Ο επικεφαλής της χειρουργικής ομάδας, καρδιοχειρουργός Θεμιστοκλής Χαμογεωργάκης, συντονιστής διευθυντής του Β’ Καρδιοχειρουργικού Τμήματος του ΩΚΚ, μίλησε στον «Ε.Τ.» γι’ αυτό το μοναδικό εγχείρημα που ολοκληρώθηκε στη χώρα μας.
Είναι μάλιστα η δεύτερη απόπειρα πραγματοποίησης αυτής της σύνθετης και ιδιαίτερα απαιτητικής επέμβασης στην Ελλάδα, με την πρώτη να λαμβάνει χώρα πριν από σχεδόν 30 χρόνια, το 1992, από τον αείμνηστο καρδιοχειρουργό, πρωτοπόρο στον τομέα των μεταμοσχεύσεων, Παναγιώτη Σπύρου, χωρίς ωστόσο να έχει αίσια έκβαση.
«Οταν βρέθηκε η συγκεκριμένη δότρια, το πρώτο πράγμα που σκεφτήκαμε ήταν να βοηθήσουμε τη λήπτρια που είχαμε στη λίστα αναμονής. Ηταν αβίαστη η απόφαση», αναφέρει ο κ. Χαμογεωργάκης. Και προσθέτει:
«Δεν είχαμε τον παραμικρό ενδοιασμό. Προχωρήσαμε κατευθείαν και είπαμε “θα το κάνουμε”. Το αποφασίσαμε με ενθουσιασμό και χωρίς άγχος γιατί ξέραμε ότι μπορούσαμε και γιατί τεχνικά δεν είναι πρόβλημα. Για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, είχε προϋπάρξει δουλειά ετών από το πρόγραμμα μεταμοσχεύσεων. Ευτυχώς έχουμε άριστα αποτελέσματα συγκρίσιμα με των άλλων ευρωπαϊκών χωρών», αναφέρει ο κ. Χαμογεωργάκης.
Η δότρια ήταν μια γυναίκα 49 ετών, που είχε την ατυχία να χάσει τη ζωή της νέα. Η γενναία απόφαση των συγγενών της να δωρίσουν τα όργανά της πρόσφερε μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή σε μια 53χρονη μητέρα ενός μικρού παιδιού, που υπέφερε από συγγενή καρδιοπάθεια και μη αναστρέψιμη πνευμονική υπέρταση. Ηταν μια πολύπλοκη και βαριά κατάσταση, που την είχε καθηλώσει στο σπίτι και είχε μειώσει δραματικά την ποιότητα και το χρόνο της ζωής της.
Ο δρ Χαμογεωργάκης εκφράζει τον απεριόριστο σεβασμό και τη συγκίνησή του για την ανιδιοτελή πράξη των συγγενών της δότριας, που έδωσαν ελπίδα και νέα πνοή στη μητέρα, η οποία ήταν σε κρίσιμη κατάσταση μετά από πολυάριθμες νοσηλείες και συνεχή παρακολούθηση.
Η διπλή μεταμόσχευση καρδιάς και πνευμόνων ήταν η μόνη της ελπίδα.
«Εχουμε απεριόριστο σεβασμό γι’ αυτό που έκανε η οικογένεια και για την ίδια τη δότρια, εκεί που είναι. Πάντα σε κάθε μεταμόσχευση αυτούς που σκεφτόμαστε είναι οι δότες και κάποιες φορές αυτοί είναι και μικρά παιδιά και καταλαβαίνετε πόσο πιο συγκινητικό είναι αυτό. Πάντα σε μια επέμβαση σκεφτόμαστε τον δότη που έχει καταλήξει», σχολιάζει ο γιατρός.
Η μεταμοσχευτική ομάδα του Ωνασείου δέχτηκε τα δημόσια συγχαρητήρια του υπουργού Υγείας, Αδώνιδος Γεωργιάδη.
Υπερδιπλασιάστηκαν οι δωρητές συμπαγών οργάνων
Η επιτυχία αυτή δεν ανήκει μόνο στην ιατρική ομάδα που πραγματοποίησε την επέμβαση, αλλά αποτελεί καρπό συλλογικής προσπάθειας που περιλαμβάνει την Πολιτεία, τα νοσοκομεία, τους συντονιστές μεταμοσχεύσεων και φυσικά τους ανώνυμους δότες και τις οικογένειές τους, σημειώνει ο δρ. Χαμογεωργάκης.
Οπως αναφέρει μάλιστα, η επέμβαση αυτή ήταν το αποτέλεσμα της εξειδίκευσης χρόνων που υπάρχει στο Ωνάσειο, καθώς και της εθνικής στρατηγικής για τις μεταμοσχεύσεις.
Ο θεσμός του συντονιστή μεταμοσχεύσεων, ο οποίος ξεκίνησε πιλοτικά το 2022 και εφαρμόστηκε πλήρως το 2023 με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Ωνάση έχει συμβάλει στον υπερδιπλασιασμό των δωρητών συμπαγών οργάνων. Χάρη σ’ αυτούς, το 2023 οι δωρητές πλησίασαν τους 90, ένας αριθμός-ρεκόρ για τη χώρα.
Το πρόγραμμα μεταμοσχεύσεων πνευμόνων, επίσης, το οποίο επανενεργοποιήθηκε από το 2020, μετρά μέχρι σήμερα σχεδόν 40 μεταμοσχεύσεις πνευμόνων.
«Εχει αρχίσει και ευαισθητοποιείται η κοινωνία και κάνει την υπέρβαση σε αυτή τη δύσκολη, τη χειρότερη, θα έλεγα στιγμή, της αναγγελίας του θανάτου ενός προσφιλούς προσώπου. Βοηθούν σ’ αυτό και οι συντονιστές που έχουν προσληφθεί από το Ιδρυμα Ωνάση κι από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Υπάρχει εθνικό στρατηγικό πλάνο για τις μεταμοσχεύσεις και χωρίς αυτή την προσπάθεια δεν θα ήταν δυνατός ο εντοπισμός των δοτών. Το ότι φτάσαμε και αξιοποιήσαμε αυτόν τον δότη, οφείλεται στη συλλογική προσπάθεια της Πολιτείας και της διοίκησης και του Ιδρύματος Ωνάση που έχει προλάβει αυτούς τους συντονιστές», καταλήγει ο γιατρός.
Η πορεία για την εξέλιξη των μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα συνεχίζεται, με το συγκεκριμένο επίτευγμα να θέτει τα θεμέλια για ακόμα περισσότερες επιτυχίες στο μέλλον και με τελικό στόχο να έχουν όλοι οι ασθενείς σε λίστα αναμονής τη δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.