Ταυτόχρονα, σιγά σιγά εκτιμάται ότι θα ανοίξει και το… ονοματολογικό των Σκοπίων. Η νέα κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών-αλβανικών κομμάτων του γειτονικού κρατιδίου ήδη κάνει «επίθεση φιλίας» προς την Αθήνα, που συνοδεύεται από δηλώσεις περί «απομακεδονοποίησης». Ωστόσο, ακριβώς επειδή είναι ασταθής και με ισχνή πλειοψηφία, εκτιμάται ότι στην παρούσα, δεν θέλει να δυσαρεστήσει την ισχυρή ακραία εθνικιστική πολιτική πτέρυγα. Μένει να αποδειχτεί κατά πόσον οι δηλώσεις «καλής θέλησης» είναι ειλικρινείς ή επικοινωνιακά πυροτεχνήματα. Ενδεικτική είναι πάντως, η εκτίμηση κύκλων πρεσβείας ευρωπαϊκής χώρας με ισχυρή ανάμιξη στα Σκόπια ότι «δεν μπορούν να αναμένονται σήμερα παραχωρήσεις στο ονοματολογικό και ότι, ενδεχομένως, διαλλακτικότερη στάση μπορεί να εμφανιστεί στο μέλλον».
Οπως και να έχει, σε λίγες μέρες αναμένεται στην Αθήνα ο νέος υπουργός Εξωτερικών των Σκοπίων, Νικόλα Ντιμιτρόφ, ο οποίος είναι «καλός γνώριμος» των Αμερικανών, ως πρώην πρέσβης της ΠΓΔΜ στις ΗΠΑ. Εξάλλου, διαφημίζεται ως «διαλλακτικός» στο θέμα της ονομασίας. Η Αθήνα, πάντως, φέρεται να έχει διαμηνύσει -υπερατλαντικά και στις Βρυξέλλες- ότι κάθε πίεση προς την Ελλάδα για μονομερείς υποχωρήσεις περισσότερο θα βλάψει παρά θα ωφελήσει τις όποιες διαδικασίες διαλόγου ξεκινήσουν.
Στο μείζον θέμα του Κυπριακού, μετά τη συνάντηση του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, προ εβδομάδος, στη Νέα Υόρκη, με τον Πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη, και τον κατοχικό ηγέτη, Μουσταφά Ακιντζί, απ’ όπου προέκυψε η συμφωνία για «Γενεύη Νο2», το «μπαλάκι» τώρα είναι στον ειδικό απεσταλμένο του ΟΗΕ, Μπαρθ Αϊντα, ο οποίος καλείται να συντάξει ένα έγγραφο -ένα «κείμενο-πλαίσιο»- προκειμένου να γίνει η απαραίτητη προετοιμασία ούτως ώστε να μην καταλήξει και η δεύτερη Διάσκεψη σε αποτυχία. Η πρώτη, φέτος τον Ιανουάριο, οδηγήθηκε σε αδιέξοδο εξαιτίας της τουρκικής αδιαλλαξίας.
Ωστόσο, έως τώρα ο κ. Αϊντα δεν έχει παρουσιάσει στις εμπλεκόμενες πλευρές (ελληνοκυπριακή, τουρκοκυπριακή, Αθήνα, Αγκυρα, Λονδίνο) το έγγραφο αυτό που θα αφορά κυρίως στο φλέγον ζήτημα της ασφάλειας και του καθεστώτος εγγυήσεων. Σύμφωνα με τον κ. Γκουτιέρες, «ο Μπαρθ Αϊντα θα συνομιλήσει με όλους τους μετέχοντες στην προετοιμασία ενός κοινού κειμένου, που θα καθοδηγήσει το διάλογο για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις, βασισμένου στα συμπεράσματα των συναντήσεων της Διάσκεψης για το Κυπριακό στη Γενεύη και το Μον Πελερέν». Κάτι τέτοιο, ως είναι φυσικόν, προϋποθέτει συζητήσεις και προσπάθεια συγκλίσεων πριν από τη Διάσκεψη. Πόσω μάλλον, όταν οι διαφορές είναι πολύ μεγάλες. Κατά πληροφορίες, δεν αποκλείεται ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, να συναντηθεί με τον Αϊντα στο τέλος του δεύτερου δεκαήμερου τρέχοντος μηνός.
Πάντως, τόσο στη Διάσκεψη των «τεχνικών ομάδων» (Ελλάδας, Βρετανίας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής, τουρκοκυπριακής) στο Μοντ Πελερέν, στην Ελβετία (18 και 19 Ιανουαρίου 2017), όσο και προηγουμένως, στη Διάσκεψη της Γενεύης (12/1), η στάση της τουρκικής πλευράς, υπογραμμίζουν διπλωματικοί κύκλοι, «χαρακτηρίστηκε από μεγάλες παλινωδίες». Είναι χαρακτηριστικό -αναφέρουν- ότι «ενώ στη Γενεύη η Τουρκία αρνούνταν να συνεχίσει τη Διάσκεψη σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και επέμενε για συνέχιση, στις 13/1, με τεχνικές επιτροπές, στο Μοντ Πελερέν, όπου ακριβώς συναντήθηκαν οι τεχνικές ομάδες, έδειξε απροθυμία, ζητώντας τη μετάθεση της συζήτησης σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών». Αλλά και μετά, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, ουδεμία προθυμία έδειξε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, να συνεννοηθεί με τον κ. Ν. Κοτζιά, παρά τις επανειλημμένες «οχλήσεις» του δεύτερου σε επαφές τους σε διεθνή φόρουμ.
Ισραήλ: Δύο φωτοβολίδες έπεσαν μπροστά από το σπίτι του Μπενιαμίν Νετανιάχου στη Καισάρεια
Να σημειωθεί πως, πλέον, το θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων έχει γίνει ο «πυρήνας» των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Κάτι που κατέστη δυνατόν μετά τις επίμονες παρεμβάσεις της Αθήνας. Εως τότε, τα πάντα περιστρέφονταν γύρω από τις δικοινοτικές συνομιλίες Αναστασιάδη-Ακιντζί για τα εξίσου βέβαια σημαντικά «κεφάλαια» του εδαφικού, της διακυβέρνησης, της ευρωπαϊκής πορείας, της οικονομίας κ.λπ. Κεφάλαια στα οποία επίσης υπάρχουν μεγάλες διαφορές. Ωστόσο, με την ανάδειξη του θέματος ασφάλειας-εγγυήσεων ως κυρίαρχου, φάνηκε πεντακάθαρα η τουρκική απροθυμία για λύση.
Ετσι, παρά τις δημόσιες δηλώσεις εκ μέρους της Αγκυρας ότι επιθυμεί τη λύση, όταν βρέθηκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δήλωσε ότι θέλει τη διατήρηση και των κατοχικών στρατευμάτων στην Κύπρο για πάντα και του καθεστώτος εγγυήσεων. Ουσιαστικά δηλαδή, του «δικαιώματος» παρεμβάσεων στα εσωτερικά της Μεγαλονήσου και μάλιστα (αν και χωρίς να το δηλώνει ανοικτά) με στρατιωτικό τρόπο. Η Αθήνα, αντίθετα, προτείνει την απομάκρυνση των κατοχικών δυνάμεων από την Κύπρο, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και με ημερομηνία αποχώρησης και του τελευταίου Τούρκου στρατιώτη. Επίσης, ζητά την κατάργηση του καθεστώτος των εγγυήσεων.
Βρετανικό άδειασμα στις τουρκικές αιτιάσεις
Ιδιαιτέρως εντυπωσιακό είναι ότι στο Μοντ Πελερέν ακόμα και ο εκπρόσωπος της βρετανικής πλευράς εμφανίστηκε κατηγορηματικός: «Είναι αδιανόητο -φέρεται να είπε, σύμφωνα με πληροφορίες- σε ένα κράτος του 21ου αιώνα, που θα γεννηθεί, να προβλέπεται επέμβαση». Πόσω μάλλον, όταν «είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο στο σύγχρονο κόσμο, μόνο μία πλευρά (σ.σ.: η Τουρκία) να εγγυάται την ασφάλεια τρίτης χώρας». Ουσιαστικά, η Βρετανία συντάχθηκε με τη θέση της Ελλάδας που αποποιείται το ρόλο της εγγυήτριας δύναμης.
Ως εκ τούτου, εύλογα γεννώνται ερωτηματικά γύρω από απόψεις που εκφράζονται εδώ και μήνες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις οποίες η Τουρκία επιθυμεί την απόσυρση των στρατευμάτων της, αλλά η Αθήνα «σαμποτάρει» τη λύση. Εσχάτως, πάντως, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Στράτος Ευθυμίου, συνέδεσε τις κατηγορίες που εξαπολύθηκαν κατά του υπουργείου Εξωτερικών για την υπόθεση των επαναπροωθήσεων μεταναστών-προσφύγων στον Εβρο με «γνωστά κυκλώματα που στοχεύουν στην αποδυνάμωση των ελληνικών θέσεων σε σειρά επικείμενων διεθνών διαπραγματεύσεων». Πόσω μάλλον, πρόσθεσε, τη στιγμή που «είναι γνωστό ότι το υπουργείο ουδεμία αρμοδιότητα και πρακτική εμπλοκή έχει σε ζητήματα προστασίας, ασφάλειας και φύλαξης συνόρων».
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΒΑΜΒΑΚΑ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής