Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Ο Σύλλογος όμως δεν είχε δημιουργηθεί για να υπηρετήσει κανενός τη ματαιοδοξία. Απλά, το μόνο προηγούμενο ίδρυμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας που λειτουργούσε, αλλά με γενναία κρατική επιχορήγηση, ήταν η ΕΛΕΠΑΠ. Η ΕΛΠΙΔΑ ξένισε, γιατί ο στόχος που είχε τεθεί ήταν δύσκολος, φιλόδοξος, μεγάλος: Η φροντίδα των παιδιών με καρκίνο μυελού οστών, ως αφιλοκερδής προσφορά προς τους πολίτες.
Τα μέλη της ΕΛΠΙΔΑΣ, παραβλέποντας τους ψιθύρους, με βήματα σταθερά και μετρημένα υπό την πρόεδρό τους Μαριάννα Βαρδινογιάννη, ήταν αποφασισμένα να δώσουν ΕΛΠΙΔΑ ζωής στα παιδιά που νοσούσαν και στις οικογένειές τους. Η δημιουργία της πρώτης πρότυπης Μονάδας Μεταμόσχευσης, το 1993, στην Ελλάδα, στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» ήταν η απόδειξη ότι η αθόρυβη δουλειά της ΕΛΠΙΔΑΣ έδινε καρπούς.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Από εκεί κι έπειτα έγιναν έργα θαυμαστά: το 1999 ο ξενώνας φιλοξενίας νοσούντων παιδιών και των οικογενειών τους, που έρχονταν από την περιφέρεια. Το 2010 ήταν το αποκορύφωμα της προσφοράς της ΕΛΠΙΔΑΣ: Παρέδωσαν στους πολίτες το πρώτο Παιδιατρικό Ογκολογικό Νοσοκομείο, στην Ελλάδα, που αντιμετωπίζει όλες τις μορφές του παιδικού καρκίνου. Πήρε το όνομα της ΕΛΠΙΔΑΣ και της Μαριάννας Βαρδινογιάννη. Δίκαια. Γιατί εκείνη ήταν η δύναμη πίσω από τη δημιουργία του.
Θα μου πείτε τι σχέση έχει η ΕΛΠΙΔΑ με τη διήμερη συνάντηση των ΑΘΗΝΩΝ «για τις φιλόξενες πόλεις». Υπάρχει και σ’ αυτήν ο συνδετικός κρίκος Μαριάννα Βαρδινογιάννη. Το κοινωφελές ίδρυμά της σε συνεργασία με την UNESCO έκαναν τη σύνοδο, στέλνοντας μήνυμα ότι η Ελλάδα είναι φιλόξενη χώρα για τους άτυχους που έμειναν χωρίς πατρίδα. Η Αθήνα είναι η φιλόξενη πόλη για πρόσφυγες και παράνομους μετανάστες που ζητούν μια καλύτερη μέρα κάτω από τον ήλιο.
Ζούμε δύσκολη εποχή που δοκιμάζονται σχέσεις, ηθική και ήθος, ο πολιτισμός της καθημερινότητας. Η κρίση τσάκισε τους Ελληνες. Η Μαριάννα, πιστή στο όραμά της, στους στόχους που έβαλε από τη νεότητά της, στο παράδειγμα που ήθελε να δώσει στα παιδιά της -υποδειγματική μητέρα για τα πέντε παιδιά της-, βρίσκεται πάντα εκεί όπου υπάρχει ανάγκη.
Ο αντίλογος ίσως είναι: «Μπορεί και τα κάνει». Η απάντηση είναι ότι υπάρχουν τόσο πολλές γυναίκες στην Ελλάδα που, επίσης, θα μπορούσαν, αλλά δεν τα κάνουν. Είναι ζήτημα ήθους, πίστης, ελπίδας, αγάπης προς τον άλλο. Δύσκολα πράγματα σε τόσο δύσκολους καιρούς.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου