Τα ακριβά αυτοκίνητα, τα υπερπολυτελή γιοτ, τα αμέτρητα ακίνητα, αναμφισβήτητα, αποτελούν απόδειξη της οικονομικής επιφάνειας, ωστόσο πλέον το απόλυτο σύμβολο μεταξύ των υπερ-πλουσίων είναι ένα: τα διαβατήρια.
Σήμερα μπορεί να κανείς να αγοράσει και να πουλήσει ιθαγένειες και, σε ό,τι αφορά τους πλούσιους, όσο περισσότερα διαβατήρια κατέχουν τόσο καλύτερα. Η απόκτηση ιθαγένειας μέσω επενδυτικών προγραμμάτων (CIP) είναι ένα πρότζεκτ που ξεκίνησε το 1984 από τις νήσους Σεντ Κιτς και Νέβις της Καραϊβικής. Για να δώσουν κίνητρο σε ιδιώτες να επενδύσουν στην οικονομία τους, έδιναν διαβατήρια με πρόσβαση (χωρίς βίζα) σε 132 χώρες.
Για τους εκατομμυριούχους που προέρχονται από χώρες με περιορισμούς όπως η Κίνα ή κάποιες περιοχές της Μέσης Ανατολής, η δυνατότητα να αγοράσουν ένα τέτοιου είδους διαβατήριο είναι ανεκτίμητη. Οπως επισημαίνει ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph», η αγορά ακόμη είναι περιορισμένη, ωστόσο ολοένα και περισσότερα κράτη προωθούν τα δικά τους προγράμματα, τόσο για να καλύψουν τις ανάγκες των εκατομμυριούχων σε όλο τον κόσμο όσο και να ικανοποιήσουν το αυξανόμενο «τρεντ» των ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν ως νομάδες. Περίπου 20 χώρες διαθέτουν επενδυτικά προγράμματα απόκτησης ιθαγένειας σε όσους θέλουν να επενδύσουν στις επιχειρήσεις της χώρας, στο χώρο των κτηματομεσιτικών ή σε κρατικά ομόλογα, μεταξύ αυτών η Κύπρος, η Πορτογαλία, η Μολδαβία, η Μάλτα, με το Μαυροβούνιο να βρίσκεται ήδη στα τελευταία στάδια της διαδικασίας.
Το πρόγραμμα της Κύπρου, που συστάθηκε το 2014, είναι από τα πιο δημοφιλή και ακριβά, αφού έτσι προσελκύει επενδύσεις έναντι ενός ευρωπαϊκού διαβατηρίου. Οι πλούσιοι επενδυτές, πληρώνοντας δύο εκατομμύρια ευρώ στο χώρο του real estate ή σε κρατικά ομόλογα, μπορούν να αποκτήσουν διαβατήριο που προσφέρει ταξίδια χωρίς βίζα σε περισσότερες από 150 χώρες.
Πέθανε ο κροκόδειλος από την ταινία «Ο Κροκοδειλάκιας» - Ήταν πάνω από 90 ετών
Ενδεικτικό είναι πως η κυπριακή κυβέρνηση, από το 2014 που ξεκίνησε να λειτουργεί το πρόγραμμα, έχει συγκεντρώσει 4 δισ. ευρώ, ενώ μόνο πέρυσι εκτιμάται ότι χορήγησε 400 διαβατήρια. Ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου υποστηρίζουν πως συνολικά έχουν δοθεί 1.100 διαβατήρια, αριθμός που δεν έχει επιβεβαιωθεί, ενώ φέρεται πως είναι κάτι το οποίο δεν χαροποιεί ιδιαιτέρως της Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στην Αγία Λουκία της Καραϊβικής ένας εκατομμυριούχος μπορεί να αποκτήσει διαβατήριο και να ταξιδέψει σε 120 χώρες με μια «δωρεά» 100.000 δολαρίων στο Εθνικό Οικονομικό Ταμείο της χώρας, μια επένδυση 300.000 δολαρίων σε προ εγκεκριμένο μεσιτικό πρότζεκτ ή μια επένδυση 3,5 εκατ. δολαρίων σε κάποιο προεγκεκριμένο επενδυτικό πρότζεκτ.
Ακόμη και ο Καναδάς, οι ΗΠΑ και η Βρετανία ανταλλάσσουν τα διαβατήριά τους, ωστόσο σε αυτές τις χώρες ο δρόμος προς την απόκτηση της ιθαγένειας είναι πολύ πιο δύσκολος και ακριβός. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, οι επενδυτές πρέπει να πληρώσουν δύο εκατομμύρια στερλίνες σε κυβερνητικές επιχορηγήσεις και ως αντάλλαγμα παίρνουν μια βίζα πρώτης βαθμίδας, που τους επιτρέπει να ζήσουν στη χώρα για τρία χρόνια και τους δίνει το δικαίωμα να καταθέσουν αίτηση για να λάβουν πλήρη ιθαγένεια έπειτα από πέντε χρόνια, χωρίς όμως καμιά διαβεβαίωση ότι μετά το πέρας της πενταετίας θα τη λάβουν.
Ετησίως εκδίδονται 3.000-5.000 διαβατήρια παγκοσμίως
Ο Νούρι Κατς, πρόεδρος της διεθνούς συμβουλευτικής εταιρίας Apex Capital Partners, που ειδικεύεται στα προγράμματα CIP, δήλωσε στην «Telegraph» πως εκτιμά ότι κάθε χρόνο εκδίδονται 3.000-5.000 διαβατήρια παγκοσμίως μέσω των προγραμμάτων, με τον «τιμοκατάλογο» να κυμαίνεται μεταξύ 100.000 και 2,5 εκατ. δολαρίων, ανάλογα τη χώρα και την αξία του διαβατηρίου.
«Για τους πολύ πλούσιους ανθρώπους, το να έχουν ένα δεύτερο ή τρίτο διαβατήριο είναι πολύ σημαντικό, αφού μπορούν να ταξιδέψουν εύκολα, τόσο για δουλειές όσο και για διασκέδαση. Για άλλους είναι σύμβολο στάτους, έτσι συλλέγουν έξι ή περισσότερα διαβατήρια» δηλώνει ο Κατς, επισημαίνοντας πως παράλληλα τους δίνει τη δυνατότητα να διαχειρίζονται καλύτερα φορολογικές επιβαρύνεις.
Οι Κινέζοι φαίνεται πως αποτελούν τους πιο δυνατούς παίκτες, αφού το κινεζικό διαβατήριο τους επιτρέπει την είσοδο σε 50 χώρες. Ετσι, ένας Κινέζος πολυεκατομμυριούχος που θέλει να ταξιδέψει στο Παρίσι για δουλειά θα πρέπει πρώτα να πάει στη γαλλική πρεσβεία και να αιτηθεί βίζα, κάτι το οποίο μπορεί να διαρκέσει μέρες, ακόμη και εβδομάδες.
Αν και δεν υπάρχει πληθώρα στατιστικών στοιχείων, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επισημαίνει πως η ζήτηση για την αγορά ιθαγένειας μέσω των επενδυτικών προγραμμάτων είναι μεγάλη από Κινέζους και Ρώσους και λιγότερο από τη Μέση Ανατολή. Σε σχετική έκθεση σημειώνει πως το «τρεντ» αντανακλά τον πλούτο στις αναδυόμενες αγορές, την αυξανόμενη ανασφάλεια παγκοσμίως, καθώς και πιθανά ζητήματα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της σχετικής έρευνας της CS Global Partners, σύμφωνα με την οποία το 89% των ερωτηθέντων θα ήθελε να κατέχει δεύτερο διαβατήριο και το 34% εξ αυτών υποστήριξε πως έχει ήδη κάνει έρευνα για την απόκτησή του. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι το 80,68% δηλώνει διατεθειμένο να επενδύσει ή να δωρίσει το 5% του ετήσιου μισθού του για να λάβει δεύτερη ιθαγένεια – περισσότερα απ’ ό,τι κοστίζει το ενοίκιο του μήνα.
ΑΘΗΝΑ ΣΟΥΤΖΟΥ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής