιών θα βοηθήσει στην αποτροπή μιας επικίνδυνης στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ δύο μελών του ΝΑΤΟ, ακόμη και αν οι βαθιές διαφορές μεταξύ τους αναμένεται να συνεχιστούν. Η Τουρκία είναι αποφασισμένη να διεκδικήσει την κυριαρχία της μέσω επιθετικών θαλάσσιων αξιώσεων και ενεργειακών ερευνητικών δραστηριοτήτων. Η Ελλάδα, στο μεταξύ, είναι απίθανο να εγκαταλείψει τις ανησυχίες της για τη συνεχιζόμενη παραβίαση εκ μέρους της Τουρκίας στην ΑΟΖ της. Ομως, ενώ οι πρόσφατα ανοιχτές διμερείς συνομιλίες δεν θα λύσουν τέτοιες διαφορές, μπορούν να αποτρέψουν μια επικίνδυνη στρατιωτική σύγκρουση παρέχοντας έδαφος για διπλωματική αποκλιμάκωση, η οποία, αναμφίβολα, θα έρθει ως ανακούφιση στις δύο γειτονικές χώρες.
ΤΟ 2020 σημειώθηκαν πολλά περιστατικά ναυτικής παρενόχλησης και απειλών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένου του Αυγούστου 2020 όταν τα τουρκικά πολεμικά πλοία συνόδευαν ένα τουρκικό ερευνητικό πλοίο, προκαλώντας την ανάπτυξη ελληνικών πολεμικών πλοίων. Η Ελλάδα ήταν ο εταίρος που διέκοψε τις διερευνητικές συνομιλίες το 2016 ύστερα από 60 γύρους, δυσαρεστημένη με την κατεύθυνση που πήραν και απογοητευμένη με την Τουρκία. Από τότε, η Αγκυρα έχει επεκτείνει τις επιθετικές της ερευνητικές δραστηριότητες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Από την έντυπη έκδοση