«Ποια είναι η καλύτερη στάση για να «έρθω» σε κορύφωση; Πόσο συχνά πρέπει να έχω οργασμό; Θα πρέπει να έχω πάντα; Γιατί ποτέ δεν είχα;» είναι μερικές από τις ερωτήσεις που έχουν πολλές γυναίκες κατά τη διάρκεια της ζωής τους και δυστυχώς λίγες μόνο από αυτές είναι σε θέση να το ομολογήσουν.
Τι απαντάει γνωστή γυναικολόγος στα παραπάνω και γιατί υπάρχει αυτό το φαινόμενο;
Η Dr. Sherry A Ross, γυναικολόγος με 25ετή εμπειρία, από το Λος Άντζελες, εξηγεί στην Independent τι συμβαίνει και γιατί κάποιες γυναίκες αδυνατούν να «έρθουν» σε κορύφωση.
Γιατί μερικές γυναίκες δεν έχουν ποτέ οργασμό;
Είναι γεγονός ότι το φύλο, η σεξουαλικότητα και τα σεξουαλικά ερεθίσματα ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών και θρησκειών. Ορισμένα ταμπού και πρακτικές κατάφεραν να περάσουν από γενιά σε γενιά, αφήνοντας λίγα στη φαντασία της γυναίκας και κατ’ επέκταση στην ευχαρίστησή της.
Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι το 43% των γυναικών αναφέρουν κάποια σεξουαλική δυσλειτουργία και το 12% αυτών των γυναικών, το αποδίδουν σε προσωπικό άγχος. Δυστυχώς, τα σεξουαλικά προβλήματα επιδεινώνονται με την ηλικία και κορυφώνονται στις γυναίκες ηλικίας 45 – 64 ετών.
Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια ιστορία «αδικίας μεταξύ των φύλων» στην κρεβατοκάμαρα. Οι γυναίκες έχουν από καιρό αγνοηθεί όσο αφορά την εξεύρεση λύσεων για τη σεξουαλική δυσλειτουργία. Με λίγα λόγια, υπάρχουν είκοσι έξι εγκεκριμένα φάρμακα για την ανδρική στυτική δυσλειτουργία και μηδέν για τις γυναίκες. Σαφώς, έχει δοθεί ελάχιστη προσοχή στις σεξουαλικές ανησυχίες των γυναικών, με εξαίρεση βέβαια τις ανησυχίες που αφορούν την τεκνοποίηση.
Πόσες γυναίκες δεν έχουν ποτέ οργασμό;
Στην πραγματικότητα, το 10-20% όλων των γυναικών δεν έχουν βιώσει ποτέ έναν οργασμό. Σύμφωνα πάντα με τη Sherry A Ross, το 65% των γυναικών νιώθουν αμήχανα να προφέρουν τη λέξη κόλπο, ενώ το 45% των γυναικών δε μιλούν ποτέ για τον κόλπο τους με κανέναν, ούτε καν με το γιατρό τους.
Μερικές γυναίκες αναφέρουν ότι νιώθουν πόνο κατά τη διάρκεια του σεξ, δεν έχουν σεξουαλική ορμή ή δεν απολαμβάνουν το σεξ. «Η πρώτη μου ερώτηση είναι “έχετε προβλήματα στη σχέση σας;”, “μήπως δε σας αρέσει ο σύντροφο σας;”, “Είστε σε θέση να έχετε οργασμό;”, “Μήπως αυνανίζεστε;” Αυτές οι ανοιχτές ερωτήσεις τείνουν να αναδείξουν τη σεξουαλική δυσλειτουργία της γυναίκας, συμπεριλαμβανομένης της ανικανότητας να έχουν οργασμό», αναφέρει χαρακτηριστικά η Sherry A Ross και συμπληρώνει «υπάρχει μια μεγάλη αμηχανία και ντροπή όταν μια γυναίκα παραδέχεται ότι δεν έχει φτάσει ποτέ σε οργασμό».
Είναι ανικανότητα όταν κάποια γυναίκα δεν έχει οργασμό;
Η αδυναμία του να μην έχει μία γυναίκα οργασμό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι μερικές γυναίκες δεν κατέχουν τη βασική ανατομία του σώματός τους. Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι οι μισές από τις γυναίκες ηλικίας 16-25 ετών, δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τον κόλπο σε ένα ιατρικό διάγραμμα, ενώ το 1/3 δεν ήταν σε θέση να υποδείξει που βρίσκεται η κλειτορίδα. Είναι σαφές, όπως επισημαίνει η Sherry A Ross, ότι «αν δεν μπορείτε να γνωρίζεται το σώμα σας, πώς θα πάτε να επιδιώξετε την απόλαυση μέσα από αυτό;»
Τι είναι η διαταραχή οργασμού και πως κατηγοριοποιείται;
Η αδυναμία στο να έχει μία γυναίκα οργασμό κατατάσσεται στην κατηγορία της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας, στην οποία παρουσιάζονται πέντε βασικά προβλήματα: χαμηλή λίμπιντο ή μειωμένη σεξουαλική επιθυμία, επώδυνο σεξ, διαταραχή σεξουαλικής διέγερσης, η αποστροφή για το σεξ και αδυναμία οργασμού.
Η μειωμένη σεξουαλική διάθεση είναι η πιο κοινή γυναικεία σεξουαλική δυσλειτουργία και χαρακτηρίζεται από πλήρη απουσία της ερωτικής επιθυμίας. Για τα 16 εκατομμύρια γυναικών που πάσχουν από αυτό, οι παράγοντες που εμπλέκονται μπορεί να διαφέρουν από την σεξουαλική επιθυμία στις γυναίκες και είναι πολύ πιο περίπλοκη από ό, τι είναι για τους άνδρες.
Σε αντίθεση με τους άνδρες, η σεξουαλική επιθυμία των γυναικών έχει την τάση να ξεκινάει από τον εγκέφαλο και όχι από αυτό που βρίσκεται κάτω από τη μέση. Οι καθημερινές πιέσεις της εργασίας, τα χρήματα, τα παιδιά και οι σχέσεις συμβάλλουν στη χαμηλή λίμπιντο των γυναικών. Άλλες αιτίες μπορεί να είναι η κατάθλιψη, το άγχος, η έλλειψη της ιδιωτικής ζωής, οι ανεπιθύμητες παρενέργειες των φαρμάκων, ιατρικές παθήσεις όπως η ενδομητρίωση ή η αρθρίτιδα, τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης ή ιστορικό σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης.