Σε έρευνα που δημοσιεύεται σήμερα στο περιοδικό Cell Systems, επιστήμονες από το βρετανικό Francis Crick Institute και το γερμανικό Charite Universitaetsmedizin Berlin διαπιστώνουν ότι οι πρωτεΐνες αυτές υπάρχουν σε διαφορετικά επίπεδα σε ασθενείς με COVID-19, ανάλογα με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων τους.
Οι δείκτες θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη ενός διαγνωστικού τεστ που θα βοηθούσε τους γιατρούς να προβλέψουν σε ποιο επίπεδο μπορεί να φθάσει η ασθένεια ενός ανθρώπου όταν προσβληθεί από τον νέο κορονοϊό SARS-CoV-2 και θα μπορούσε επίσης να παρέχει νέους στόχους για την ανάπτυξη πιθανών θεραπειών για την ασθένεια, τονίζουν οι ίδιοι επιστήμονες.
Οι γιατροί και οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι όσοι έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί το COVID-19, ανταποκρίνονται διαφορετικά σε αυτόν — με κάποιους να μην εμφανίζουν καθόλου συμπτώματα, ενώ άλλοι πρέπει να νοσηλευθούν και άλλοι υφίστανται θανατηφόρα λοίμωξη.
Λάζαρος Καραούλης στον ΕΤ: «Φέρνουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη στον Δήμο Αθηναίων»
“Ένα τέτοιο διαγνωστικό τεστ θα βοηθούσε τους γιατρούς να προβλέψουν εάν η κατάσταση ενός ασθενούς με COVID-19 είναι πιθανό να γίνει κρίσιμη ή μη , θα ήταν εξαιρετικά πολύτιμο”, δήλωσε ο Κρίστοφ Μέσνερ, ειδικός στη μοριακή βιολογία στο Ινστιτούτο Crick, ο οποίος ήταν ένας από τους συντονιστές της έρευνας.
Ο ίδιος τόνισε πως αυτού του είδους οι εξετάσεις θα βοηθήσουν τους γιατρούς να αποφασίσουν πώς θα διαχειριστούν καλύτερα την περίπτωση κάθε ασθενούς, όπως και να εντοπίσουν εκείνους που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να χρειασθούν νοσοκομειακή περίθαλψη ή εντατική θεραπεία.
Η ομάδα του Μέσνερ χρησιμοποίησε μια μέθοδο που ονομάζεται φασματομετρία μάζας για να ελέγξει γρήγορα την παρουσία και την ποσότητα διαφόρων πρωτεϊνών στο πλάσμα του αίματος σε ένα δείγμα από 31 ασθενείς με COVID-19 στο νοσοκομείο Charite του Βερολίνου. Στη συνέχεια επικύρωσαν τα αποτελέσματά τους σε άλλους 17 ασθενείς με COVID-19 στο ίδιο νοσοκομείο και σε 15 υγιείς ανθρώπους που χρησιμοποιήθηκαν ως δείγμα ελέγχου.
Τρεις από τις βασικές πρωτεΐνες που ταυτοποιήθηκαν συνδέθηκαν με την ιντερλευκίνη IL-6, μια πρωτεΐνη που είναι γνωστό ότι προκαλεί φλεγμονή και η οποία αποτελεί επίσης έναν γνωστό δείκτη για σοβαρά συμπτώματα της COVID-19.