Γράφει ο Μπάμπης Παπαπαναγιώτου
Βέβαια, πολύ γρήγορα από τις αντιδράσεις στο ΚΙΝΑΛ, στην κοινωνία και τα social media, φάνηκε ότι η άκομψη αποπομπή του Β. Βενιζέλου τον μόνο που ευνοεί είναι ο Κ. Μητσοτάκης.
ΤΟ «ΑΡΙΣΤΕΡΟ» πρόσημο που η Φ. Γεννηματά έσπευσε -πολύ βιαστικά και σπασμωδικά- να προσθέσει στο ΚΙΝΑΛ άνοιξε διάπλατα τις πόρτες σε δύο πολιτικές τάσεις που παραμένουν «εγκλωβισμένες» στη Χ. Τρικούπη: Στους ευρωπαϊστές που είναι βαθιά «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» και στους «παπανδρεϊκούς», οι οποίοι ζουν ακόμα με τα «αντιδεξιά σύνδρομα». Και οι δύο τάσεις, μετά από την εκδίωξη του Β. Βενιζέλου, ουσιαστικά απελευθερώνονται. Η ζωή και οι κάλπες θα δείξουν ποια από τις δύο είναι μεγαλύτερη και πόσοι θα επιλέξουν να μείνουν σε ένα «μικρό ΠΑΣΟΚ», του οποίου οι προσδοκίες είναι στις μεθεπόμενες εκλογές -εφόσον επιβιώσει κι εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ αντέξει σε αξιοπρεπή ποσοστά- να συνεργαστούν. Κι αυτό υπό την προϋπόθεση ότι ο Κ. Μητσοτάκης και η Ν.Δ. αποτύχουν.
ΠΟΛΛΑ «αν», ακόμα περισσότερες προϋποθέσεις και πολύ μεγάλος πολιτικός χρόνος, για να αξίζει ένα τόσο μεγάλο ρίσκο που πήρε, φαινομενικά αδικαιολόγητα, η Φ. Γεννηματά. Πόσω μάλλον που η κίνησή της στηρίζεται σε εντελώς λάθος ανάγνωση του εκλογικού αποτελέσματος της περασμένης Κυριακής: Οι μεγαλύτερες διαρροές του ΚΙΝΑΛ -που πέτυχε χαμηλότερη επίδοση απ’ αυτή που πέτυχε το 2014 το ΠΑΣΟΚ του Β. Βενιζέλου, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ τότε κάλπαζε και δεν ήταν σε άτακτη υποχώρηση, όπως είναι τώρα- ήταν προς τη Ν.Δ. και όχι προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Αρα προς τι η αιφνίδια και άκαιρη (παραμονή του β’ γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών) «αριστερή τιμονιά» της Φ. Γεννηματά; Μόνο δύο λογικές εξηγήσεις μπορούν να δοθούν.
Η «ΚΑΛΗ» για την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ, ότι πιστεύει πως έχει λαμβάνειν από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος -όπως προφανώς εκτιμά-οδεύει για εκλογικό όλεθρο στις 7 Ιουλίου. Και υπ’ αυτήν την έννοια, σπεύδει να προσφέρει μια «αριστερή λύση» για την υποδοχή όσων είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αφότου συνειδητοποίησαν ότι δεν έχει την παραμικρή πιθανότητα να κερδίσει τις εθνικές εκλογές. Ασφαλώς κι έχει μια βάση αυτή η προσέγγιση. Αλλά έχει -μεταξύ άλλων- και δύο βασικά μειονεκτήματα: 1. Ο μηχανισμός που έχει δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απείρως ισχυρότερος του περίπου ανύπαρκτου αντίστοιχου του ΚΙΝΑΛ 2. Εφόσον η προοπτική είναι η συνεργασία των δύο κομμάτων, το μεγαλύτερο έχει μεγαλύτερη γοητεία.
Η «ΚΑΚΗ» εξήγηση για την κίνηση της Φ. Γεννηματά πάει στα «σκοτάδια» και πάει στα «παρασκήνια της διαπλοκής». Και εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της πίεσης συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, τα οποία φέρονται αποφασισμένα να παίξουν και το τελευταίο τους χαρτί, προκειμένου να μην καταρρεύσει ο Α. Τσίπρας.
ΒΕΒΑΙΑ η ζωή έχει δείξει ότι οι μεγαλύτερες «χοντράδες» γίνονται πάντοτε πάνω στον πανικό και την απελπισία. Λίγες εβδομάδες απομένουν μέχρι να φανεί καθαρά και χωρίς υποκειμενισμό αν ήταν «χοντράδα» κι αν ήταν, πόσο μεγάλη θα αποδειχθεί. Οπως και το ποιος και πόσο ευνοήθηκε τελικά απ’ αυτήν την άγαρμπη τιμονιά.
ΣΕ ΚΑΘΕ περίπτωση, όμως, το μόνο που «εξασφάλισε» η κ. Γεννηματά είναι η εύκολη απάντηση στο ερώτημα που θα την βασάνιζε και ίσως τη βασανίσει στην προεκλογική περίοδο. Αν δηλαδή θα συνεργαστεί μετεκλογικά με τον Κ. Μητσοτάκη. Με ένα ξερό όχι θα μπορεί πλέον να αντιπαρέλθει την πιο δύσκολη ερώτηση των εκλογών της 7ης Ιουλίου. Αυτό το όχι, όμως, απευθύνεται σε μια κουρασμένη κοινωνία η οποία σιγά-σιγά ωριμάζει και αποζητάει ρεαλιστικές λύσεις και κυρίως πολιτική σταθερότητα. Δύο παράγοντες, οι οποίοι αφ’ εαυτών ενισχύουν την προοπτική σχηματισμού μιας ισχυρής κυβέρνησης της Ν.Δ.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η ηθική διάσταση
Υπάρχουν πολλά στον Β. Βενιζέλο, τα οποία δεν μπορεί να μην τα αναγνωρίσει κανείς. Οπως π.χ. την ευρυμάθειά του, την οξύνοιά του και το πολιτικό του κύρος και βάρος.
Υπάρχουν επίσης και κάποια στοιχεία που αποδεδειγμένα δεν του επέτρεψαν να αποκτήσει τη δημοφιλία που ενδεχομένως του άξιζε, βάσει των αναντίρρητων προσόντων του. Κάποιοι διέκριναν αλαζονεία και έπαρση στη συμπεριφορά του, γεγονός που τον καθιστούσε απόμακρο από τον πολίτη. Και κάποιοι άλλοι πολιτικές εμμονές.
Υπάρχει όμως και κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό, το οποίο είναι πέρα και πάνω και από τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του Β. Βενιζέλου. Κάτι που οφείλουν να το αναγνωρίσουν όλοι, είτε «τον πάνε» τον Β. Βενιζέλο, είτε «δεν τον πάνε»: Η αξιοθαύμαστη συνέπειά του και το διαρκές «παρών» σε εξαιρετικά δύσκολους καιρούς και σε «ασήκωτες στιγμές». Για να μην πάμε πολύ πίσω στην εποχή του Ειδικού Δικαστηρίου για τον Α. Παπανδρέου: * Οταν ανέλαβε το υπ. Οικονομικών, αφού ο Γ. Παπανδρέου και οι «κηπουροί» του τα είχαν κάνει μαντάρα
* Οταν μετά την πρωτοφανή συντριβή του 2012 (έργο ΓΑΠ) ανέλαβε να συγκροτήσει τα απομεινάρια ενός άλλοτε μεγάλου κόμματος. * Οταν είχε το θάρρος και τον πατριωτισμό μαζί με τον Α. Σαμαρά να κρατήσουν τη χώρα εντός ευρώ και να τη βγάλουν στο ξέφωτο της ανάπτυξης, πριν έρθει το «καραβάνι» * Οταν τον Ιανουάριο του 2015, όταν επέλαυνε ο Α. Τσίπρας και ο Γ. Παπανδρέου δημιουργούσε το δικό του «απόκομμα» ένα μήνα πριν από τις εκλογές, ο ίδιος βρήκε τη δύναμη να κρατήσει το ΠΑΣΟΚ εντός Βουλής. Και λίγους μήνες αργότερα είχε το σθένος να παραχωρήσει τη θέση του στη Φ. Γεννηματά. Αυτά είναι γεγονότα. Στα οποία δεν χωρά ιδιαίτερος υποκειμενισμός. Μιλούν από μόνα τους. Και κατά τούτο είναι απολύτως σεβαστά. Ο Β. Βενιζέλος, όποια άποψη κι αν έχει κάποιος γι’ αυτόν, ήταν παρών και μάλιστα στην πρώτη γραμμή και στις δύσκολες στιγμές της χώρας, αλλά και σε όλες τις κρίσεις του ΠΑΣΟΚ. Την τελική αποτίμηση της προσφοράς του ασφαλώς θα την κάνει η Ιστορία. Ωστόσο είναι προφανές ότι η συμπεριφορά που του επεφύλαξαν πολιτικά μεγέθη καταφανέστατα πολύ μικρότερά του, εκτός από προσβλητική, είναι και εντελώς άδικη και μικρόψυχη.
Ποιος ψεύδεται;
Οπως ελέχθη και δεν διαψεύστηκε ποτέ, ανάμεσα στα άλλα που είπε η Φ. Γεννηματά στον Β. Βενιζέλο στο σαββατιάτικο ραντεβού τους ήταν πως έχει υποσχεθεί τη θέση του επικεφαλής του Επικρατείας στον Γ. Καμίνη.
Ο ίδιος ο Γ. Καμίνης μιλώντας στον ΣΚΑΪ και απαντώντας στην ερώτηση αν γνώριζε ότι η Φ. Γεννηματά θα τον τοποθετούσε επικεφαλής του Επικρατείας, απάντησε: «Δεν το είχα σκεφτεί και δεν το είχα συζητήσει». Το ερώτημα εύλογο και ευθύ: Ποιος από τους δύο ψεύδεται; Διότι είναι αδύνατον η μεν Φ. Γεννηματά να είχε υποσχεθεί κάτι που αφορούσε τρίτο πρόσωπο συζητώντας το… μόνο με τον… εαυτό της, ο δε Γ. Καμίνης να εκθέτει τη Φ. Γεννηματά, διαβεβαιώνοντας ότι δεν το είχε συζητήσει. «Συριζαϊκά χούγια» με το καλημέρα;
Από την στήλη «ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ» στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου