Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Το κρατίδιο όπου ζει 1 στους 5 Γερμανούς και ψήφιζε παραδοσιακά SPD, είδε την εγκληματικότητα να διπλασιάζεται και την ανεργία να αυξάνεται αναλογικά με τον εθνικό μέσο όρο. Ομως, αυτό που έκανε τους λαϊκούς ανθρώπους του Ντίσελντορφ, του Ντούισμπουργκ και άλλων πόλεων της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας να εγκαταλείψουν οριστικά το SPD και να στραφούν σε Χριστιανοδημοκράτες και «Εναλλακτικούς», ήταν η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας στις υποβαθμισμένες συνοικίες.
Στο προάστιο Μάρξλο του Ντούισμπουργκ, ένα γκέτο 20.000 ψυχών (αλλοδαπών κατά το 60%), η κατάσταση ελάχιστα διαφέρει από τον Αγιο Παντελεήμονα και τους επικίνδυνους παράδρομους της Ομόνοιας. Σωροί σκουπιδιών, μισογκρεμισμένα και άδεια κτίρια, κλειστά μαγαζιά και διακινητές ναρκωτικών να πατάνε γκάζι μέσα σε Mερσεντές και BMW με φιμέ τζάμια… Οι ληστείες σε σπίτια είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο, οι φιλήσυχοι πολίτες δεν κυκλοφορούν τη νύχτα, κουμάντο στην περιοχή κάνουν συμμορίες…
Αντιπολίτευση… υπονομευτική…
Η αστυνομία μπαίνει πάντοτε διακριτικά σε αυτό το «άβατο», κάθεται όσο λιγότερο μπορεί και γενικά επεμβαίνει σπάνια. Το Μάρξλο είναι μια λέξη που προκαλεί τρόμο σε ολόκληρη τη Γερμανία. Η κατάσταση χειροτέρεψε προ τριετίας, όταν η κυβέρνηση εγκατέστησε σε άδεια κτίρια 4.000 μετανάστες από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Το λογαριασμό ωστόσο δεν τον πλήρωσε η Μέρκελ -που άλλαξε έγκαιρα πολιτική, υποσχόμενη περισσότερη αστυνόμευση και απελάσεις- αλλά η σοσιαλδημοκράτισσα πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Χανελόρε Κραφτ, παίρνοντας στο λαιμό της και τον Σουλτς.
Η βάση πάντως του προβλήματος είναι κοινωνικοοικονομική. Το Μάρξλο άλλοτε φιλοξενούσε γκασταρμπάιτερ (κυρίως Τούρκους) που δούλευαν στα χαλυβουργεία της ThyssenKrupp. Οταν έχασαν τις δουλειές τους, τα μαγαζιά έκλεισαν και η εργατογειτονιά του Ντούισμπουργκ έγινε η πιο απόκοσμη φαβέλα της Δυτικής Ευρώπης.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου