Στην επιστολή επισυνάπτονται τέσσερα έγγραφα με καταγραφή των παραβιάσεων. Εστάλη στις 10 Ιουνίου και κυκλοφόρησε την Τετάρτη ως επίσημο έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
«Αυτή η επίμονη πολιτική παραβίασης του διεθνούς δικαίου και παραβίασης των διεθνών κανόνων και κανονισμών, αποτελεί διαρκή απειλή για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, επιδρά αρνητικά στην περιφερειακή σταθερότητα, διακυβεύει την ασφάλεια της διεθνούς πολιτικής αεροπορίας, δημιουργεί δυσκολίες στην εναέρια κυκλοφορία στην Κύπρο και εμποδίζει τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος για την διεξαγωγή της κυπριακής ειρηνευτικής διαδικασίας», αναφέρει η επιστολή της Πόλυ Ιωάννου, εκπρόσωπος της Κύπρου στον ΟΗΕ.
Παράλληλα υπογραμμίζει πως η Τουρκία εξακολουθεί να παρενοχλεί συστηματικά πολιτικά και στρατιωτικά αεροσκάφη εντός της περιοχής πληροφοριών πτήσεων Λευκωσίας μέσω ραδιοφωνικών κλήσεων, ενώ κατά την ίδια περίοδο το καθεστώς που εγκαθιδρύθηκε από την κατοχική δύναμη στην περιοχή της Κύπρου την οποία κατέχει παράνομα, εξέδωσε δύο ανακοινώσεις προς τους αεροναυτιλομένους σχετικά με ασκήσεις που διεξήγαγε η τουρκική Πολεμική Αεροπορία. Επιπλέον, τα τουρκικά εμπορικά αεροσκάφη χρησιμοποιούν συστηματικά τον αερολιμένα Τύμπου, ο οποίος εξακολουθεί να λειτουργεί παράνομα μετά το κλείσιμο από την κυπριακή κυβέρνηση όλων των λιμένων εισόδου στις περιοχές όπου δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο.
«Οι προαναφερθείσες ενέργειες της Τουρκίας, η οποία εξακολούθησε να καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1974, γράφει στην επιστολή της η Κύπρια επιτετραμμένη, αποσκοπούν σαφώς στην υπονόμευση της κυριαρχίας της Κύπρου, εδραιώνοντας τον συνεχιζόμενο de facto διαχωρισμό και αναβαθμίζοντας το καθεστώς της αποσχιστικής οντότητας, διεκδικώντας έναν υποτιθέμενο εναέριο χώρο πάνω από το κατεχόμενο έδαφος της Δημοκρατίας. Από την άποψη αυτή, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι υπάρχει μόνο ένα κυπριακό κράτος, το οποίο είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, όπως ορίζεται σε διάφορα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας (ιδίως τα ψηφίσματα 541 (1983) και 550 (1984)), στα οποία το Συμβούλιο δήλωσε ότι νομικά είναι άκυρη η εικαζόμενη απόσχιση μέρους της Κύπρου».
Διαμαρτυρόμενη έντονα εκ μέρους της κυβέρνησής για τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων της Κύπρου από την Τουρκία, καθώς και για τις παραβιάσεις των διεθνών κανονισμών για την εναέρια κυκλοφορία, η κ. Ιωάννου απευθύνει έκκληση για την άμεση παύση τους. Ενώ ταυτόχρονα επαναλαμβάνει την έκκληση προς όλα τα κράτη, να σέβονται τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και να τηρούν τις αρχές της κυριαρχίας και της μη επέμβασης που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Καταλήγοντας, η Κύπρια επιτετραμμένη παροτρύνει την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή κοινότητα «να συμβάλουν σε μια ουσιαστική επανάληψη της ειρηνευτικής διαδικασίας, αντί να εστιάζουν στην υπονόμευση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην προώθηση της διχοτόμησης της Κύπρου μέσω της δημιουργίας δεδομένων επί του εδάφους και της εδραίωση του status quo, μεταξύ άλλων επιδιώκοντας την πολιτική αναβάθμιση της αποσχιστικής οντότητας».