Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Χθες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ανακοίνωσε την παράταση των περιοριστικών μέτρων μέχρι τις 4 Μαΐου, μία ημερομηνία κρίσιμη καθώς τότε αναμένεται η σταδιακή επανεκκίνηση της εμπορικής ζωής.
Ο πρωθυπουργός θα ανακοινώσει το σχέδιο άρσης της καραντίνας την ερχόμενη Δευτέρα και είναι σαφές ότι το σχέδιο «Βγαίνουμε από το σπίτι» έχει την ίδια ακριβώς βαρύτητα με τις αποφάσεις για την αυστηρή καραντίνα. Η Ελλάδα δεν πρέπει να βιαστεί, όπως βλέπουμε να σημειώνεται σε αρκετές χώρες που αντιμετωπίζουν τώρα δεύτερο γύρο αύξησης των κρουσμάτων. Με τον ίδιο υποδειγματικό τρόπο που αντιμετώπισε η κυβέρνηση την έξαρση της επιδημίας πρέπει να χειριστεί και τη διαδικασία «αποσωλήνωσης» της οικονομίας, υιοθετώντας πλήρως τις οδηγίες των επιστημόνων.
Ταυτόχρονα, η οικονομία θα χρειαστεί μία ώθηση ώστε να αναθερμανθεί τόσο η ζήτηση όσο και η προσφορά. Τώρα πρέπει να υλοποιηθεί η «γραμμή ενίσχυσης» επιχειρήσεων και εργαζομένων με τη συνδρομή των ευρωπαϊκών κεφαλαίων. Στον τουρισμό, που έχει πληγεί ολοκληρωτικά, έχουν ενδιαφέρον οι απόψεις του προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Ιωάννη Ρέτσου για το πώς μπορεί να επιτευχθεί η επανεκκίνηση του κλάδου.
Σύμφωνα με τον κ. Ρέτσο, με δεδομένο ότι τα καταλύματα δεν θα μπορέσουν να λειτουργήσουν τουλάχιστον έως 31 Μαΐου, πρέπει να αποφασιστούν πρωτόκολλα λειτουργίας μεταφορών και τουριστικών επιχειρήσεων ρεαλιστικά, εφαρμόσιμα και βιώσιμα και ταυτόχρονα να μειωθεί ο ΦΠΑ στο σύνολο του τουρισμού, ώστε να προκύψει το εργαλείο ανάκτησης μέρους της παγκόσμιας πίτας, σε συνδυασμό και με το ισχυροποιημένο brand της χώρας.
Επιπλέον, προτείνεται να επιδοτηθεί η εργασία, έτσι ώστε να διατηρηθούν όσες περισσότερες θέσεις γίνεται και να μην καλλιεργηθεί νέα κουλτούρα επιδοτούμενων ανέργων. Αυτό είναι και το σημείο-«κλειδί» για το σύνολο της οικονομίας, να επιδοτηθεί η απασχόληση και να δοθεί η απαραίτητη δυναμική στην αγορά.
Το σημαντικό είναι ότι αποφύγαμε τα χειρότερα και η διεθνής εικόνα της Ελλάδας αναβαθμίσθηκε ώστε να μπορούν οι τουριστικές αρχές να προβάλλουν τον παράγοντα της ασφάλειας και σε υγειονομικό επίπεδο.
Η χώρα μας μπορεί να γίνει πρότυπο και για την επόμενη φάση ακολουθώντας τις οδηγίες του επιστημονικού συμβουλίου και εφαρμόζοντας ένα γενναίο πρόγραμμα αναθέρμανσης της οικονομικής ζωής.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
ΛΑΘΗ, ΑΛΛΑ ΔΙΟΡΘΩΝΟΝΤΑΙ
Οι αστοχίες με τα vouchers των επιστημόνων διορθώθηκαν από τον πρωθυπουργό. Θα μπορούσε να μην είχαν γίνει, αλλά όποιος πράττει λογικό είναι να κάνει και λάθη. Η κυβέρνηση σε συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης έπρεπε να σχεδιάσει, να νομοθετήσει και να υλοποιήσει δεκάδες μέτρα για την ενίσχυση των επιχειρήσεων και των εργαζομένων.
Ηλεκτρονικές πλατφόρμες φτιάχτηκαν από το μηδέν, οι ηγεσίες των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας έπρεπε να κατασκευάσουν τις βάσεις δεδομένων για να δημιουργήσουν ένα αξιόπιστο σύστημα που θα επέτρεπε τη χορήγηση των ενισχύσεων. Θα μπορούσε εξ αρχής οι επιστήμονες να ενταχθούν στο σύστημα των 800 ευρώ, όμως για να επιτευχθεί η κοινοτική συνδρομή επελέγη ο δρόμος της τηλεκατάρτισης.
Η μέθοδος αποδείχθηκε λανθασμένη και τελικώς ανεκλήθη με την απόφαση του Μητσοτάκη, αλλά το να μιλάει για σκάνδαλο ο ΣΥΡΙΖΑ, που ως κυβέρνηση προωθούσε προγράμματα τηλεκατάρτισης δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από τα ίδια ΚΕΚ μέχρι και λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές του Μαΐου, είναι μάλλον τραβηγμένο.
Η ηγεσία του υπ. Εργασίας έπρεπε να είχε «πονηρευθεί» από τις μεθόδους του ΣΥΡΙΖΑ, δεν το έκανε εγκαίρως και υποχρεώθηκε να ανακαλέσει το μέτρο. Η διαφορά με τον Τσίπρα είναι ότι ο Μητσοτάκης δεν διστάζει να αναγνωρίζει λάθη και να τα αποκαθιστά. Και αυτή είναι η ουσία όταν συνολικά η διαχείριση της πανδημίας από την κυβέρνηση γίνεται με υποδειγματικό τρόπο.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση