Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Η αποτυχία τόσο του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη όσο και του επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρου Θεοδωράκη να περάσουν στον δεύτερο γύρο έδειξε ότι οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να εκφρασθούν μαζικά στις κάλπες της περασμένης Κυριακής.
Οι δύο υποψήφιοι που θα μονομαχήσουν την Κυριακή αποτελούν γέννημα θρέμμα του ΠΑΣΟΚ και αυτό περιορίζει την εμβέλεια του νέου σχήματος.
Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί πολιτικά αποτελέσματα. Η Νέα Δημοκρατία αποκτά κυρίαρχη θέση στο χώρο των μεταρρυθμίσεων, από τη στιγμή μάλιστα που η Κεντροαριστερά φαίνεται να παίρνει τη μορφή της «ανασυγκρότησης» του ΠΑΣΟΚ.
Αυτό μπορεί να προσδώσει περαιτέρω δυναμική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που μπορεί να συνεννοηθεί με αυτές τις πολιτικές δυνάμεις, ωστόσο περιορίζεται ο αριθμός των πιθανών μετεκλογικών συνεργατών. Η Ν.Δ. οφείλει πλέον να κυνηγήσει την αυτοδυναμία, καθώς τόσο η Φώφη Γεννηματά όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θέλουν να ανοίξουν τα χαρτιά τους για το τι θα πράξουν την επομένη των εθνικών εκλογών.
Η μεσαία τάξη έχει συνήθως πολλαπλασιαστική δύναμη στις κάλπες και κατά κανόνα δίνει τη νίκη. Η Ν.Δ. εκφράζει σχεδόν αποκλειστικά αυτές τις δυνάμεις που προτάσσουν τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών και το άνοιγμα της οικονομίας στην ιδιωτική πρωτοβουλία με περιορισμό του κράτους.
Ταυτόχρονα η επιχειρούμενη πολιτική ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ μπορεί να επιφέρει σοβαρά πλήγματα στην κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ γιγαντώθηκε εκλογικά επειδή παραδοσιακοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ προσχώρησαν στο στρατόπεδο Τσίπρα ελπίζοντας ότι θα εφαρμόσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις, αλλά και ότι θα συνεχίσει να προστατεύει το «κομματικό κράτος», το οποίο εν μια νυκτί από πράσινο βάφτηκε με τα χρώματα της Κουμουνδούρου. Τώρα που οι παλαιοί πασόκοι δεν ελπίζουν σε τίποτε από τον κ. Τσίπρα, είναι πιο εύκολος ο επαναπατρισμός τους από το να παραμείνουν στον ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι κομματικοί τους δεσμοί ήταν χαλαροί και ευκαιριακοί.
Η Αράχωβα μας έδειξε τον δρόμο: Τι πρέπει να μάθουμε για τις χειμερινές μετακινήσεις
Για το λόγο αυτόν ο πρωθυπουργός προχώρησε σε εξαγγελίες για κοινωνικό μέρισμα 720 εκατομμυρίων σε 3,4 εκατομμύρια πολίτες και για επιστροφή των εισφορών στις συντάξεις ύψους 315 εκατομμυρίων ευρώ. Το Μαξίμου βλέπει κινητικότητα σε όλα τα μέτωπα και επιχειρεί να αμυνθεί με παροχές, τις οποίες το 2014 χαρακτήριζε «ψίχουλα».
Το μέρισμα και οι φόροι
Το κοινωνικό μέρισμα που ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός ύψους 1,4 δισεκατομμυρίου ευρώ δεν θα φτάσει στο σύνολό του στους πολίτες.
Ποσό 360 εκατομμυρίων που βαπτίσθηκε «μέρισμα» θα καταβληθεί στη ΔΕΗ ως επιδότηση για τις υπηρεσίες κοινωνικής ωφέλειας. Μέχρι πρότινος το υπουργείο Ενέργειας υποστήριζε ότι η δαπάνη αυτή ήταν αμελητέα για τα νοικοκυριά, της τάξης του 1 ευρώ μηνιαίως, αλλά τελικώς «φούσκωσε» προκειμένου να εμφανισθεί ως παροχή.
Το υπόλοιπο ποσό (περίπου 1,1 δισ.) που θα δοθεί σε πολίτες με χαμηλά εισοδήματα και σε συνταξιούχους είναι ένα κλάσμα των επιβαρύνσεων που δέχθηκαν οι φορολογούμενοι φέτος μέσω της μείωσης του αφορολόγητου ορίου για τα εισοδήματα του 2016, αλλά και της αύξησης του ΦΠΑ που ισχύει από τον Μάιο του ίδιου χρόνου.
Το «καλό κλίμα» στοίχισε κάτι παραπάνω
Σε θετικό κλίμα έγινε η συνάντηση των ιδιοκτητών τηλεοπτικών σταθμών με τους αρμόδιους υπουργούς Επικρατείας Αλέκο Φλαμπουράρη και Ψηφιακής Πολιτικής Νίκο Παππά, όπως διέρρευσαν από το Μαξίμου. Είχε προηγηθεί βέβαια η κατάθεση τροπολογίας με την οποία περιορίζεται ο φόρος επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων από το 20% στο 5%, με εκτιμώμενη απώλεια εσόδων του Δημοσίου γύρω στα 20 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Στόχος των υπουργών είναι να πείσουν τους καναλάρχες να αποσύρουν τις προσφυγές τους για τις τηλεοπτικές άδειες ώστε ο διαγωνισμός να προχωρήσει χωρίς δικαστικές εμπλοκές. Ουσιαστικά η κυβέρνηση επιδοτεί μέσω φοροαπαλλαγών την απόκτηση τηλεοπτικής άδειας δημιουργώντας μία αγορά δύο ταχυτήτων.
Οι καναλάρχες ευνοούνται ενώ οι παραδοσιακοί εκδότες εξακολουθούν να φορολογούνται με το παλαιό και επαχθέστερο καθεστώς.
O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου