Γράφει ο Δημοσθένης Δαββέτας
Η ιδέα ότι ξαναδιαβάζοντας το παρελθόν μιας γλώσσας νεκρώνεται σαν προγονολατρία και νοσταλγία και άρα η δυναμική της γλωσσικής ενέργειας πηγαίνει αποκλειστικά στο παρόν των λαών κυοφορείται ήδη από την Αναγέννηση και τον Ντεκάρ του 17ου αιώνα.
Συνεχίστηκε με τους διαφωτιστές το 18ο αιώνα, με τη βιομηχανική επανάσταση (παρά κάποιες ρομαντικές εκλάμψεις αρχαιολατρίας) του 19ου αιώνα και κορυφώθηκε τον 20ό αιώνα με τη νεωτερική πρωτοπορία, δηλαδή, με την απόφαση ανθρώπων πνεύματος, πολιτικής, γραμμάτων και τεχνών να αμφισβητήσουν επιδεικτικά την κλασική παιδεία προς όφελος της μηχανής, της ταχύτητας, της παραγωγής. Ο πατέρας του Φουτουρισμού Μαρινέτι έφτασε να πει ότι μία μηχανή είναι πιο όμορφη από τη Νίκη της Σαμοθράκης.
Μένει ώσπου να φύγει…
Αυτή η νεωτερική (πρωτο-ποριακή) λογική έδωσε επίσης και τις δύο κεντρικές γραμμές εξέλιξης που γρήγορα αντιπαρατέθηκαν. Τον εθνικισμό και τον κομμουνισμό. Με τα άθλια αποτελέσματα του ναζισμού, το ολοκαύτωμα και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, πήρε το πάνω χέρι η αριστερόστροφη αντίληψη, η οποία και αυτοχρίστηκε θεματοφυλακή της προόδου, εξέλιξης του σύγχρονου.
Τα έβαλε με το παρελθόν και έκανε το τεράστιο διαλεκτικό λάθος να υιοθετήσει την άποψη του Μαρξ ότι η πρόοδος και η εξέλιξη είναι νομοτελειακά, όπως ένα φυσικό γεγονός. Καλλιέργησε έτσι τη λογική του ά-ριζου, του βίαια ισο-κρατικού, την υποτίμηση των γλωσσικών κατορθωμάτων του παρελθόντος (ως μνημεία ανενεργά στο παρόν) και, στο πλαίσιο μιας δικής της ερμηνείας της οικουμενικότητας, δούλεψε για μια γλώσσα με απλουστευμένες λέξεις στα όρια της εύκολης οικονομικής ανταλλαγής.
Ο,τι έγινε και με τη δική μας γλώσσα, όπου για να καταλαβαίνουν και οι οικονομικοί μετανάστες έπρεπε να έχουμε λεξιλόγιο εύχρηστο, δίχως τόνους, δίχως αρχαϊκής χρήσης λέξεις, λέξεις που δεν θα ωθούσαν τον κόσμο αυτό από τα κάτω προς τα πάνω αλλά αντιστρόφως. Με αποτέλεσμα να έχουμε μια γλώσσα σήμερα σε γενικές γραμμές φτωχή, υπεραπλουστευμένη, μόνο και μόνο για να είναι κατανοητή, αντί να έχουμε γλώσσα που να ωθεί προς κατανόηση, οξύνοντας το μυαλό και την προσπάθεια όσων δεν έχουν υψηλή γνώση.
Η γλώσσα του εμπορίου νίκησε τη γλώσσα των γραμμάτων και των τεχνών. Γιατί κατά την ευρέως αριστερή θέση έτσι νικά ο λαός τους κακούς αστούς. Για να μην ξαναθυμίσω όπως πολλοί τα λόγια των Σεφέρη, Ελύτη, Καβάφη για τη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας, θα θυμίσω μια σκηνή από την τελευταία ομιλία της σπουδαίας ελληνίστριας και ακαδημαϊκού Ζακλίν ντε Ρομιγί, η οποία συνήθιζε να μιλά πάντα με φράσεις ελληνικές στη Γαλλική Ακαδημία. Την τελευταία φορά όταν μίλησε μόνο γαλλικά κάποιος δημοσιογράφος τη ρώτησε: «Σήμερα δε μιλήσατε ελληνικά». Και αυτή απάντησε: «Γιατί, τόση ώρα τι γλώσσα μιλούσα;». Και συνέχισε: «Τα ελληνικά και τα λατινικά σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο».
Aπό την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου