Γιατί το πολύπλοκο νομοθετικό πλαίσιο και οι διάφορες Υπουργικές Αποφάσεις που είχαν εκδοθεί κατά καιρούς σε σχέση με το χαρακτηρισμό των δασών είναι γεγονός ότι έχουν προκαλέσει ένα αλαλούμ, με αρνητικές συνέπειες τόσο για τους ιδιώτες όσο και για το κράτος και την οικονομία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουν υποβληθεί 170.000 αντιρρήσεις σχεδόν στο 50% περίπου της χώρας, όπου έχουν εκπονηθεί δασικοί χάρτες. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι έχουν κτήματα τα οποία καλλιεργούν επί δεκαετίες και ξαφνικά είδαν ότι το Δημόσιο αμφισβητεί τα χωράφια τους. Ταυτόχρονα, είχαμε μέσα σε δύο χρόνια, το 2018 και το 2019, την εξέταση μόνο δέκα χιλιάδων αντιρρήσεων. Αυτό σημαίνει ότι αν τα πράγματα συνέχιζαν να εξελίσσονται έτσι, η εξέταση των αντιρρήσεων θα ολοκληρωνόταν σε 27 χρόνια!
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Αυτό είναι προφανές ότι δεν μπορεί να συμβαίνει σε μία σοβαρή ευρωπαϊκή δημοκρατία. Όπως είναι αδιανόητο να βαδίζουμε στη νέα ψηφιακή εποχή και να προσπαθούμε τώρα να φτιάξουμε ψηφιοποιημένους δασικούς χάρτες και Κτηματολόγιο. Να βρισκόμαστε δηλαδή δεκαετίες πίσω σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Είναι ανάγκη να ξεκαθαριστεί το εύρος του πεδίου των δασικών χαρτών, διότι σήμερα υπάρχουν καταφανείς περιπτώσεις όπου δεν έχουμε να κάνουμε με δασικές εκτάσεις και παρά ταύτα οι νόμοι για λόγους δασολογικού φονταμενταλισμού, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Κ. Χατζηδάκης, θεωρούν ότι μιλάμε για δάση.
Η παράνοια αυτή θα πρέπει επιτέλους να σταματήσει. Κάποια στιγμή θα πρέπει να ξεκαθαρίσει οριστικά τι είναι δάσος και τι δεν είναι, ώστε να ξέρει ο ιδιώτης ποια είναι η ιδιοκτησία του και να μην απαλλοτριώνεται, να γνωρίζει το κράτος ποιος κατέχει τι, αλλά και να λυθεί η γραφειοκρατία των ακινήτων, που μπλοκάρει μικρές ή μεγαλύτερες επενδύσεις σε περιοχές που δεν έχει ακόμα ξεκαθαριστεί εάν είναι ή δεν είναι δασικές.
Από την έντυπη έκδοση