Γράφει ο Πάνος Αμυράς
Πρόκειται για αποτυχία πρώτου μεγέθους, που εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τους δανειστές.
Αφήνουμε στην άκρη τις κραυγές του Τσίπρα το 2014 για τα «ματωμένα πλεονάσματα» του Σαμαρά όταν αυτά δεν ξεπερνούσαν το 1% και ερχόμαστε στο σήμερα.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες ο σχηματισμός πρωτογενών πλεονασμάτων δηλαδή η διαφορά δημοσίων εσόδων και δαπανών είναι μία υγιής δημοσιονομική εξέλιξη, καθώς το κράτος δεν δημιουργεί νέα ελλείμματα και μπορεί να αποπληρώνει το χρέος. Και αναφερόμαστε σε φυσιολογικές συνθήκες γιατί μόνο τότε τα πλεονάσματα προκύπτουν ως αποτέλεσμα της μεγέθυνσης της οικονομίας.
Ωστόσο στην περίπτωση της σημερινής διακυβέρνησης αυτό δεν ισχύει. Τα υπερπλεονάσματα σχηματίζονται από την αφαίμαξη της οικονομίας, μέσω της υπερφορολόγησης, και της εγκληματικής απόφασης του οικονομικού επιτελείου να πετσοκόψει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων σε βάρος της απασχόλησης και της κατασκευής σημαντικών έργων υποδομής.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υπάκουσε πλήρως στην εντολή Σόιμπλε και από το 2015 εμφανίζει θηριώδη πλεονάσματα, υψηλότερα από τα συμφωνηθέντα, ενώ η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση ή σημειώνει αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Το παράδοξο είναι ότι και το δημόσιο χρέος αυξήθηκε, καθώς η κυβέρνηση πήρε νέα χρηματοδότηση για να σχηματίσει τον χρηματοδοτικό «κουμπαρά».
Δεν έχει καμία λογική για την οικονομία η τακτική να εμφανίζονται πλεονάσματα άνω του 4% όταν το ΑΕΠ μειώνεται ή χάνονται οι αναπτυξιακοί στόχοι. Για παράδειγμα, φέτος η ανάπτυξη δύσκολα θα ξεπεράσει το 2% έναντι αρχικής πρόβλεψης 2,8% στον προϋπολογισμό αλλά ο κ. Κουτεντάκης εκτιμά ότι το πλεόνασμα θα προσεγγίσει το 4,5% έναντι υποχρέωσης 3,5% στους δανειστές. Δηλαδή 1,5 δισ. ευρώ μικρότερη ανάπτυξη και 1,8 δισ. μεγαλύτερο πλεόνασμα.
Την ίδια ώρα το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων υποεκτελείται κατά 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ προς χάριν του πλεονάσματος.
Με άλλα λόγια η κυβέρνηση κόβει επενδύσεις και βάζει φόρους για να παρουσιάζει δημοσιονομικό περίσσευμα το οποίο κατά το μεγαλύτερο μέρος του κατευθύνεται στο εξωτερικό για την αποπληρωμή δανείων.
Ενα μόνο μικρό τμήμα του πλεονάσματος της τάξης των 700 εκατομμυρίων (από το συνολικό ποσό των 10 δισ.) μοιράζεται με τη μορφή επιδομάτων που δεν λύνουν κανένα μόνιμο πρόβλημα των αποδεκτών του.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Αντιθέτως, η ζημιά που γίνεται στην οικονομία από την υπερβολική δόση λιτότητας παίρνει μόνιμα χαρακτηριστικά. Η ανάπτυξη δεν έρχεται, οι επενδυτές δεν ζυγώνουν και οι επιχειρήσεις είναι αποκλεισμένες από την τραπεζική χρηματοδότηση.
Για αυτό είναι καιρός να μπει ένα φρένο στα υπερπλεονάσματα. Οχι άλλο κάρβουνο στην οικονομία!
Fake news και αλήθειες
Μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση για τα fake news, παρουσία πλήθους κόσμου και σπουδαστών από ΙΕΚ δημοσιογραφίας, διοργανώθηκε από τη δραστήρια Βάσω Κόλλια της οργάνωσης Restart Greece.
Ομιλητές ήταν δημοσιογράφοι του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, με συντονίστρια την κ. Εύα Αντωνοπούλου και, όπως ήταν φυσικό, η συζήτηση επικεντρώθηκε στο πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη μάστιγα των fake news, όταν πολλές φορές έχει μετατραπεί σε εργαλείο πολιτικού μάρκετινγκ. Κοινό συμπέρασμα των ομιλητών ήταν ότι η μάχη είναι δύσκολη.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιούνται ως πλατφόρμες διάδοσης ψευδών ειδήσεων ή γίνονται μέσα που επηρεάζουν ακόμη και εκλογικά αποτελέσματα, όπως φάνηκε από το σκάνδαλο της εταιρίας Cambridge Analytica που βάσει της ροής δεδομένων χειραγωγούσε χρήστες του διαδικτύου υπέρ του Brexit. Δημαγωγοί πολιτικοί και λαϊκιστές που επενδύουν στην αμάθεια, την ημιμάθεια και το θυμικό των πολιτών δεν διστάζουν να πουν κραυγαλέα ψέματα ή να τα διοχετεύουν μέσω των social media όπου οι ταχύτητες αναπαραγωγής τους είναι απίστευτες. Η συζήτηση «άναψε» και υπήρχαν ζωηρές ερωτήσεις με επίκεντρο το καλοκαίρι του 2015. Τότε αρκετοί υποστηρικτές του «όχι» στο δημοψήφισμα καταφέρονταν μαζικά κατά των δημοσιογράφων.
Ωστόσο μόλις την περασμένη εβδομάδα ο πρωθυπουργός μιλώντας σε εκδήλωση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών τόνισε ότι «χάρη στο καθαρό του μυαλό» έλαβε τις σωστές αποφάσεις και κράτησε την Ελλάδα στο ευρώ για να προστατεύσει τα συμφέροντα της μεσαίας και κατώτερης οικονομικά τάξης σε βάρος των ελίτ. Και το ερώτημα που προέκυψε ήταν σαφές: Ποιος έλεγε την αλήθεια και πότε; Οι δημοσιογράφοι έπρεπε να έχουν θέση υπέρ του «ναι»; Ποιος ήταν ο ρόλος των συμφερόντων; Στην πράξη το «όχι» έγινε «ναι» από τον πρωθυπουργό μέσα σε λίγα 24ωρα.
Οι δημοσιογράφοι ασφαλώς και είχαν το δικαίωμα ή καλύτερα την υποχρέωση να τοποθετηθούν, όσο για τα συμφέροντα της διαπλοκής, αυτά είχαν πρόσβαση όχι μόνο στις δυνάμεις του «ναι» αλλά και του «όχι». Το είπε άλλωστε και ο κ. Τσίπρας με τρία χρόνια καθυστέρηση: «Οι ελίτ ήθελαν την αποχώρησή μας από το ευρώ»…
*O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]