Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Σε συνθήκες ακραίας πολιτικής πόλωσης, στα όρια εθνικού διχασμού και με χιλιάδες ελληνικές οικογένειες να βιώνουν την προσωπική τους χρεοκοπία, αν κάτι περισσεύει, είναι ο θυμός. Ενας θυμός που θολώνει την κρίση, παραμερίζει τη λογική και τα πολιτικά επιχειρήματα και χρησιμοποιεί τις απειλές και τις διώξεις για να ερεθιστεί το φιλοθεάμον κοινό. Η αρένα άνοιξε, οι θεατές πήραν τις θέσεις τους και οι μονομάχοι είναι σαν έτοιμοι από καιρό.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Η Σοφία Ζαχαράκη, αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, βρέθηκε στην αρένα της οργής την περασμένη εβδομάδα και μέτρησε τις αντοχές της. Επιβίωσε, όπως βεβαίως επιβίωσε και ο Κώστας Βαξεβάνης, ο οποίος έχει βρεθεί στη θέση του μηνυόμενου με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Συνήθως από αυτή τη διαδικασία, κανείς δεν βγαίνει νικητής, εκτός ίσως από το θηρίο, που θρέφεται από την οργή των μονομάχων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο γνωστός εκδότης και δημοσιογράφος μήνυσε τη Σοφία Ζαχαράκη επειδή επέμενε ότι εκείνος έχει καταδικαστεί για συκοφαντική δυσφήμηση, χωρίς να αναγνωρίζει ότι είχε αθωωθεί στο Εφετείο. Αισθάνθηκε, λοιπόν, ότι αδικήθηκε και προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Το αυτόφωρο όμως τι ακριβώς εξυπηρετεί;
Η Σοφία Ζαχαράκη είναι πολιτικό πρόσωπο. Είναι εκπρόσωπος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αναλογιστείτε την εικόνα των περιπολικών να φθάνουν έξω από τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας για να συλλάβουν την εκπρόσωπό της. Σκεφτείτε ποια θα ήταν η εικόνα αν της περνούσαν χειροπέδες και την οδηγούσαν στο αστυνομικό τμήμα και τι θα σήμαινε αυτό για την πολιτική ισορροπία της χώρας.
Ο Κώστας Βαξεβάνης, από την άλλη, είναι δημοσιογράφος. Δεν έχει βουλευτική ασυλία -όπως δεν έχει και η κ. Ζαχαράκη-, θεωρείται όμως με τη σειρά του και αυτός εκπρόσωπος του Τύπου. Θυμηθείτε, λοιπόν, την εικόνα του να συλλαμβάνεται με τη διαδικασία του αυτοφώρου και να οδηγείται στο αστυνομικό τμήμα. Αναλογιστείτε τι σημαίνει αυτό για την ελευθεροτυπία και το πλήγμα που δέχεται το δικαίωμα στην ελεύθερη ενημέρωση.
Θα πείτε όμως πως με αυτούς τους συλλογισμούς υποστηρίζουμε την κατάργηση των μηνύσεων για πολιτικούς και δημοσιογράφος. Σαφώς και όχι. Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου. Ομως, όταν μια κόντρα είναι πολιτική, και στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν, η άγρια εικόνα του περιπολικού και των αστυνομικών να ετοιμάζονται για σύλληψη παραπέμπει σε εγκληματίες επικίνδυνους για τη δημόσια ασφάλεια. Είναι περιττή και δηλητηριάζει τη δημόσια ζωή του τόπου.
Οι μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμηση διά του Τύπου έχουν γίνει… ψωμοτύρι για τους πολιτικούς, με κάποιους από τους σημερινούς συγκυβερνώντες να φθάνουν στα όρια της δικομανίας. Το έχουν υποστεί πολλοί δημοσιογράφοι, όπως και η γράφουσα, από πολιτικούς που οχυρώθηκαν πίσω από τη βουλευτική τους ασυλία. Σε καμία από όλες αυτές τις περιπτώσεις δεν αποδείχθηκε ποτέ η χρησιμότητα του αυτοφώρου. Πλην του πολιτικού εντυπωσιασμού.
Ανάμεσα σε αυτούς που πιστεύουν ότι το αυτόφωρο πρέπει να καταργηθεί για τη συκοφαντική δυσφήμιση διά του Τύπου είναι και ο ίδιος ο εκδότης του «Documento», διότι γνωρίζει καλά πως η Δικαιοσύνη αποδίδεται και χωρίς τον εκφοβισμό των χειροπέδων. Ισχύει για όλους τους πολίτες, πολιτικούς και δημοσιογράφους. Ισχύει για τη Σοφία Ζαχαράκη και τον Κώστα Βαξεβάνη. Ισχύει, κυρίως, για την αλήθεια που στο τέλος πάντα λάμπει.
Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]