Ομολογουμένως ξεκάθαρη λογική που μ’ ακολουθούσε έντονα αρκετές μέρες πριν πάω στην Κίνα. Αλλωστε, στους περισσότερους Δυτικούς η αχανής αυτή χώρα του 1,8 δισ. κατοίκων προκαλούσε πάντοτε μία αντιφατική, αλλά έντονη γοητεία. Από τη μία υπήρχαν πάντα οι θιασώτες του κινεζικού πολιτισμού κι από την άλλη υπήρχαν όσοι δεν ήταν καθόλου γοητευμένοι ως κι αρνητικοί απέναντι στη χώρα του σπουδαίου σοφού, του Κομφούκιου. Αυτή η αντίθεση θαυμασμού υπήρχε και στους Διαφωτιστές, με τον Βολταίρο να εκθειάζει την Κίνα και τον Ρουσώ να την απορρίπτει μιλώντας περιφρονητικά.
Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Οταν λοιπόν ο πρόεδρος της Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών της πόλης Χαντζού, μιας πόλης που βρίσκεται πολύ κοντά στη Σαγκάη, μου ’κανε την πρόταση να συμμετάσχω σ’ ένα συμπόσιο που αφορούσε στη σύγχρονη τέχνη, το δέχτηκα αναντίρρητα. Και βέβαια, το ίδιο ερώτημα συνέχισε να με προκαλεί μέσα μου: ο κινεζικός λαός, τόσο γνωστός για τις παραδόσεις του, έδειχνε ταυτόχρονα θιασώτης της σύγχρονης τέχνης; Οι πληροφορίες μου επιβεβαίωσαν ότι η πόλη Χαντζού όπου θα πήγαινα ήταν μια πόλη που πρωτοστατεί σε ζητήματα καινοτομίας και πρωτοπορίας τεχνών κι έτσι η περιέργειά μου κορυφώθηκε. Δεν έμενε παρά να ’ρθει η μέρα να πάω εκεί. Και δεν άργησε. Μέσω Μόσχας και Σαγκάης, μετά από ένα αρκετά κουραστικό ταξίδι 25 περίπου ωρών, έφτασα στον προορισμό μου.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΙΚΟΝΑ
Αναμφίβολα, η πρώτη εικόνα είχε την ίδια φιλοσοφική αντίφαση: οι άνθρωποι που μας υποδέχτηκαν είχαν τις κινήσεις και τους τρόπους της παραδοσιακής φημισμένης κινεζικής κλασικής ευγένειας. Ολα ήταν άριστα, εθιμοτυπικά προγραμματισμένα, μέσα όμως σ’ ένα περιβάλλον απόλυτα μοντέρνο και σύγχρονο που θύμιζε δυτική πόλη. Ο Κομφούκιος στη Νέα Υόρκη, σκέφτηκα μειδιώντας. Και δεν άργησε να επιβεβαιωθεί το μειδίαμά μου. Τις επόμενες μέρες στην πόλη Χαντζού και τη Σαγκάη όπου βρέθηκα, οι δρόμοι αντανακλούσαν την ταυτότητα της σημερινής Κίνας: μία παράδοξη αλλά δομημένη συνύπαρξη μεταξύ του κλασικού της στιλ και του σύγχρονου δυτικού τρόπου ζωής που ακολουθεί στην καθημερινότητά της. Στους δρόμους έβλεπα πανάκριβα αυτοκίνητα τύπου BMW ή Mercedes, μέχρι και Ferrari, να ’ναι δίπλα δίπλα με «παλιές» μοτοσικλέτες από τη δεκαετία του ’50 που βλέπουμε στις παλιές ελληνικές ταινίες, ακόμη και δίπλα σε γαϊδούρια. Οι άνθρωποι, ευγενικοί κι αρκετά χαμογελαστοί. Ομως ελάχιστοι ως καθόλου μιλούν κάποια ξένη γλώσσα. Κι αυτό όταν συμβεί, πρόκειται για λέξεις άμεσης ανάγκης και τίποτα περισσότερο. Αντίστοιχη αντίφαση υπάρχει και στον τρόπο που ντύνονται οι Κινέζοι. Βλέπεις άτομα πολύ κομψά, ενδεδυμένα στην τελευταία λέξη της μόδας και ταυτόχρονα δίπλα τους άτομα μ’ αγροτική φορεσιά.
Αυτό όμως που χαρακτηρίζει όλους είναι η παραδοσιακή κινεζική ευγένεια. Οταν είσαι καλεσμένος κάπου, σ’ ένα εστιατόριο ή σ’ ένα σπίτι, σηκώνεσαι πολλές φορές όρθιος για να τσουγκρίσεις το ποτήρι σου μ’ όλους τους παρευρισκόμενους στο τραπέζι. Οπως μου εξήγησαν, γιατί απόρησα με το επαναληπτικό και το διαρκές των κινήσεων αυτών, ανήκει στην παράδοσή τους, στη φιλοξενία τους.
Αλλα αξιοσημείωτα στοιχεία που παρατήρησα: Το κλίμα που με υποδέχτηκε, το κλίμα της όλης τελετουργίας, ήταν ένας ύμνος θαυμασμού στην Ελλάδα. Οπου πήγαινα, όποιους συναντούσα, αξιωματούχους ή μη, η λέξη «Σι λα» ήταν μόνιμα στα χείλη τους. Δεν δίστασαν μάλιστα να μου προτείνουν να διευθύνω κι ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης αρχαίων ελληνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο της περιοχής, αλλά και μία ανάλογη συνεργασία μ’ αυτό του Πεκίνου. Την Ελλάδα τη σέβονται και τη χρειάζονται. Τη σέβονται πολιτιστικά και τη χρειάζονται γεωπολιτικά, ως γέφυρα προς την Ευρώπη. Οσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε τόσο περισσότερο θ’ αυξήσουμε τους παγκόσμιους φίλους μας.
Επίσης, η υγρασία και το πυκνό νέφος είναι πολύ έντονα στην Κίνα. Χρειάζεται προσοχή γιατί εύκολα ένας Ευρωπαίος κι ειδικά Μεσόγειος μπορεί να αρρωστήσει παίρνοντας μικρόβια άγνωστα στα δικά του κλίματα. Και τέλος, στους δρόμους, τ’ αυτοκίνητα κυκλοφορούν με τάξη, κάτι που δείχνει ότι οι νόμοι λειτουργούν αρκετά καλά.
ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ-ΚΟΜΜΑ
Μόλις αρχίσεις να γνωρίζεις λίγο καλύτερα την Κίνα, παρατηρείς ότι όλη η δομή της κοινωνίας είναι θεμελιωμένη γύρω από το κόμμα. Αυτό είναι η αρχή και το τέλος, είναι η ενσάρκωση της πατρίδας, είναι η προβολή της κινεζικής οικογένειας. Οπως σ’ αυτή την τελευταία διατηρούνται και καλλιεργούνται μ’ ευλάβεια οι σχέσεις κληρονομιάς και αίματος, έτσι ανάλογα συμβαίνει και με τη λειτουργία του κόμματος. Τα εξ αίματος ή πνευματικά παιδιά των διοικούντων παίρνουν σειρά για ν’ ανέβουν τα σκαλιά της ιεραρχίας. Το μοντέλο της κινεζικής οικογένειας γεννά και το κρατικό μοντέλο. Μέσα σ’ αυτό βέβαια οι συσχετισμοί ομάδων, συμφερόντων, ιδεολογιών βρίσκονται σε συνεχή διεκδίκηση της εξουσίας η μεταφορικά σε διεκδίκηση της αγάπης και της αποδοχής από τον «πατέρα-κόμμα». Γιατί αν κάποιο στοιχείο χαρακτηρίζει βαθύτατα τη σημερινή κινεζική κουλτούρα, είναι αυτό το πάθος για δύναμη. Η θέληση για δύναμη διαπερνά απ’ άκρη σ’ άκρη την κοινωνία της Κίνας.
ΘΕΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ
Η μεγάλη αξία συγκεντρώνεται στο ποιος είναι πιο δυνατός, στο ποιος αποφασίζει. Ζώντας κοντά στην καθημερινότητα αυτής της χώρας, δεν δυσκολεύεσαι να το ανακαλύψεις. Από τη Σχολή Καλών Τεχνών που βρέθηκα ως τις δημοσιεύσεις ή άλλες ενέργειες καθημερινές, πάντα υπάρχει κάποιος που αποφασίζει κι οι άλλοι που υπακούν μ’ εντυπωσιακή τυπικότητα στις αποφάσεις του. Η έννοια της δημόσιας οργάνωσης και της τυπικής ακρίβειας που έθεσε πρώτος ο Κομφούκιος παραμένει έντονη στη σύγχρονη Κίνα. Στους δρόμους των δύο πόλεων που επισκέφθηκα την πρώτη φορά υπήρχε ακόμα κάτι ελκυστικό: πολλοί κάτοικοι, όταν έχει καλό καιρό, πηγαίνουν στα πάρκα ή και σε μια γωνιά και κάνουν παρέα ή μόνοι τους τη γυμναστική τους, το γνωστό σ’ εμάς τους Δυτικούς τάι τσι. Θα ’λεγα ότι η αρχική μου εντύπωση στην πολυπληθή αυτή χώρα είναι ότι όλα είναι δομημένα γύρω από την ιεραρχία της πυραμίδας, γύρω από τη θέληση για δύναμη που ενσαρκώνει τυπολατρικά ο κομματικός ηγέτης. Θ’ αναφέρω δύο περιστατικά που μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση όσων ανέφερα παραπάνω.
1ο περιστατικό: Οταν έγινε η ομιλία μου στη Χαντζού Art Fair, ο πρόεδρος ανέφερε ότι ήμουν πρώην σύμβουλος πρωθυπουργού. Αμέσως μόλις τελείωσε η ομιλία μου και βρέθηκα στο δείπνο που οργάνωσαν προς τιμήν μου, όλοι οι παρόντες με πλησίασαν και μου ’παν κάποιες κουβέντες. Δεν μου μίλησαν για τέχνη ή για κάτι άλλο που αναφέρθηκα στην ομιλία μου. Μου είπαν ότι χαιρετίζουν κάποιον που «έχει εξουσία αποφάσεων». Παραξενεύτηκα βέβαια γι’ αυτό το υμνολόγιο της «εξουσίας αποφάσεων». Ομως, παρατηρώντας καθημερινά πόσο όλοι περιφέρονται γύρω από τον όποιο πρόεδρο ή άνθρωπο-ηγέτη των αποφάσεων (σ’ όλα τα επίπεδα καθημερινής ζωής) με τρόπο υποτακτικό για μας τους Δυτικούς (ένδειξη σεβασμού για τους Κινέζους), που συχνά έφτανε στα όρια της παράδοσης, τότε κατάλαβα ότι αυτό είναι θέμα βαθύτερης κουλτούρας της κινεζικής κοινωνίας. Η δε πολιτιστική επανάσταση του Μάο δεν το άλλαξε. Υπάρχει η λατρεία του ηγέτη στην Ασία και η Κίνα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Άσμα αλ Άσαντ: Η σύζυγος του Μπασάρ Αλ Άσαντ καταθέτει αίτηση διαζυγίου
2ο περιστατικό: Το δεύτερο περιστατικό επιβεβαιώνει κατά κάποιον τρόπο το συμπέρασμα του πρώτου. Μιλώντας ένα μεσημέρι μ’ έναν από τους επιστημονικούς υπευθύνους του πανεπιστημίου, φιλόσοφο στην ειδίκευση, τον ρώτησα: «Κι η δημοκρατία εδώ στη χώρα σας;» Για να πάρω την εξής απάντηση: «Η δημοκρατία δεν είναι καλό σύστημα για εμάς. Γιατί μπορεί να την εκμεταλλευτούν όσοι πολίτες είναι απαίδευτοι και να ψηφίσουν κάποιον ακατάλληλο για τη διακυβέρνηση της πατρίδας μας». Δεν σχολίασα παραπέρα. Αλλά επιβεβαιώθηκε μέσα μου η πεποίθηση ότι όλα λειτουργούν με βάση την κομματική πυραμίδα. Οι ευρισκόμενοι στην κομματική εξουσία θέλουν να διατηρήσουν την ισχύ τους και πριμοδοτούν όσους τους στηρίζουν. Πέρα όμως απ’ αυτό, πρόκειται για μια ακραία λατρεία του «ηγέτη», ο οποίος δεν πρέπει να ενοχλείται από περιττά ξυπνήματα δημοκρατίας.
ΔΥΟ ΠΡΟΣΩΠΑ
Το πρώτο μου ταξίδι στην Κίνα ακολούθησε λίγους μήνες αργότερα και δεύτερο και τρίτο. Η ιδέα μου για τη χώρα αυτή είχε αρχίσει πια να σχηματίζεται πιο καθαρά. Η Κίνα έχει διπλό πρόσωπο, διπλή ταυτότητα. Από τη μία έχει το πλούσιο ιστορικό και πολιτιστικό της παρελθόν και από την άλλη έχει την παθιασμένη ανταγωνιστικότητα να μοιάσει και να κυριαρχήσει της Αμερικής και των Δυτικών. Η αντίφαση αυτή, που ’ναι παράδοξα γοητευτική, αλλά κι αφήνει ερωτηματικά ως προς το βαθμό επικινδυνότητας στην παγκόσμια πολιτική, οικονομική και πολιτιστική σκηνή, εμφανίζεται στο συχνά διπλό πρόσωπο της Κίνας. Πρόκειται για μια συνεχή διαμάχη ανάμεσα στους δύο εαυτούς της, αυτόν της παράδοσης κι αυτόν της νεωτερικής εικόνας. Οσο ο δεύτερος εαυτός της την ωθεί στο να θέλει να συναγωνισθεί τη Δύση στις τέχνες, την οικονομία, την τεχνολογία, την καινοτομία (συχνά όχι πάντα μ’ ορθόδοξο τρόπο), ο πρώτος της εαυτός την ωθεί στο να αναζητά ιστορικούς φίλους που συνάδουν με την ιδέα που ’χει για το μεγαλείο της Ιστορίας και του πολιτισμού της. Είναι τέτοια η δυναμική της κίνησης ανάμεσα στους δύο εαυτούς ώστε ούτε ο βουδισμός κατάφερε ν’ αλλοιώσει την υπερηφάνεια για την ιστορική της ταυτότητα από την μία και τη διάθεση να ’ναι παγκόσμιος πρωταγωνιστής στη σύγχρονη εποχή από την άλλη. Ούτε ακόμα κι ο Μάο κατάφερε να ξεριζώσει την πολιτιστική μνήμη της χώρας του. Η πολιτιστική του επανάσταση, αν από τη μία χαρακτηρίζεται από την ορμητική απόφαση να εκσυγχρονισθεί η Κίνα, ν’ αποκαταστήσει θεσμικό μοντέρνο πρόσωπο λειτουργίας δίχως τα ιστορικά βαρίδια του παρελθόντος, εντούτοις προκάλεσε πολλές καταστροφές σε αρχιτεκτονική, φιλοσοφία, θρησκεία, Ιστορία κ.λπ. Σε στοιχεία δηλαδή που αποτελούν την ταυτοτική μνήμη της χώρας.
Οι ζημιές όμως αυτές του Μάο δεν ξερίζωσαν την πολιτιστική συλλογική μνήμη. Το βλέπουμε σήμερα. Η νέα πολιτική της ηγεσίας της Κίνας, μέσα από το φιλόδοξο πρόγραμμα «του νέου δρόμου του μεταξιού», θέλει να ’ναι παρούσα στην πρώτη γραμμή σε δύο μέτωπα: αυτό της οικονομίας (καινοτομίας, αγοράς, εμπορίου, τεχνοέρευνας) κι αυτό του πολιτισμού (τεράστια κονδύλια για τέχνες, γράμματα κι επιστήμες). Στο πλαίσιο αυτού του πολιτισμικού ανοίγματος προς χώρες με πλούσιο ιστορικό παρελθόν, προς τη χώρα του άλλου μεγάλου πολιτισμού, τον ελληνικό Σι λα, έγινε κι η τελευταία μου τρίτη πρόσκληση, αυτή τη φορά στο ναό του Κομφούκιου.
ΣΤΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΚΟΜΦΟΥΚΙΟΥ
Η… φιλοσοφική συγγένεια με το δικό μας Σωκράτη
Ο ναός αυτός, που ήταν και σπίτι του Κομφούκιου, όπως μου ’παν, βρίσκεται στην πόλη Qufu, στη Βόρεια Κίνα, τρεις περίπου ώρες με το τρένο από τη Σαγκάη. Η πρόσκληση που μου έγινε ήταν για να με τιμήσουν για το ως τώρα έργο μου και να μου δώσουν τον τιμητικό τίτλο του «φίλου που έρχεται από μακριά». Δεν είχα βέβαια ιδέα για το τι θ’ ακολουθούσε κι ειδικά για το τελετουργικό μέρος, του οποίου η τεχνική αυστηρότητα κι οι συμβολισμοί μ’ εντυπωσίασαν.
Να μην ξεχνάτε ποτέ τις ρίζες σας, την Ιστορία σας. Γιατί δίχως αυτές δεν θα μπορέσετε να είστε δυνατοί κι ανταγωνιστικοί στις ενδιαφέρουσες προκλήσεις του μέλλοντος. Κι είναι πολλές αυτές κι έρχονται γρήγορα. Να ‘στε έτοιμοι. Σε διαρκή εγρήγορση…
Ολα ξεκίνησαν από πολύ νωρίς, την ορισμένη μέρα. Στις 7 το πρωί βρισκόμασταν ο Κινέζος καλλιτέχνης Liang Hi (που συνεργαστήκαμε εικαστικά) κι εγώ μπροστά στο ναό. Μας περίμενε ένας ειδικός στην εφαρμογή του τυπικού μέρους. Μας οδήγησε στο ανοιχτό πλάτωμα λίγα μόλις μέτρα πριν από την είσοδο του ναού. Μείναμε για είκοσι λεπτά περίπου όρθιοι, ακίνητοι. Κι αμέσως μετά εμφανίστηκαν οι σαλπιστές, ντυμένοι με τα παραδοσιακά, προ βουδισμού, ρούχα της τελετουργίας και τις σάλπιγγές τους. Αρχισαν να σαλπίζουν. Και λίγο αργότερα ο αρχιερέας του ναού, που βρισκόταν στην κορυφή των σκαλιών του ναού, άρχισε τους ύμνους της υποδοχής. Ο ήχος της σάλπιγγας έφερε ένα θιβετιανό τόνο. Μετά το τέλος της υμνολογίας κι αφού ανέφερε το όνομά μας, καθένας από εμάς (ο Liang Hi πρώτα κι εγώ δεύτερος, ως καλεσμένος) στάθηκε μπροστά σ’ ένα τελετουργικό μνημείο με λουλούδια. Εκεί προσκυνήσαμε τρεις φορές με την εξής κίνηση: τα δυο χέρια μπροστά παράλληλα με το σώμα, το αριστερό (αυτό της καρδιάς) πάνω στο δεξιό. Φέραμε τα χέρια πάνω από το κεφάλι κι έπειτα σκύβαμε κάτω ως τη γη. Μετά πάλι ο καθένας μας μίλησε πέντε λεπτά στη γλώσσα του. Εγώ μίλησα για τον Σωκράτη και τη φιλοσοφική του συγγένεια με τον Κομφούκιο. Στη συνέχεια, κι αφού προηγουμένως μας είχαν περάσει μια κίτρινη κορδέλα στο λαιμό, δείγμα της ανακήρυξής μου ως «φίλου από μακριά», μ’ οδήγησαν μπροστά σ’ ένα εικονοστάσι. Σ’ ένα μικρό κόκκινο ξύλινο πλακάκι έγραψα μια ευχή στα ελληνικά, υπέγραψα κι ύστερα αυτό μπήκε -και θα ’ναι εκεί στο εξής μόνιμα- στο εικονοστάσι του ναού.
Η εμπειρία αυτή ήταν μοναδική για το τελετουργικό της. Ομως, επιβεβαίωσε μέσα μου την άποψη ότι η Κίνα βαδίζει προσεκτικά πάνω σ’ ένα λεπτό οριακό σκοινί. Προς το παρόν, μ’ εμφανή επιτυχία. Από τη μία μεριά του σκοινιού είναι ο κλασικός εαυτός της Κίνας που κανείς δεν μπορεί να της τον αφαιρέσει. Κι από την άλλη, ο σύγχρονος εαυτός της, αυτός που τη στηρίζει και της δίνει τη χαρά να ’ναι πρωταγωνίστρια στο παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό παιχνίδι. Δεν θα ξεχάσω φεύγοντας στο τρίτο ταξίδι μου από την Κίνα, στο αεροδρόμιο της Σαγκάης, τη συμβουλή που μου έδωσε ένας φίλος καθηγητής: «Να μην ξεχνάτε ποτέ τις ρίζες σας, την Ιστορία σας. Γιατί δίχως αυτές δεν θα μπορέσετε να ’στε δυνατοί κι ανταγωνιστικοί στις ενδιαφέρουσες προκλήσεις του μέλλοντος. Κι είναι πολλές αυτές κι έρχονται γρήγορα. Να ’στε έτοιμοι. Σε διαρκή εγρήγορση».
Εύχομαι οι πολιτικοί μας να το αντιληφθούν γρήγορα.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΔΑΒΒΕΤΑΣ
Καθηγητής Φιλοσοφίας της Τέχνης στο Παρίσι (Sorbonne και IESA),διευθυντής προγράμματος «Europe» στο IESA, ποιητής, εικαστικός
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής