Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
Ενώ υπήρχε και η περίφημη άγονη γραμμή όπου τα δρομολόγια γίνονταν μόνο μια δυο φορές την εβδομάδα και τα πλοία χρειάζονταν συνήθως περισσότερες από δώδεκα ώρες για να φτάσουν στον προορισμό τους.
ΤΩΡΑ τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Ακόμα και για μικρά νησιά στο κεντρικό και νότιο Αιγαίο τα δρομολόγια είναι συχνά και το ταξίδι είναι εξαιρετικά πιο σύντομο. Λογικό, καθώς τα πλοία είναι σύγχρονα, αλλά και το πλήθος των τουριστών που πρέπει να εξυπηρετηθεί έχει πολλαπλασιαστεί.
ΔΕΝ συμβαίνει, όμως, το ίδιο για όλους τους προορισμούς. Τα νησιά του Βορείου Αιγαίου συνεχίζουν να μοιάζουν αποκομμένα από την υπόλοιπη χώρα. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι όσα συνέβησαν στη Σαμοθράκη. Για αρκετές ημέρες το νησί δεν είχε καμία ακτοπλοϊκή σύνδεση με αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν περίπου 2.000 τουρίστες στο νησί, ενώ παράλληλα να ακυρώσουν το ταξίδι τους πολλοί περισσότεροι που είχαν επιλέξει τη Σαμοθράκη ως προορισμό.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
ΤΟ πρόβλημα μπορεί να λύθηκε ύστερα από αρκετές ημέρες αλλά η δυσφήμηση έμεινε. Δεν είναι ό,τι καλύτερο να ακούγεται στο εξωτερικό πως κάποιο ελληνικό νησί έμεινε χωρίς σύνδεση, πως ταλαιπωρήθηκαν χιλιάδες τουρίστες. Γιατί, αυτό που μένει ως εντύπωση και… φόβος για τον τουρίστα είναι πως ακριβώς το ίδιο μπορεί να συμβεί την επόμενη φορά και σε κάποιο άλλο νησί.
ΑΥΤΑ τα προβλήματα όποτε προκύπτουν πρέπει να λύνονται μέσα σε λίγες ώρες και πριν το ζήτημα πάρει μεγάλη δημοσιότητα. Το τουριστικό προϊόν απαιτεί εξαιρετικά ευαίσθητη προσέγγιση. Ήδη ο ανταγωνισμός τόσο από τη φθηνή λόγω υποτίμησης Τουρκία όσο και από χώρες της Βόρειας Αφρικής αυξάνεται και πάλι. Παράλληλα οι τιμές σε ξενοδοχεία και καταλύματα έχουν πάρει την ανηφόρα λόγω της αύξησης των αφίξεων τα προηγούμενα χρόνια.
ΠΡΕΠΕΙ, όμως, το επίπεδο των υπηρεσιών να ανέβει σε πιο υψηλά στάνταρντ. Και δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα η ακτοπλοϊκή σύνδεση κάποιων νησιών. Στους περισσότερους αρχαιολογικούς χώρους και σε μουσεία δεν λειτουργούν ούτε τα πωλητήρια ούτε τα αναψυκτήρια, ενώ σε κάποιους υπάρχει ακόμα και έλλειψη ενημερωτικού υλικού για τους τουρίστες. Ενώ βέβαια δεν έχει εκλείψει και η «ελληνική συνήθεια» κάποιων επαγγελματιών του τουρισμού που θέλουν να βγάλουν όλο το κέρδος μέσα σε δύο μήνες ανεβάζοντας υπερβολικά τις τιμές.
ΑΝ θέλουμε όχι μόνο να κρατήσουμε αλλά και να αυξήσουμε τον τουρισμό, αν θέλουμε η Ελλάδα να γίνει προορισμός δώδεκα μηνών και όχι μόνο του καλοκαιριού πρέπει να αλλάξει η λογική στις παρεχόμενες υπηρεσίες. Ο τουρίστας που έρχεται για να περάσει καλά και να αφήσει τα λεφτά του στη χώρα μας δεν μπορεί ούτε να ταλαιπωρείται ούτε να πέφτει θύμα «έξυπνων» στο ταξί που θα χρησιμοποιήσει, στην ταβέρνα που θα φάει, στο δωμάτιο που θα μείνει, ούτε βέβαια να ταλαιπωρείται με τα πλοία. Γιατί αλλιώς σε λίγα χρόνια θα μιζεριάζουμε πάλι και θα μιλάμε για τη χαμένη ευκαιρία του τουρισμού.
Από την έντυπη έκδοση
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου