Η ευθανασία και η ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία σιγά-σιγά νομιμοποιούνται στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά ακόμη παραμένουν σπάνιες, σύμφωνα με μία νέα διεθνή επιστημονική έρευνα. Πάνω από το 70% των θανάτων με ευθανασία ή υποβοηθούμενη αυτοκτονία αφορούν καρκινοπαθείς.
Στην ευθανασία είναι ο γιατρός, ο οποίος ενεργά θέτει τέρμα στη ζωή του ασθενούς με τη χορήγηση του κατάλληλου φαρμάκου, ενώ στην ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία τα θανατηφόρα φάρμακα δίνονται ή συνταγογραφούνται από τον γιατρό, αλλά τα παίρνει μόνος του ο ασθενής.
Σήμερα, σύμφωνα με τη μελέτη, η ευθανασία ή η ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία ασκούνται νόμιμα στην Ολλανδία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, τον Καναδά και την Κολομβία. Είναι, επίσης, νόμιμες σε πέντε πολιτείες των ΗΠΑ (Όρεγκον, Ουάσινγκτον, Μοντάνα, Βερμόντ και Καλιφόρνια).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Εζεκιήλ Εμάνουελ, επικεφαλής του Τμήματος Ιατρικής Ηθικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «JAMA», διαπίστωσαν ότι η κοινή γνώμη στη Δυτική Ευρώπη εμφανίζει αυξανόμενη υποστήριξη σε αυτές τις πρακτικές, ενώ το αντίθετο συμβαίνει στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Έχει παρατηρηθεί ότι όπου και όποτε μειώνεται το θρησκευτικό αίσθημα, η υποστήριξη στην ευθανασία αυξάνεται, ενώ ισχύει και το αντίστροφο.
Σε όσες χώρες ή πολιτείες η ευθανασία ή η ιατρικά υποβοηθούμενη αυτοκτονία είναι νόμιμες, το 0,3% έως 4,6% των θανάτων λαμβάνουν χώρα με αυτόν τον τρόπο. Επίσης, όπου αυτές οι πρακτικές νομιμοποιούνται, καταγράφεται αμέσως αύξηση των σχετικών θανάτων.
Ο μέσος ασθενής που επιλέγει αυτήν τη λύση είναι λευκός, ηλικιωμένος και μορφωμένος. Ο σωματικός πόνος δεν αναφέρεται ως το βασικό κίνητρο του ασθενούς. Τα κύρια κίνητρα για την επιλογή αυτού του τρόπου θανάτου φαίνεται πως είναι ψυχολογικοί λόγοι, ο φόβος απώλειας της αυτονομίας, η αδυναμία απόλαυσης της καθημερινής ζωής και άλλες μορφές στρες.
Η ηθική της ευθανασίας συνεχίζει να παραμένει ένα επίμαχο ζήτημα, διεθνώς. Παρόλα αυτά, όπως επισημαίνεται, όλο και περισσότερες χώρες εξετάζουν τη νομιμοποίησή της, υπό προϋποθέσεις.
Η μελέτη αναφέρει ότι έχουν υπάρξει περιστατικά προβληματικών υποβοηθούμενων αυτοκτονιών, όπου ο ασθενής δεν πέθανε ή ξύπνησε από το κώμα, αλλά είναι δύσκολο να προσδιορισθεί πόσο συχνά συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι ερευνητές εκτιμούν, επίσης, ότι οι περιπτώσεις ανθρώπων που έδωσαν τέλος στη ζωή τους, χωρίς κάτι τέτοιο να δικαιολογείται απολύτως (π.χ. είχαν άνοια), αποτελούν ένα πολύ μικρό μέρος του συνόλου.
Σε χώρες όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο, το 50% έως 60% των γιατρών δηλώνουν ότι έχουν δεχθεί αιτήματα για ευθανασία ή για υποβοηθούμενη αυτοκτονία.