Γράφει η Άννα Παναγιωταρέα
Αυτή τη μαντινάδα άκουσα για πρώτη φορά, από τα χείλη του Κώστα Μητσοτάκη, φιλοξενώντας μας, αρχοντικά, σε ένα μιτάτο σύντεκνων, στα Λευκά Ορη, το 1988. Ηταν τότε που πιστεύαμε ότι η Ελλάδα θα κέρδιζε τον χαμένο χρόνο, σεβαστή και αξιόπιστη στα μάτια των ηγετών της Ευρώπης, με τους οποίους μπορούσε να μιλά, ίσος προς ίσον, ο Κώστας Μητσοτάκης.
Δεν θα την έλεγα και μαντινάδα αλλά συμβουλή από έναν, όπως υπερήφανα έλεγε, βουλευτή επαρχίας. Ο Μητσοτάκης είχε σε μεγάλη υπόληψη τους βουλευτές επαρχίας, όντας από τα 28 του χρόνια βουλευτής Χανίων, έδρα που δεν απαρνήθηκε ποτέ. «Δεν υπάρχει δυσκολότερο πράγμα από το να αφουγκράζεσαι τον πόνο των δικών σου, λέγοντάς τους αλήθεια, που δεν βολεύει»…
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Χθες, καθώς μας καλοχαιρετούσε, πετώντας για τα Λευκά Ορη του ουρανού, δεν τον περίμενε ο λαός στην πλατεία Συντάγματος, που τη γέμιζε ακόμη κι όταν άνοιγαν οι ουρανοί και από κάτω, με πάθος, του φώναζε: «Ψηλέ, μαζί, μαζί και στη βροχή».
Είχε γεμίσει ο λαός την πλατεία της Μητρόπολης, τους γύρω δρόμους κι έστεκε, υπομονετικά, κάτω από τον ήλιο για να του πει, τη στιγμή του αποχωρισμού, που έβγαινε, φερόμενος από τους εγγονούς του, το μήνυμα που κρατά η Ιστορία για τους εκλεκτούς της: Αθάνατος!
Καθώς τον κοίταζα στη φωτογραφία, γελαστό και προσηνή, με τα χέρια του ανοιχτά, σαν να μας καλοδεχόταν, ένιωσα ότι είχε κερδίσει εκείνο στο οποίο αφιέρωσε τη ζωή του: τη συμφιλίωση! Στέκονταν γύρω του, πλάι πλάι, όλοι οι εκπρόσωποι των κομμάτων. Στη Βουλή τον πολέμησαν κι έστρεψαν, πολλές φορές, την ειλικρίνειά του όπλο εναντίον του. Ομως, αυτή η πάνδημη παρουσία, αυτή, αυτή η γλυκιά απαντοχή στη δύσκολη ώρα του αποχαιρετισμού του ήταν η παραδοχή του έντιμου, του δίκαιου αγώνα του. Ηταν η αναγνώριση του οράματός του για μιαν άλλη Ελλάδα, απαλλαγμένη από μικρόψυχες δουλείες, στείρες μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις.
Εκείνη τη στιγμή του οδυνηρού αποχωρισμού δεν τιμούσαμε όλοι εμείς τον λαμπρό κοινοβουλευτικό ηγέτη, τον μεγαλόφρονα Ελληνα. Ηταν εκείνος που έκανε την τιμή να μας καθιστά κληρονόμους και συνεχιστές του αγώνα του ενάντια στον λαϊκισμό, στα λόγια τα μεγάλα, στον διχασμό. Να κοιτάζουμε, καθώς εκείνος, μπροστά, δημιουργώντας μιαν Ελλάδα που αξίζει να τη ζούμε. Αυτή την Ελλάδα που τόσο αγάπησε ο Κώστας Μητσοτάκης.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου